Chris Thile

Laysongs

Nonesuch Records (2021)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 11/06/2021
Καρδιά και ασύλληπτη δεξιοτεχνία από έναν από τους πιο χαρισματικούς folk μάστορες των καιρών μας
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ο Chris Thile κλείνει φέτος τα σαράντα του χρόνια κι έχει ήδη πίσω του μια εκτυφλωτική καριέρα. Το παιδί-θαύμα του μαντολίνου και της progressive bluegrass ξεκίνησε να δισκογραφεί από όταν ήταν 13 (!), έχει ήδη μαζέψει μερικά Grammy κι έχει προλάβει να παίξει jazz, κλασική, rock, ενώ ταυτόχρονα συνεχίζει την εξερεύνηση των αμερικανικών roots. Ο τρόπος που προσφέρει μια εναλλακτική ματιά πάνω στη folk μουσική είναι χαρισματικός και αναμφισβήτητα πρωτότυπος.

Βασικό ζητούμενο στο νέο του σόλο άλμπουμ "Laysongs" μοιάζει να είναι η αμεσότητα. Μόνος με τη φωνή του, ένα μαντολίνο και μερικά σποραδικά παλαμάκια ή χτυπήματα στο σκάφος του οργάνου, ο Thile ακούγεται σαν ένας μουσικός που άρχισε να παίζει, ενώ το μικρόφωνο ηχογραφούσε. Καθώς η μουσική κυλάει, θα ορκιζόμουν ότι σε στιγμές χάθηκε μέσα στη μουσική και ξέχασε ότι το recording εκτυλίσσεται. Κι ακόμα κι αν δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, το γεγονός ότι πείθει τον ακροατή για κάτι τέτοιο, κάνει το "Laysongs" ένα ιδιαίτερο άμεσο, χαλαρό και φιλικό άλμπουμ.

Τα τραγούδια μοιάζουν εντελώς απαλλαγμένα από υποχρεώσεις δομής ή και μετρονόμου. Σε αυτό το ελαφρώς αυτοσχεδιαστικό πλαίσιο, ο Thile ξεδιπλώνει καταρχήν την ασύλληπτη δεξιοτεχνία του και είναι στ' αλήθεια εντυπωσιακός ο τρόπος που ράθυμα folk ακόρντα εναλλάσσονται με ταχύτατα περάσματα στο μαντολίνο. Αν συνυπολογίσει κανείς το πόσο μικρά είναι τα τάστα του μαντολίνου - και θαυμάσει επίσης και την γκάμα των δυναμικών - τότε, πραγματικά, το "Laysongs" γίνεται ένα έργο άξιο θαυμασμού. Πρόσεξε πως αποδίδει κλασική μουσική στο "Sonata For Solo Violin, Sz. 117: Presto".

Όπως όλοι οι μεγάλοι παίκτες όμως, ο Thile είναι υπερβατικός ανάμεσα στα μουσικά είδη. Η άνεση με την οποία περνάει από φωτεινά σε σκοτεινά συναισθήματα, διαπερνώντας στιγμιαία τα blues, τη folk ή ακόμα και την indie μουσική είναι θαυμάσιος. Σε τραγούδια όπως το ομώνυμο, το "God Is Alive Magic Is Afoot" και το "Dionysus" γίνεται φανερό αυτό το πνεύμα: οι διαδοχικές μουσικολογικές ακροβασίες δεν επηρεάζουν σχεδόν καθόλου τον φωτεινό, ελαφρύ χαρακτήρα των διαθέσεων που γεννούν τα κομμάτια. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει κι η μελωδική, πρίμα του φωνή, μια φωνή που ακούγεται σχεδόν παιχνιδιάρικη και σίγουρα νεανική.

Το "Laysongs" αρχίζει, περνάει και τελειώνει σαν ένα απαλό αεράκι που φύσηξε σε μια από τις πρώτες μέρες του καλοκαιριού. Όταν το υπέροχο "Won't You Come And Sing For Me" κλείσει τον κύκλο με γνώριμες, μελαγχολικές indie folk νότες, έχει γίνει ξεκάθαρο ότι το άλμπουμ έχει πετύχει τον σκοπό του: έχει χαϊδέψει απαλά τον ελεύθερο σου χρόνο και έχει χαρίσει την καλαισθησία του με φυσικότητα. Το ότι είναι ένα άλμπουμ που έρχεται από έναν τόσο χαρισματικό δεξιοτέχνη απλώς προσθέτει λίγη αίγλη, η καρδιά του όμως αρκεί. Κι ας μην αλλάξει τη ζωή κανενός.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET