Mike Patton & Jean Claude Vannier

Corpse Flower

Ipecac (2019)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 18/09/2019
Όταν η ώριμη ανατρεπτικότητα συναντά την υψηλή γαλλική φινέτσα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Το να επιθυμείς να ακούς κάθε νέο δίσκο που κυκλοφορεί ο Mike Patton μοιάζει με το να κυνηγάς μια σκιά. Δεν έχουν απομείνει και πολλά πράγματα που δεν έχουμε ακούσει να κάνει με τη φωνή του, κι όμως αρνούμαστε να αντισταθούμε στον πειρασμό μιας ακόμα ακρόασης, με τον φόβο ότι κάτι καινούριο και απρόσμενο θα σκαρφιστεί γι' ακόμα μια φορά κι εμείς θα είμαστε απόντες. Για το πόσο χορτασμένοι νοιώθουμε από τις δουλειές του, είμαστε ακόμα αχόρταγοι, ή απλώς εθισμένοι σε ένα φωνητικό trip που κρατάει 30 χρόνια τώρα.

Αυτό το νέο project αποτελεί το επισφράγισμα της φιλίας που ανέπτυξε τα τελευταία χρόνια ο Patton με τον 75χρονο Γάλλο συνθέτη Jean Claude Vannier, έναν συνθέτη πολύ γνωστό στη χώρα του και με ένα πλουσιότατο βιογραφικό απείρων συνεργασιών, κινηματογραφικών ταινιών κι επιτυχιών - κάτι κοντά στον δικό μας Μίμη Πλέσσα, τολμώντας έναν παραλληλισμό. Πέραν της δημιουργικής φιλίας ανάμεσα στους δύο άνδρες, είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι το "Corpse Flower" εξυπηρετεί για τον Patton και την ικανοποίηση ενός ακόμα καπρίτσιου από το πολυπρισματικό μουσικό σύμπαν των επιρροών και απωθημένων του.

Η μουσική που συνέθεσε ο Vannier παραπέμπει κυρίως στη γαλλική κινηματογραφική μουσική της δεκαετίας του '70 και την ιδιότυπη υβριδική της συμπεριφορά. Η ανάμειξη μιας soulful funk με cinematic ορχηστρικά μέρη και γλυκές μελωδίες δημιουργεί ένα είδος ανάλαφρης, ποιοτικής μουσικής που αποτελεί αναμφίβολα το αισθητικό επίκεντρο του "Corpse Flower". Από πάνω, οι γνωστές Patton-ικές ερμηνείες που κινούνται κάπου ανάμεσα στο ωμό συναίσθημα, τον σαρκασμό, την ειρωνεία και το σουρεαλιστικό storytelling. Φωνητικοί ρόλοι που τελικά μετασχηματίζουν την ίδια τη μουσική, μετατρέποντας για παράδειγμα φυσιολογικά τραγούδια όπως το ομώνυμο και το "Hungry Ghost" σε μακάβριες μπαλάντες ή το "A Schoolgirl's Day" σε ένα είδος κοινωνικής αλληγορίας.

Υπάρχουν αρκετές τέτοιες μικρές εκπλήξεις διάσπαρτες μέσα στο άλμπουμ. Το μεσογειακό άρωμα του "Insolubles" και το εντελώς ορχηστρικό "Pink And Bleue", το "Chansons D'Amour" όπου ο Patton παθαίνει Tom Waits ή το θεοπάλαβο "Cold Sun Warm Beer", η απαγγελία των στίχων του Oscar Wilde στο εναρκτήριο "Ballad C.3.3". Κι όσο για το ιερό δισκοπότηρο κάθε δίσκου που φέρει το όνομά του - το αν δηλαδή υπάρχουν στιγμές που φέρνουν στο νου τους Faith No More - , είμαι σίγουρος ότι τα "Camion", "Browning" και ειδικά το "On Top Of The World" όλο και κάποιες οπαδικές αναμνήσεις θα ξυπνήσουν.

Η συνθετική πινελιά του Vannier δίνει την εντύπωση ενός έμπειρου δημιουργού που ξέρει να οδηγήσει τον δίσκο με ασφάλεια, οι ηχογραφήσεις δε με τους συνεργάτες του στη Γαλλία διαθέτουν υψηλή αισθητική. Η αντίστοιχη συμπεριφορά της «μπάντας» του Patton στο Los Angeles (με μουσικούς με εμπειρία σε Beck και Nine Inch Nails ανάμεσα σε άλλους) είναι αυτή των ταραχοποιών που έρχονται να χαλάσουν το πάρτι με τους θορύβους και τις παράξενες ενορχηστρώσεις τους, όπου βρίσκουν τον χώρο. Οι δύο κόσμοι ενώνονται αρμονικά και όλες οι πλευρές δείχνουν να το απολαμβάνουν.

Έχοντας μπει πλέον στην έκτη δεκαετία της ζωής του, ο Mike Patton βλέπει σιγά σιγά τα περιθώρια του να στενεύουν στο να δημιουργήσει καινούρια, ρηξικέλευθα άλμπουμ, ενώ και η φωνή του αρχίζει ν' ακούγεται και ανεπαίσθητα κουρασμένη στα μελωδικά της. Δεν βλέπω όμως και καμιά μεγάλη σημασία σε αυτό. Με σύμμαχο τη μεστή καλλιτεχνική προσωπικότητα του Vannier, το "Corpse Flower" είναι τρομερά ευχάριστο, χωρίς filler ή υπερβολές και απολύτως ικανό να ξεδιπλώσει τα χαρίσματα των δημιουργών του, προσφέροντας ένα ακόμα επεισόδιο στο ταξίδι αυτής της απίθανης περσόνας που ονομάζεται Mike Patton. Ο μύθος του στέκει ακόμα δυνατός και, για όλους εμάς τους αχόρταγους, το κυνήγι της σκιάς καλά κρατεί.

  • SHARE
  • TWEET