Συνέντευξη: Madrugada

Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 23/05/2008 @ 10:31
Οι Νορβηγοί Madrugada διανύουν έντονη κρίση. Ο θάνατος του κιθαρίστα Robert Buras τον περασμένο Ιούλιο σήμανε το τέλος μιας εποχής, και οι πιθανότητες διάλυσης της μπάντας φάνταζαν απειλητικές. Παρά ταύτα, έξι μήνες μετά, οι Madrugada κυκλοφορούν το έκτο τους άλμπουμ και κύκνειο άσμα του Robert. Η ολοκλήρωσή του φέρεται σαν έξοδος από το καλλιτεχνικό πένθος, και η μπάντα, που αγαπήθηκε εδώ όσο πουθενά αλλού, ανανεωμένη, ανακοινώνει μια περιοδεία με τριήμερο σταθμό την Ελλάδα, στις 24, 25 και 26 Μαΐου. Τα ερωτήματα που τίθενται είναι πολλά και στο rocking.gr απαντάει ο τραγουδιστής Sivert Hoyem.

Ξεκινώ με τα συγχαρητήρια για το καινούριο άλμπουμ και τις ευχές μου για το μέλλον των Madrugada, που διανύουν μια δύσκολη εποχή.


Ναι, έχεις δίκιο (γελάει κοφτά και «πικρά»). Σε ευχαριστώ.







Ενώ κανείς δεν το περίμενε, οι Madrugada επέστρεψαν με ένα θλιμμένο άλμπουμ, που φέρει το όνομα του συγκροτήματος. Πρόκειται για το κύκνειο άσμα;


Είναι δύσκολο να απαντήσω. Από τότε που «έφυγε» ο Robert είναι δύσκολο να αποφασίσουμε τί θα κάνουμε. Κατά κάποιο τρόπο ξεκινάμε μια περιοδεία για να βρούμε τί είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε. Να αντιμετωπίσουμε τους οπαδούς μας, να παίξουμε... Θα δούμε. Σίγουρα, το να πάμε στο στούντιο και να γράψουμε ένα καινούριο άλμπουμ είναι μεγαλύτερη απόφαση από το να παίξουμε ζωντανά, κατά τη γνώμη μου. Θα δούμε. Δεν μπορώ να προβλέψω τί θα γίνει στο μέλλον.



Μπορείς να μιλήσεις για τη γραφή και την ηχογράφηση αυτού του άλμπουμ;


Για μας ήταν μια επιστροφή στη βάση μας. Είχαμε προσλάβει έναν παραγωγό για το “Deep End” και είχαμε πάει στο Los Angeles για να ηχογραφήσουμε σε ένα μεγάλο διάσημο στούντιο κλπ. Όμως δεν μας ικανοποίησε πραγματικά το αποτέλεσμα. Μας φάνηκε πολύ «καθαρό», ενώ προτιμάμε τις πιο σκοτεινές και βρώμικες παραγωγές. Θέλαμε να επιστρέψουμε στη συνεργασία μας με τον John Agnello. Ανέλαβε τη μίξη του side-project του Robert, που λεγόταν My Midnight Creeps, κι έτσι «ξανακολλήσαμε» μαζί του. Είχαμε συνεργαστεί μαζί του στο “Industrial Silence” και στο “The Nightly Disease” και πιστεύουμε πως είναι αυτός που απέδωσε καλύτερα από όλους τον ήχο της μπάντας. Είναι αυτός που μας καταλαβαίνει καλύτερα, πιστεύω, και ήταν πραγματικά ωραία που συνεργαζόμασταν μαζί του ξανά, στο στούντιο της Water Music στο Hoboken (σ.σ.: New Jersey). Γράψαμε κομμάτια ο καθένας μας ξεχωριστά και όλοι μαζί, αλλά ένα μέρος του άλμπουμ το έγραψα εγώ μόνος μου. Όχι όλο το άλμπουμ, κάποια τραγούδια. Πήγαμε στη Νέα Υόρκη και αρχίσαμε να ηχογραφούμε για να δούμε πώς θα λειτουργούσαν οι νέες συνθέσεις. Ήταν δεκατέσσερις πολύ παραγωγικές μέρες και οι νέες συνθέσεις λειτουργούσαν πραγματικά καλά.



Εφόσον η μέθοδος ήταν κατά κάποιο τρόπο η επιστροφή στις ρίζες των Madrugada, μπορείς να συγκρίνεις το καινούριο άλμπουμ με τα προηγούμενα;


Υποθέτω πως ακούγεται πιθανότατα αρκετά κοντά στο δεύτερο (σ.σ.: “The Nightly Disease”, 2001). Ηχεί σκοτεινό και βρώμικο. Είναι καλός σε αυτό ο Johnny. Φτιάχνει ιδιαιτέρους ήχους που δεν μοιάζουν με το rock του ‘70 ή του ’60, αλλά έχουν ένα στοιχείο απροσδιορίστου ημερομηνίας και αυτό μας ταίριαξε. Γίνεται όλο και καλύτερος. Ξέρεις, τώρα συνεργάζεται με τους Sonic Youth, με τον Thurston Moore, με τον J. Mascis και τους Dinosaur Jr. Έχει κάνει ενδιαφέρουσες δουλειές.



Μπορείς να βρεις μέσα στο καινούριο άλμπουμ στοιχεία από τους μουσικούς που επηρέασαν τους Madrugada;


Είχαμε συχνά κατά νου τους Stooges. Σε τραγούδια όπως το “Hour Of The Wolf” και κυρίως το “Look Away Lucifer”, θέλαμε να φτιάξουμε μια πιο blues / folk έκδοση των Stooges. Ξέρεις πάντα λατρεύαμε τον Iggy και τους Stooges. Για τα περισσότερα όμως τραγούδια δεν μιλήσαμε για επιρροές. Απλά συνδέσαμε τους ενισχυτές και παίξαμε τα κομμάτια. Δεν θυμάμαι να υπήρξαν πολλές συζητήσεις για μουσικές επιρροές κατά την ηχογράφηση αυτού του άλμπουμ. Σίγουρα κάποια άλμπουμ των Pink Floyd από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 αναφέρθηκαν μέσα στο στούντιο (γελάει), αλλά αυτό έγινε για το concept, όχι για τη μουσική. Πάντως ακούγαμε πολλή μουσική. Θυμάμαι ότι ακούγαμε πολλά τραγούδια των Pogues και του Johnny Thunders εκείνη την εποχή. Δεν μιλούσαμε όμως για επιρροές και νομίζω πως είναι καλύτερα έτσι.







Μίλησες για τον Iggy Pop και τους Stooges. Πριν μερικά χρόνια παίξατε σε μια συναυλία στην Ελλάδα μαζί (σ.σ.: 6/7/04, στο θέατρο Πέτρας, στην Πετρούπολη). Υπάρχουν αναμνήσεις; Τον γνωρίσατε;


Τον συναντήσαμε για πολύ λίγο. Έχουμε μια φωτογραφία μαζί του! (γελάει) Δεν καταφέραμε να του μιλήσουμε πολύ, απλά χαιρετηθήκαμε. Δεν περιμέναμε κάτι περισσότερο και δεν νομίζω πως θα είχα να του πω τίποτα, ούτως ή άλλως... Παραείμαι φαν του Iggy για να του πιάσω κουβέντα για οτιδήποτε. (γελάει)



Επίσης, ανέφερες το “Look Away Lucifer”, που ομολογώ πως είναι το αγαπημένο μου κομμάτι του άλμπουμ...


Α, ωραία!



Θα ήθελα να σε ρωτήσω σε τί αναφέρονται οι στίχοι και ακόμη αν συμφωνείς με την άποψή μου ότι αυτό το κομμάτι έχει κάτι από Dylan.


Ναι... Υπάρχει κάτι από Dylan. Ήταν μια από τις λίγες φορές που χρησιμοποιήσαμε σημεία αναφοράς. Ο Dylan ήταν η μία, οι Stooges ήταν μια άλλη. Ξέρεις, από το “Raw Power”, όπως στο “Gimme Danger” και λίγο από την ακουστική πλευρά. Οι στίχοι μιλάνε για κάτι πολύ προσωπικό. Για ένα φίλο μου που είχε πρόβλημα εθισμού στα ναρκωτικά και μου ζητούσε συνέχεια χρήματα για να πάρει τη δόση του. Όταν αγαπάς τον άλλο είναι δύσκολο να αρνηθείς, θέλεις να βοηθήσεις, όποιο κι αν είναι το πρόβλημα. Μετά από λίγο καιρό κατάλαβα ότι όσα χρήματα του έδινα τα χρησιμοποιούσε για να αγοράζει ηρωίνη. Σε αυτό αναφέρεται το τραγούδι. Σε μια συνάντησή μας σε ένα μπαρ, όπου μου ζήτησε ξανά λεφτά για να αγοράσει ναρκωτικά. Σε όλα εκείνα τα συναισθήματα, η φιλία, η κοροϊδία... Δεν περιγράφω όμως κάτι συγκεκριμένο... Πολλοί πιστεύουν ότι το έγραψα για τον Robert. Δεν έχει σχέση με τον Robert.



Μπορείς να μας μιλήσεις για τις τελευταίες μέρες του Robert Buras;


Δεν μπορώ. Δεν μπορώ να πω πώς πέθανε, γιατί δεν ξέρω τί ακριβώς προκάλεσε το θάνατό του. Η οικογένειά του αποφάσισε να μην κάνει κάποια επίσημη δήλωση σχετικά με αυτό. Αυτό με φέρνει σε δύσκολη θέση, αλλά είναι επιλογή μου να σεβαστώ αυτή την απόφαση. Ο Robert είχε μια δύσκολη και έντονη ζωή. Αυτό δεν είναι μυστικό. Όταν συνέβη, είχε γλεντήσει πολύ και έχουμε φτάσει σε μια ηλικία που μερικές φορές η καρδιά δεν μπορεί να αντέξει αυτόν τον τρόπο ζωής. Είναι δύσκολο να πει κανείς τί ακριβώς συνέβη. Την προηγούμενη μέρα κάναμε πρόβα και ήταν στο σπίτι μου. Θα πήγαινε σε μια συναυλία του Chuck Berry. Είχε γλεντήσει και πήγαμε από το σπίτι μου. Ήπιαμε λίγες μπύρες και του έψησα κρέας, για να φάει κάτι. Η τελευταία φορά που τον είδα ήταν στο δρόμο, καθώς έφευγε και τραγουδούσε ένα τραγούδι του Chuck Berry... Την άλλη μέρα το απόγευμα μου τηλεφώνησαν για να μου πουν ότι τον βρήκαν νεκρό.







Υπάρχει μια φήμη ότι τον βρήκαν νεκρό να κρατάει την κιθάρα του...


Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Ήταν καθιστός με την κιθάρα στα χέρια. Είναι αλήθεια, έτσι τον βρήκαν.



Ποιά είναι η καλύτερη ανάμνηση από τον Robert Buras, που θα κρατήσεις για πάντα;


Υπάρχουν τόσες πολλές... Ξέρεις, είχαμε ζήσει μαζί. Μοιραζόμασταν ένα διαμέρισμα στο Όσλο. Γράφαμε συνέχεια τραγούδια. Ξενυχτούσαμε ακούγοντας μουσική και κάναμε όνειρα για το μέλλον, ενώ δεν είχαμε καν αρκετά χρήματα για φαγητό. Εκείνες ήταν μέρες ευτυχίας...



Ας περάσουμε σε κάτι πιο ευχάριστο.


Ναι.



Η Ελλάδα είναι μια από τις πρώτες χώρες που «αγκάλιασε» τη μουσική σας. Ποιά είναι η σχέση σας με τους Έλληνες οπαδούς;


Νιώθω πολύ «ταπεινός» μπροστά στον τρόπο που οι Έλληνες «αγκάλιασαν» τη μουσική μας και μπροστά στα έντονα συναισθήματά τους. Είναι κατά κάποιο τρόπο ένα μυστήριο για μένα. (γελάει) Δεν ξέρω γιατί αρέσαμε στον κόσμο τόσο πολύ. Αλλά, ειλικρινά, είμαι πολύ ευτυχής για αυτό. Ξέρω ότι είμαστε μια πολύ καλή μπάντα και με χαροποιεί το γεγονός ότι οι Έλληνες το αναγνώρισαν. Δεν συνέβη σε όλο τον κόσμο. Όποτε παίζαμε ζωντανά στην Ελλάδα, το κοινό έδειχνε να καταλαβαίνει πως, όταν πηγαίνεις σε μια συναυλία, πρέπει να επενδύσεις κάτι από τον εαυτό σου, για να περάσεις μια ωραία βραδιά. Δεν μπορείς απλά να στέκεσαι εκεί με σταυρωμένα τα χέρια και να περιμένεις να σε διασκεδάσουν. Το rock δεν λειτουργεί έτσι. Πρέπει να μοιραστείς τη δουλειά. Χρειάζεται μια πραγματική ανταλλαγή ενέργειας ανάμεσα στην μπάντα και το κοινό και, στην Ελλάδα, ο κόσμος δείχνει να παίρνει αυτό το πράγμα πολύ σοβαρά και το λατρεύω αυτό.







Σχετικά με την προσεχή συναυλία σας στην Ελλάδα, για την οποία πολλοί οπαδοί σας αδημονούν, υπάρχει το αίσθημα ότι πρόκειται για ένα «αντίο». Τι πιστεύεις για αυτό;


Πραγματικά, ελπίζω πως δεν θα είναι ένα «αντίο». Κάνουμε πρόβες με την μπάντα εδώ και δεκατέσσερις μέρες και είναι μια πολύ καλή νέα μορφή της μπάντας. Προσλάβαμε δύο κιθαρίστες, τον Alex (σ.σ.:Alex Kloster-Jensen) από την μπάντα του Robert, τους My Midnight Creeps, και τον Cato Salsa από τους Cato Salsa Experience. Οι δύο μπάντες, και του Alex και του Cato, ανήκουν στην ίδια γενιά της Νορβηγικής rock σκηνής με τους Madrugada και είναι φίλοι μας. Ο Alex ήταν ο καλύτερος φίλος του Robert ή τουλάχιστον ένας από τους καλύτερους φίλους του, γιατί είχε πολλούς φίλους. Είχε παίξει μαζί μας το 2004 στη συναυλία μας στην Ελλάδα, όταν «ανοίξαμε» για τον Iggy. O Cato έχει περιοδεύσει μαζί μας. Μου δίνουν αυτοπεποίθηση. Θα ήταν σχεδόν αδύνατο για μας να φτιάξουμε ξανά μια μπάντα και να παίξουμε, αν δεν υπήρχαν ο Alex κι ο Cato. Είναι άνθρωποι που αισθανόμαστε μουσικά κοντά μας. Ανήκουμε στην ίδια μουσική γενιά. Δεν χρειάζεται να τους εξηγήσουμε τίποτα, ούτε χρειάζεται να μιμηθούν το στυλ του Robert. Ξέρεις, ο Robert ήταν έντονα επηρεασμένος από τον Alex και τον ενέπνεε πολύ το παίξιμό του στην κιθάρα. Φυσικά αυτό ισχύει και προς την αντίθετη κατεύθυνση. Είναι δύο εξαιρετικοί rock’n’roll μουσικοί. Δεν με ανησυχεί η «ποιότητα» της μπάντας. Το ερώτημα είναι ποιά θα είναι η αίσθηση του κόσμου, των οπαδών και η δική μας. Υπάρχουν πολλά συναισθήματα που μπλέκονται και δεν μπορείς να αποφασίσεις. Δεν μπορείς να το πιέσεις. Πρέπει απλά να βγεις, να παίξεις και να δεις τί θα συμβεί.



Ο ντράμερ Simen Vangen έφυγε από τους Madrugada, αλλά συνεργάστηκε μαζί σου στα πλαίσια του πρώτου προσωπικού σου άλμπουμ “Ladies And Gentlemen Of The Opposition” (2004). Θα συνεχιστεί η συνεργασία σας και ποιά είναι τα σχέδιά σου σχετικά με την σόλο καριέρα σου;


Ο Simen δεν είναι πια μέλος της σόλο μπάντας μου. Στην πραγματικότητα μου αρέσει πολύ να παίζω μόνος μου, όπως στις δύο συναυλίες που έκανα στην Ελλάδα πριν ένα μήνα. Το απολαμβάνω αυτό. Δεν ξέρω τί θα κάνω στο μέλλον, δεν έχω σχέδια για έναν καινούριο δίσκο με τους Volunteers ή τους Opposition. Έχω μερικές ιδέες για κάποιο σόλο folk rock άλμπουμ, με πιο ωμό ήχο, και ίσως για κάτι πιο punk, αλλά δεν ξέρω ακόμα.



Κάτι κοντά στο ύφος των Stooges;


Μάλλον πιο κοντά στον Jonathan Richman ή τον Johnny Thunders. Ίσως και όχι (γελάει). Δεν ξέρω αν θα ηχεί έτσι αλλά τέτοια είναι η μουσική που ακούω αυτή την εποχή. Θα ήταν ωραία να κάνω κάτι που να είναι μόνο «ηλεκτρικό», αλλά εγώ βάζω πάντα κάποιο folk / country στοιχείο. Θα ήθελα να φτιάξω κάτι βασισμένο στην κιθάρα και τη φωνή μου και μετά να προσθέσω όργανα που θα χτίσουν έναν βαρύτερο ήχο. Όχι όμως τον ήχο μιας πλήρους μπάντας. Στην πραγματικότητα δεν ξέρω τί θα κάνω. Προς το παρόν προέχει η περιοδεία με τους Madrugada. Ομολογώ πως αυτήν την περίοδο νοιώθω λίγο σκουριασμένος και ελπίζω πως οι συναυλίες με τους Madrugada θα μου δείξουν τη νέα κατεύθυνση. Ίσως συνεχίσω με αυτή την νέα μορφή των Madrugada, ίσως αφιερωθώ σε κάποιο σόλο project... Θα κάνω αυτό που έκανα πάντα, θα προχωρήσω εκεί που με πηγαίνει η μουσική. Δεν έχω κάποιο σχέδιο και δεν μου αρέσει να κάθομαι και να κάνω σχέδια. Δεν είμαι έτσι.




Ποια είναι η δραστηριότητα της Malabar Recording Company;


Δεν έχει καμία δραστηριότητα προς το παρόν. Τη φτιάξαμε για να βγάλει το δικό μας άλμπουμ και αυτό είναι το μόνο που έχει κάνει ως τώρα. Αλλά, κατά κάποιο τρόπο, αρχίζει και αποκτά τη δικιά της ζωή, ως δισκογραφική, και ίσως στο μέλλον υπάρξουν κι άλλες κυκλοφορίες. Φτιάξαμε ένα επαγγελματικό στούντιο στο Όσλο και σίγουρα θα γίνει δουλειά εκεί. Στον Frode (σ.σ.: Frode Jacobsen, μπασίστας των Madrugada) αρέσει πολύ ο ρόλος του παραγωγού. Εγώ προσωπικά δεν έχω τόσο ταλέντο σε αυτό. Ξέρω τί μου αρέσει όταν το ακούω, αλλά δεν θέλω να μπαίνω στην τεχνική διαδικασία, γιατί δεν είμαι πολύ εφευρετικός ως προς αυτό. Σίγουρα θα ηχογραφήσω κάποια άλμπουμ σε αυτό το στούντιο που θα κυκλοφορήσουν από την Malabar Recording Company, η οποία εξαρχής δημιουργήθηκε για να κυκλοφορεί τα άλμπουμ των Madrugada κι άλλες δικές μας ηχογραφήσεις.



Ανάμεσα στις καινούριες μπάντες της alternative rock σκηνής, υπάρχουν κάποιες που θεωρείς ενδιαφέρουσες;


Δεν παρακολουθώ πολύ τις καινούριες μπάντες. Πιστεύω πως κατά κάποιο τρόπο έχουμε αλλάξει γενιά. Μερικοί από τους νέους καλλιτέχνες είναι έντονα συνδεδεμένοι με τη μόδα κυρίως λόγω του internet. Σήμερα έχεις συνεχώς πρόσβαση σε διάφορα είδη της μουσικής και ίσως αυτό οδηγεί σε συγκροτήματα κατευθυνόμενα από την εικόνα. Για να το πω αλλιώς, οι νέες μπάντες μοιάζουν να παραείναι «κατάλληλες». Έχουν τις κατάλληλες αναφορές, έχουν την κατάλληλη εμφάνιση και κάνουν τα πάντα με τον κατάλληλο και σωστό arty τρόπο. Προσωπικά πιστεύω πως το παρακάνουν. Μου άρεσε περισσότερο η εποχή που έπρεπε να ψάξεις τη μουσική και αν δεν έβρισκες αυτό που ήθελες ίσως έβρισκες κάτι άλλο. Πολλά «όχι-και-τόσο-κατάλληλα» στυλ βγήκαν από αυτό και... Δεν ξέρω... Ίσως απλά μεγαλώνω (γελάει). Μου αρέσουν μερικές αμερικάνικες μπάντες όπως οι My Morning Jacket και οι Band Of Horses, που ίσως δεν είναι και τόσο καινούριες.



Πόσο δύσκολο είναι για ένα Νορβηγό μουσικό να γίνει αποδεκτός από τον αγγλοσαξονικό κόσμο;


Δεν είναι πλέον τόσο δύσκολο. Παλιότερα ήταν, αλλά μερικοί μουσικοί που προβάλλονται τώρα τα καταφέρνουν αρκετά εύκολα. Οι Serena Maneesh και οι 120 Days ας πούμε, έχουν «περάσει» και τα πράγματα πάνε πολύ καλά για αυτούς. Δεν ήταν πάντα έτσι. Αν οι Madrugada ήταν μια βρετανική ή μια αμερικανική μπάντα θα είχαμε σίγουρα μεγαλύτερη επιτυχία. Πάντα υπήρχε πολύ ταλέντο σε αυτή την μπάντα και πιστεύω πως αξίζαμε λίγη περισσότερη επιτυχία. Στο σημερινό κόσμο μπορείς να φτάσεις όπου θέλεις, αλλά πιθανότατα βοηθάει και το να είσαι Αμερικάνος ή Άγγλος.



Ποια πιστεύεις πως είναι η συνεισφορά των Madrugada στον ήχο του alternative rock, μετά από δώδεκα χρόνια πορείας;


Δεν πιστεύω πως είμαστε μέρος του alternative rock. Εμείς κυρίως κοιτάγαμε τη δουλειά μας. Δεν αισθάνομαι πως ανήκουμε σε κάποια σκηνή. Απλά παίζαμε και πηγαίναμε εκεί που ο κόσμος ήθελε να ακούσει τη μουσική μας. Δεν ξέρω αν έχουμε συνεισφέρει σε κάτι.







Σε τί διαφέρει η καλλιτεχνική σου έκφραση, αν συγκρίνεις τους Madrugada με τις προσωπικές σου δουλειές;


Τον τελευταίο καιρό, σχετικά με τη μουσική που γράφω, τα πιο rock κομμάτια πηγαίνουν στους Madrugada και χρησιμοποιώ τα πιο μελωδικά και folky στις προσωπικές μου δουλειές. Κατά κάποιο τρόπο, όταν γράφω ένα κομμάτι, ξέρω ενστικτωδώς αν ταιριάζει σε δίσκο των Madrugada ή όχι. Οι Madrugada έχουν ένα συγκεκριμένο στυλ. Είναι βαρύ, σκοτεινό, μεγάλο σε διάρκεια και προσανατολισμένο προς το rock. Αντιθέτως, τα μικρά folky και ίσως πιο «αστεία» κομμάτια πάνε στα άλλα μου άλμπουμ. Μετά από τόσα χρόνια ξέρω σχεδόν αυτόματα πού ταιριάζει το κάθε κομμάτι.



Αν ήσουν το μόνο από τα ιδρυτικά μέλη που απέμενε στους Madrugada, θα συνέχιζες να παίζεις κάτω από αυτό το όνομα;


Όχι. Δεν θα το έκανα αυτό. Υπάρχουν μερικά κομμάτια των Madrugada, τα οποία θα συνέχιζα να παίζω ακόμα και στη σόλο καριέρα μου. Κάποια τραγούδια, που έγραψα εγώ και σημαίνουν πολλά για μένα. Αλλά, φυσικά δεν θα έκανα αυτό που λες.



Έχεις κάποιο μήνυμα για τους Έλληνες οπαδούς, που περιμένουν τη συναυλία;


Όχι. Απλά, ανυπομονούμε να τους δούμε και να περάσουμε καλά. Είναι οι καλύτεροι, ξέρεις.



  • SHARE
  • TWEET