Father Breath

Almanak

B-otherside (2020)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 12/02/2020
Ανέλπιστο, αινιγματικό, μυστηριακό rock κι ένας δίσκος-υπόδειγμα του πώς να χρησιμοποιήσεις τα πάντα προς όφελος σου
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Συμβαίνουν πολλά πράγματα στην εγχώρια μουσική. Δεν έχουν περάσει παρά λίγες βδομάδες που το ντεμπούτο των Mammock έσκασε με κρότο (γράψαμε γι' αυτό εδώ) κι αμέσως εμφανίζεται ένα ακόμα άλμπουμ πρωτοεμφανιζόμενου ημεδαπού συγκροτήματος για να ταράξει κι άλλο τα, έτσι κι αλλιώς, ανήσυχα νερά του ελληνικού rock. Κι αν ο όρος ελληνικό rock ήταν, μια φορά κι έναν καιρό, μια πονεμένη ιστορία, τα πράγματα έχουν πλέον αλλάξει αισθητά. Το σημαντικότερο είναι ότι όλο και περισσότερες μπάντες βρίσκονται σε καθεστώς γνήσιας καλλιτεχνικής εξερεύνησης.

Οι Father Breath σχηματίστηκαν το 2014 και κυκλοφόρησαν το επτάιντσο "17" πίσω στο 2015. Είναι εμφανές ότι έκτοτε η μπάντα πήρε τον χρόνο της να δουλέψει το υλικό της, να χτίσει διάθεση, στυλ και όραμα. Από τα πρώτα δευτερόλεπτα του "Almanak" και σε όλη τη διάρκεια του γίνεται αντιληπτό ότι η μουσική του αθηναϊκού σχήματος είναι συμπαγής και ολοκληρωμένη, παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιεί πολλά ετερόκλητα στοιχεία κι ενώνει διαφορετικές μουσικές σχολές. Το αποτέλεσμα δικαιώνει τις προσπάθειες τους.

Το πρώτο χαρακτηριστικό που θα ακούσει κανείς είναι ότι πειραματίζονται άμεσα και ολοκληρωτικά με την eastern folk και την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Μια πληθώρα traditional ήχων (πολύ καλή δουλειά από το Νίκο Μπασκόζο) παρελαύνουν σαν να ξέμειναν από κάποιο ξεχασμένο καρναβάλι, γεμίζοντας τη μουσική τους με έντονο μεσογειακό, βαλκανικό κι ανατολικό χρώμα. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι το "Almanak" δεν έχει τίποτα το φολκλόρ ή το ethnic και ο μουσικός του σκελετός παραμένει rock, ένα rock σκοτεινό, δυτικό, που αντλεί ουσία από το post punk, το indie ή και το dark wave ακόμα. Οι μπασογραμές είναι πάντα εκεί για να θυμίζουν αυτές τις καταβολές, όπως και η φωνή του Αριστομένη Θεοδωρόπουλου η οποία είναι τυπικά indie - ανέκφραστη και μηχανική σε στιγμές -, χτίζοντας μια παράξενη αντίθεση.

Από δομική σκοπιά επίσης, τα τραγούδια και τα μέρη τους είναι απολύτως αναγνωρίσιμα και συνεκτικά. Σύντομα συνειδητοποιεί κανείς ότι οι Father Breath δεν έχουν επιχειρήσει απλώς ένα τυχαίο πάντρεμα Ανατολής και Δύσης αλλά έχουν πετύχει μια ουσιαστική ένωση τους. Έχουν δηλαδή πετύχει κάτι στο οποίο πολλοί και μεγάλοι του rock έχουν εκτεθεί. Πέραν του θαυμασμού μας όμως προς το στιλιστικό τους επίτευγμα, αναγνωρίζουμε ότι η ουσία δεν είναι στο ρούχο αλλά στην ψυχή της μουσικής. Τελικά, θα καταφέρουν να ξεχωρίσουν κι εκεί.

Το "Almanak" είναι κατά βάση ένα σκοτεινό άλμπουμ, όχι πνιγηρό και σκληρό αλλά σίγουρα βαρύ ως προς τις ατμόσφαιρες του. Σε αυτό συντελεί και η συχνή αρμονική τους μονοτονία η οποία, ναι, θα φέρει στο νου τους Swans. Σε άλλες στιγμές, δεν κρύβω ότι μου θύμισαν κάποια χρώματα των παλιών Dead Can Dance, κάτι όμως ο πιο up tempo χαρακτήρας τους, κάτι η πανταχού παρούσα κιθάρα του Βασίλη Ντζούνη που σιγοντάρει με τη βραχνή της παραμόρφωση, οι Father Breath παραμένουν σε οικεία χωράφια. Η μυσταγωγία είναι εκεί αλλά πάντα ελεγχόμενη.

Και τα τραγούδια; Κάποια με ελληνικούς και κάποια με αγγλικούς στίχους, κυμαίνονται όλα από αξιοπρόσεκτα ως εξαιρετικά. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει σίγουρα το εκπληκτικό "Μάνα" με τα επιβλητικά παραδοσιακά backing vocals, το επίσης εξαιρετικό "The Tribulator" που κλείνει τον δίσκο με την ανατριχιαστική χροιά κι ερμηνεία της Valisia Odell, καθώς και το ‘’Not There’’ που υπονοεί ότι η μπάντα μπορεί να υποστηρίξει λίγη παραπάνω μελωδία. Ως μη φανατικός φίλος του ελληνικού στίχου στο rock, με εντυπωσιάζει που τελικά τους προτιμώ και δένομαι περισσότερο με τους στίχους που αναγνωρίζω. Ίσως γιατί είναι αινιγματικοί και προσθέτουν λίγο ακόμα μυστήριο. Ίσως γιατί ακόμα δεν αναγνωρίζω ποιος είναι το υποκείμενο της αγάπης στο "Μας Αγαπά".

Το "Almanak" είναι τελικά όσο εντυπωσιακό όσο το εξώφυλλο του. Η αρχική αίσθηση ότι βλέπεις κάτι σχεδόν αιθέρια μυστικό μετατρέπεται σε θαυμασμό, συνειδητοποιώντας ότι δεν είναι ξένο μα δικό μας. Στέκει εκεί απόμακρο και απρόσιτο, κι όμως είναι φριχτά οικείο. Και ανάποδα.

Ο γερογκρινιάρης ελάσσων δισκοπαρουσιαστής μπορεί να σκαρφιστεί πράγματα που θα ήθελε λίγο ακόμα καλύτερα, λίγο πιο ζεστή παραγωγή στις χαμηλές, λίγο πιο τολμηρές φωνητικές ερμηνείες και τα λοιπά. Μια τέτοια πρακτική όμως θα μας απομάκρυνε από την ουσία και τη μικρή, πολύτιμη αλήθεια ότι οι πρωτοεμφανιζόμενοι Father Breath κάνουν την έκπληξη, κυκλοφορούν έναν εξαιρετικά εύστοχο και ποιοτικό δίσκο και δείχνουν ότι έχουν τα φόντα, κάτω από προϋποθέσεις, να πρωταγωνιστήσουν στα επόμενα χρόνια. Εξάλλου, οι δικοί μας τοπικοί ήρωες έχουν την πολυτέλεια να μας είναι θαυμαστοί και, ταυτόχρονα, φριχτά οικείοι.

  • SHARE
  • TWEET