Cloven Hoof

Age Of Steel

Pure Steel (2020)
Από τον Σπύρο Κούκα, 21/10/2020
Σε ένα μερικό στιχουργικό sequel του κλασικού "Dominator", οι Cloven Hoof παραμένουν δημιουργικοί, αδικώντας, ωστόσο, τους εαυτούς τους
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Mετά από καιρό, διανύουμε μια σχετικά ήρεμη περίοδο σε ό,τι αφορά τη δραστηριότητα και ύπαρξη των Cloven Hoof, με τις όποιες διαφοροποιήσεις που τους αφορούν, να έχουν να κάνουν με τις αναμενόμενες αλλαγές μελών και το νέο άλμπουμ που κυκλοφόρησαν φέτος. Μάλιστα, με τον George Call να παραμένει για δεύτερο σερί δίσκο πίσω από το μικρόφωνο, φαίνεται να σταθεροποιείται ένας βασικός πυρήνας στην μπάντα, με τους Lee Payne, Chris Coss και τον προαναφερθέντα Call να μοιάζουν ακλόνητοι και τους Ash Baker (στη lead κιθάρα) και Mark Bristow (στα τύμπανα) να αποτελούν τις νέες προσθήκες στο lineup.

Στα πραγματικά σημαντικά, τώρα, η επιστροφή των βετεράνων Βρετανών heavy metallers, μετά από τρία χρόνια, χαιρετίζεται με θετική προδιάθεση, δεδομένου του γεγονότος πως το προηγούμενο άλμπουμ τους, "Who Mourns For The Morning Star", υπήρξε ένα από τα καλύτερα δείγματα που είχαν να προσφέρουν στην ύστερη πορεία τους. Έτσι κι αλλιώς, η παρουσία του τραγουδιστή των Aska εγγυάται για ένα αποτέλεσμα που τουλάχιστον θα ακούγεται ευχάριστα, καθώς ο Call έχει τόσο το ερμηνευτικό πάθος, όσο και τις φωνητικές δυνατότητες για να δώσει ώθηση ακόμη και σε υλικό που δεν διεκδικεί ακριβώς δάφνες ποιότητας ή πρωτοτυπίας.

Μέσες άκρες, βέβαια, το τελευταίο συμβαίνει και σε ένα σημαντικό μέρος του "Age Of Steel", καθώς, πίσω από τα πράγματι εντυπωσιακά solo, τις πομπώδεις ενορχηστρώσεις που παραπέμπουν περισσότερο σε σχήματα του αμιγώς power metal χώρου και, προφανώς, της ανταγωνιστικής φωνής του αξιόμαχου Call, κρύβεται ένα άλμπουμ που επιλέγει κάθε λογής «δάνεια» για να αναπτύξει τις δικές του ιδέες και να δικαιολογήσει την ύπαρξη του.

Ίσως παραείμαι αυστηρός με ένα σχήμα που το τελευταίο πραγματικά σπουδαίο άλμπουμ της χάνεται μερικές δεκαετίες πίσω (βλέπε "A Sultan’s Ransom") και μόλις πρόσφατα έδειξε να ανακάμπτει δημιουργικά, αλλά δεν μπορώ να παραβλέψω τις τόσο προφανείς παραπομπές σε τραγούδια και μουσικές άλλων συγκροτημάτων, και συγκεκριμένα των Iron Maiden. Πώς θα γινόταν και διαφορετικά, όταν το "Alderley Edge" θυμίζει διασκευή του ομότιτλου τραγουδιού από το "Seventh Son Of A Seventh Son", το "Touch The Rainbow" εμπνέεται λίγο παραπάνω του απλώς μεμπτού από το "The Evil That Men Do" και ο George Call, καλώς ή κακώς, «φέρνει» φωνητικά στον Bruce Dickinson σε αρκετά γυρίσματά του;

Σίγουρα, η συνολική ανάπτυξη των τραγουδιών, ακόμη και των «επιλήψιμων» προαναφερθέντων, έχει «ψωμί», αφού η κλιμάκωση τους σχεδόν πάντοτε καταλήγει σε μια δυνατή κορύφωση, έχοντας επί μέρους σημεία που κρατούν το ενδιαφέρον και όντας τεχνικά άρτια. Το θέμα είναι κατά πόσο ο ακροατής μπορεί να δεχτεί αυτήν την τόσο έντονη Maiden θύμηση, σε βαθμό παρεξηγήσεως πολλές φορές, από ένα σχήμα που έχει μια ιστορία πίσω του και αποτέλεσε μέρος του NWOBHM ρεύματος, στις αρχές των '80s.

Ως προς το τελευταίο, προσωπικά δυσκολεύομαι, αφού στο μυαλό μου είναι μεγάλη η διαφορά της άμεσης επιρροής και της αντίστοιχης μουσικής προσέγγισης, από τη σχεδόν copy-paste λογική της αναπαραγωγής ίδιων μουσικών θεμάτων συνθέσεων άλλων συγκροτημάτων. Από την άλλη, αυτό που ακούω μου αρέσει, η στιχουργική σύνδεση του δεύτερου μισού του άλμπουμ με το κλασικό "Dominator" είναι μια κίνηση με το δικό της οπαδικό βάρος και συνθέσεις όπως το "Victim Of The Furies" δεν γράφονται κάθε μέρα.

Εν τέλει, θεωρώ πως οι συνολικές εντυπώσεις θα ήταν πολύ καλύτερες αν τα δύο «επίμαχα» τραγούδια απουσίαζαν, ή ακολουθούσαν διαφορετική προσέγγιση, με σαφώς λιγότερες εμφανείς παραπομπές στους Iron Maiden. Ακόμη κι αν αδικούν τους εαυτούς τους, όμως, οι Cloven Hoof είναι εδώ, τίμιοι, ακόμη δημιουργικοί κι έχοντας βρει μια φωνή στην οποία μπορούν να στηριχτούν για τα ερχόμενα χρόνια.

YouTube

  • SHARE
  • TWEET