Abyssal

A Beacon In The Husk

Profound Lore (2019)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 02/08/2019
Κτηνώδες, σκεπτόμενο, σύγχρονο και πολύπλευρο death metal από μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μπάντες του underground
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αν μπορούσα να ξεχωρίσω δυο τάσεις στον εκσυγχρονισμένο χάρτη του death metal, αυτές θα ήταν του βόρβορου και σπηλαιώδους και αυτή του τεχνικού, δυσαρμονικού και πολυσχιδούς. Η σύνθεσή τους είναι με γενναίες δόσεις ambient, doom φυσικά black metal, ο ήχος των Βρετανών Abyssal. Με τρεις κυκλοφορίες την τρέχουσα δεκαετία, έχουν καταφέρει να ξεχωρίσουν στο σημερινό underground με αποκορύφωμα τον προηγούμενο δίσκο τους, "Antikatastaseis". Εκεί, ένας λεπτεπίλεπτος συνδυασμός των προαναφερθέντων, έστρεψε τα βλέμματα όσων ήρθαν σε επαφή με τον δίσκο, από διάφορους πιθανούς κλώνους των Ulcerate και των Deathspell Omega. Η τέταρτη λοιπόν κυκλοφορία τους, "A Beacon In The Husk", είχε ήδη σημαντικές περγαμηνές πριν ακουστεί νότα.

Το πρώτο και το τελευταίο κομμάτι του δίσκου ονομάζονται "Dialogue" και "Soliloquy" αντίστοιχα. Τα υπόλοιπα τραγούδια, είναι υποκατηγορίες τριών θεμελιωδών κεφαλαίων. Τα "Recollection", "Discernment" και "Descent" καταλαμβάνουν τον κύριο όγκο των τίτλων αλλά και των συνθέσεων. Η πρώτη επιφανειακή παρατήρηση που μπορεί να γίνει, είναι πως υπάρχει ένα ευδιάκριτο concept. Ακόμη και η ηχητική εξέλιξη του δίσκου, λειτουργεί σαν ένα τερατώδες χαλί που ενισχύει ηχητικά και φορτίζει συναισθηματικά την κεντρική ιδέα. Μέσω της συζήτησης με τον δημιουργό του δίσκου, έγινε αντιληπτό πως η ψυχολογική παράμετρος, βασίζεται πάνω στην κυρίαρχη αντίληψη του Jung για τις ερμηνείες των συμβόλων αλλά και την επιρροή των μύθων στον ψυχισμό του ατόμου.

Σε συνδυασμό λοιπόν με το εξώφυλλο, ο δίσκος είναι μια, διαλεκτικής, ψυχολογικής και κατασκευαστικής σκοπιάς, απόδοση της σύγκρουσης του ατόμου με τον κόσμο γύρο του. Αυτή η ολιστική προσέγγιση, λειτουργεί εις βάρος του πρωταγωνιστή, που αδυνατεί να αντιληφθεί τον κόσμο, να συνδιαλεχτεί με το περιβάλλον του. Η μετάβαση από ένα κοινωνικό πλαίσιο προς μια εσωτερίκευση ιδεών και καταστάσεων, γίνεται ρητά υπό τη σκέπη της Εγελιανής σκέψης, και σε συνδυασμό με τις ψυχολογικές και εκπαιδευτικές θεωρίες για τέτοιες καταστάσεις, είναι στο τέλος ξεκάθαρο, πως ο πρωταγωνιστής δεν μπορεί να ξεφύγει από τον σκόπελο που η ανοησία του δημιούργησε. Η θέληση μάλιστα των Abyssal να προσδώσουν έμμεσα ευρύτερη έννοια στην κατρακύλα του ατόμου.

Έχοντας τα προαναφερθέντα υπ’όψη, ο δίσκος κάπως επιτυγχάνει να γίνει προσιτός. Οι μανιακές κιθάρες σε χαμηλούς ρυθμούς, του "Dialogue", θα θυμίσουν μέσω πυκνότερης ατμόσφαιρας, έντονα τον προκάτοχο του δίσκου. Η ικανότητα των Abyssal να δημιουργούν doom συνθέσεις χωρίς να θυσιάζουν σταγόνα επιθετικότητας, σε συνδυασμό με τα απάνθρωπα φωνητικά, δεν αφήνει περιθώρια διαφυγής και τα ερωτήματα σταδιακά εγείρονται. Στα επόμενα δυο τραγούδια, δηλαδή της "Recollection" φάσης, θα κυριαρχήσουν οι ψίθυροι, τα αργά συνθετικά μέρη με τα βλοσυρά riff, οι έντονες δόσεις ambient ατμοσφαιρών, και γενικότερα ένα εφιαλτικό ηχητικό τοπίο. Η περισυλλογή είναι πάντα απαιτητική και δηλώνει τη μετάβαση από το κοινωνικό επίπεδο στο ατομικό, κάτι που οι συνθέσεις καθιστούν σαφές.

Η "Discernment" τριλογία, περιλαμβάνει τα πιο απαιτητικά και επιθετικά τραγούδια των 58 λεπτών του δίσκου. Από την παράνοια του "The Cloister Beneath The Grime", η οποία όμως συντελείται υπό μια εξαιρετική παραγωγή ειδικά στα τύμπανα, θα οδηγηθούμε στο σημείο καμπής του "A Beacon In The Husk". Το "Khyphotic Suzerains" είναι μεν μια αμιγώς blackened death (οκ διακρίνω την ειρωνία) σύνθεση, είναι όμως, μέσα στη φαινομενική του απλότητα, η πραγματική κορυφή του δίσκου. Οι παρατηρητικές ακροάσεις θα επιτρέψουν στον ακροατή να αντιληφθεί το συνθετικό όργιο, ένα όργιο όπου η εμπλοκή τόσων δομικών συστατικών δεν στερεί πουθενά από τη δυναμική του δίσκου. Οι μελωδίες που ξεπροβάλλουν δε, λειτουργούν σαν μια καλοστημένη παγίδα για τυχόν αγαλλίαση των αυτιών.

Με το γεμάτο μίσος και ανελέητο "II - Discernment: The Triumph Of Fools" να συνεχίζει την επίθεση, λειτουργώντας κυρίως σαν σχολιασμός της ελαφρότητας με την οποία προσπερνάει ο κόσμος αρκετά κρίσιμα ζητήματα, επέρχεται το τέλος της τριλογίας. Η «κάθοδος», η πτώση, η ανάδειξη της αποτυχίας του ατόμου να σκεφθεί, συντελείται στον δίσκο μέσω του "III - Descent: We Who Beheld The Fall Of Axioms". Ηχητικά το κομμάτι αυτό, συνάδει απόλυτα με τη Νιτσε-ική πεποίθηση πως αν γκρεμιστούν οι υπάρχουσες αξιακές νόρμες, ο μέσος ανθρωπος πολύ πιθανό να μετατραπεί σε ένα άβουλο κτήνος, καθώς ήταν πλήρως εξαρτώμενο. Το ομότιτλο δε, συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο, μόνο που, καταφέρνει, στα οκτώ λεπτά που διαρκεί, να προσδίδει μια δυσοίωνη μεγαλοπρέπεια συνοψίζοντας όλες τις εκφάνσεις του δίσκου.

Το "A Beacon In The Husk" έχει απαιτήσεις, αλλά δεν είναι καθόλου υποκρισία. Ξεχωρίζει μάλιστα αρκετά χαρακτηριστικά μέσα στο ιδίωμα που κινείται, όχι γιατί είναι ο διάδοχος του "Antikatastaseis", αλλά γιατί είναι μια ολοκληρωμένη καλλιτεχνική πρόταση. Η κριτική πως οι συνθέσεις δεν μπορούν να σταθούν μεμονωμένα σε σχέση με το όλον, είναι δεκτή, αξίζει όμως να σημειωθεί πως ο δίσκος δημιουργήθηκε συνειδητά έτσι. Η εξαιρετική παραγωγή, οι περίπλοκες συνθέσεις και το μηδενιστικό του concept, συνθέτουν έναν εξαιρετικό και απάνθρωπο blackened death metal δίσκο.

  • SHARE
  • TWEET