Συνέντευξη: London After Midnight

30/01/2008 @ 04:19
Η επίσκεψη των «γοτθικών» London After Midnight στη χώρα μας αποτέλεσε σίγουρα ένα από τα πιο σημαντικά συναυλιακά δρώμενα του 2007, όσον αφορά στη gothic / dark wave σκηνή. Με αφορμή αυτή την εμφάνιση λοιπόν, κι έχοντας ένα ολοκαίνουριο άλμπουμ στις αποσκευές τους, ξεκλέψαμε λίγο από τον χρόνο του Sean Brennan, ψυχή και φωνή του γκρουπ, για να τους γνωρίσουμε λίγο καλύτερα.



Λοιπόν, για να αρχίσουμε αυτή τη συνέντευξη, θα ήθελα να μας πεις λίγα λόγια για το καινούριο άλμπουμ των London After Midnight, “Violent Acts Of Beauty”. Πρόκειται για ένα concept άλμπουμ ή όχι;
Δεν ήταν στις προθέσεις μου να κάνω ένα τέτοιου είδους άλμπουμ. Αν όμως το ακούσει κάποιος ολόκληρο θα διαπιστώσει πως τα τραγούδια αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και λειτουργούν συνολικά σα να πρόκειται για concept άλμπουμ. Κάθε τραγούδι έχει την δική του ταυτότητα και φέρει ένα συγκεκριμένο λόγο, όπως τα προβλήματα που προβάλλονται στην αρχή (“The Beginning Of The End”), η αποτελεσματική αντίδραση (“Feeling Fascist?”), ο κόσμος που κατηγορεί κάποιους άλλους για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται (“Heaven Now”, “Nothing’s Scared”) και πάει λέγοντας, μέχρι που ερχόμαστε στα κομμάτια που πραγματεύονται την προσωπική δυσλειτουργία και παράνοια (“Love You To Death”) και τον αποκαλυπτικό τόνο στο “The Pain Looks Good On You”, όπου δηλώνεται παντού το πόσο “fucked- up” είναι τα πράγματα μέσα στο κεφάλι μας και φτάνουμε στο σημείο να διασκεδάζουμε αυτές τις δυσλειτουργίες δημοσίως, χωρίς να επιθυμούμε να κάνουμε κάτι για να τις διορθώσουμε. Ο κόσμος μπορεί να αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο μόνο αν το επιθυμεί. Αλλά λίγοι άνθρωποι θέλουν στην πραγματικότητα να προσπαθήσουν για να πάει αυτός ο κόσμος προς το καλύτερο. Και όλο αυτό είναι το μήνυμα που βγαίνει από το άλμπουμ.

Γιατί σας πήρε τόσο (σ.σ.: 9 χρόνια) για να κυκλοφορήσετε καινούριο studio άλμπουμ;
Υπήρξαν κάποιες καθυστερήσεις και κάποιοι λόγοι για τους οποίους σκοπίμως περίμενα να κυκλοφορήσω αυτό το άλμπουμ μέχρι να είναι κατάλληλες οι συνθήκες. Το τελευταίο London After Midnight cd, “Oddities”, κυκλοφόρησε το 1998. Περιελάμβανε κάποια ακυκλοφόρητα, μέχρι τότε, κομμάτια και κάποια παλιότερα από live εμφανίσεις, τα οποία αποτέλεσαν ουσιαστικά την ολοκαίνουρια εικόνα τους, δηλαδή νέα μουσική με τους ίδιους στίχους. Έπειτα επανακυκλοφόρησαν τα “Selected Scenes From The End Of The World” και “Psycho Magnet” το 2003, με μερικά ακυκλοφόρητα κομμάτια. Έπειτα το ολοκαίνουριο “Fear” που κυκλοφόρησε στο soundtrack του “Saw II” το 2006. Οπότε υπήρξε δραστηριότητα ανάμεσα στο “Oddities” και το καινούριο άλμπουμ. Αλλά επίσης συνέβησαν και μερικά πράγματα που καθυστέρησαν την κυκλοφορία του “Violent Acts Of Beauty”: προσπαθούσα να κλείσω κάποιες συμφωνίες με εταιρείες για το νέο άλμπουμ που, για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν πήγαν καλά. Η μία στην Αμερική χρεοκόπησε, η άλλη ήθελε να έχει τον πλήρη έλεγχο στη μουσική που γράφω. Κι έτσι όλο αυτό έφαγε άλλα δυο χρόνια.
Επίσης, όλο αυτό το διάστημα συνέχιζα να γράφω μουσική κι έτσι τα καινούρια τραγούδια που μαζεύονταν και οι συναυλίες που δίνονταν αυτό το διάστημα έχτισαν το καινούριο άλμπουμ. Άρα οι London After Midnight δεν ήταν απόντες αυτά τα εννιά χρόνια. Και όλα έγιναν ιδανικά για να κυκλοφορήσει επιτέλους το “Violent Acts Of Beauty”.

Γιατί αποφάσισες να το ονομάσεις “Violent Acts Of Beauty”; Τι ακριβώς είχες στο μυαλό σου;
Ο τίτλος ήταν ένα είδος διαστροφής που μου προκάλεσαν οι γιγαντιαίες αφίσες που είδαμε τόσο πολύ στις Ηνωμένες Πολιτείες που έλεγαν “practice random kindness and senseless acts of beauty”. Ενώ η ορθολογική βάση πίσω από αυτό είναι ok, ο κόσμος εδώ στην Αμερική πιστεύει πως δεν πρέπει να κάνεις κάτι για να καλυτερέψεις τα πράγματα. Σκέφτονται πως με το να το προβάλλεις όλο αυτό, καλυτερεύεις τα πράγματα ενώ το συνεχίζουν με τον καταστροφικό τρόπο ζωής τους. Και αυτό οδηγεί στο θέμα του “Violent Acts Of Beauty” για τη ματαιοδοξία, την αλαζονεία και το πώς η εικόνα (αυτό που φαίνεται) είναι το πιο σημαντικό πράγμα σήμερα. Το συγκεκριμένο άλμπουμ είναι μια ένδειξη διαμαρτυρίας για το να αρχίσουμε να κάνουμε πράγματα για τη μεγάλη αλλαγή και να γίνουμε επιτέλους όλοι ανυπόληπτοι πολίτες κι επίσης, θέλει να επιτεθεί στην ιδεολογία του «φαίνεσθε». Το cd και ιδιαίτερα το “Feeling Fascist?” έχει σα σκοπό να εναντιωθεί στο φασισμό. Ο σοσιαλισμός πρέπει να φαίνεται σα λύση απέναντι στο φασισμό, γι’ αυτό και αρτιστικά χρησιμοποίησα στοιχεία από τη «soviet» εποχή για να παρουσιάσω το όλο concept και οπτικά. Αυτό είναι το κυρίως μήνυμα, αν και υπάρχουν και υποδεέστερα, όπως το συρματόπλεγμα. Τι σημαίνει; Ποιου η γροθιά είναι αυτή; Υπάρχουν άλλες έννοιες στο booklet μεταξύ όλων αυτών των φωτογραφιών; Όλα αυτά θα τα ανακαλύψει ο υποψήφιος ακροατής. Το τραγούδι “The Kids Are All Wrong” είναι μια απομίμηση του “The Kids Are All Right” των The Who. Είναι ένα είδος σύγκρισης μεταξύ του τότε και του τώρα, όπου την δεκαετία του ‘60 και του ‘70 είχαμε ένα πολύ ενεργό νεανικό κίνημα που προσπαθούσε να αλλάξει τον κόσμο προς το καλύτερο, όσον αφορά στα κοινωνικοπολιτικά θέματα, ενώ τώρα όλα αυτά έχουν αλλάξει.

Από πού εμπνέεσαι για να γράψεις μουσική, όπως για παράδειγμα τα “Sacrifice” και “Nightmare”;
Όλα τα τραγούδια του πρώτου άλμπουμ γράφτηκαν με την προοπτική μιας νεκρής μουσικής σκηνής. Στις αρχές των 90s, όπου έφτιαξα τους London After Midnight, η goth σκηνή ήταν μέρος / κομμάτι της μετά - punk σκηνής, η οποία ήταν κοινωνικά άγρυπνη και πολιτικά ενεργή. Με έναν πρόχειρο υπολογισμό, όσο η punk σκηνή άρχισε να τείνει στο μηδέν, η goth σκηνή άρχιζε να ανακτά μια εμμονή με την εικόνα και μόνο, και άρχισε να αγκαλιάζει μπάντες που αντέγραφαν παλιότερες, σαν τους Sisters Of Mercy κι έπειτα κακούς death rock κλώνους. Είδα αυτό το φαινόμενο να αρχίζει να καρποφορεί και εν μέρει το πρώτο άλμπουμ είναι ένα παράπονο για το επερχόμενο κληροδότημα, από το οποίο πίστευα πως υπήρχε η μόνη ελπίδα για κοινωνική επαγρύπνηση στη μουσική σκηνή. Έτσι υπάρχει το θέμα του ρομαντικού κληροδοτήματος και του σκοτεινού μέλλοντος που θα ερχόταν. Οι Byron επιρροές είναι δεδομένες, καθώς επίσης και το ρομαντικό όραμα πως κάτι φτάνει στο τέλος του, εξ ου και ο τίτλος, “Selected Scenes From The End Of The World”. Αυτό διακρίνεται σε όλο το άλμπουμ και ιδιαίτερα στα “Sacrifice” και “Nightmare” όπου ο θάνατος και η νύξη στο τραγικό τέλος είναι παρόντες. Υπάρχουν όμως και ειρωνικά στοιχεία, ειδικά στο “Nightmare”, το οποίο χαρακτηρίζω σαν μαύρη κωμωδία, ενώ το “Sacrifice” είναι μια πιο ρομαντική άποψη μιας ανώφελης σχέσης, η οποία είναι παθιασμένη αλλά ταυτόχρονα καταδικασμένη να αποτύχει.

Θεωρείστε ένα από τα μεγαλύτερα γκρουπ στην gothic / dark σκηνή. Πώς αισθάνεστε για αυτό;
Εκτιμώ οποιαδήποτε υποστήριξη δίνει ο κόσμος στους London After Midnight. Αλλά πάντα πίστευα πως οι London After Midnight αποτελούσαν ρεύμα διασποράς σε σχέση με τους «Αρχηγούς».

Είναι δύσκολο να βρίσκεσαι στην κορυφή από το 1990;
Είναι δύσκολο που ο κόσμος έχει μια εντύπωση για σένα όλο αυτό το διάστημα που δεν είναι ορθή. Ίσως οι London After Midnight να είναι ευρέως γνωστοί σαν συγκρότημα, αλλά επίσης είναι και πολύ διαφορετικοί από τα άλλα σχήματα που χαρακτηρίζονται σαν goth. Και δεν απαιτώ να ανήκω σε κάποιο τέτοιου είδους σχήμα. Απλά γράφω μουσική και δεν την κατηγοριοποιώ. Πάλι, εκτιμώ την υποστήριξη της gothic σκηνής αλλά είναι που νιώθω πως η μουσική μου και οι ιδέες μου δεν είναι συμβατές με αυτές άλλων γκρουπ που ικανοποιούνται να αντιγράφουν παλιότερες μπάντες και να κυκλοφορούν unoriginal μουσική χωρίς κοινωνικά αναγνωρίσιμα στοιχεία. Το goth ήρθε από το punk, το punk γεννήθηκε από την κοινωνική επανάσταση. Χωρίς κάποια θεμελιώδη βάση αληθινά ανατρεπτικού περιεχομένου, η σκηνή / το ρεύμα είναι άδειο. Και τα τατουάζ ή το piercing δεν είναι ανατρεπτικά στοιχεία - η ιδεολογία και η επανάσταση είναι. Το να ενημερώνουμε τον κόσμο για το τι κακό γίνεται καθημερινά και να προσπαθούμε να το αλλάξουμε είναι. Η gothic σκηνή έχει μετατραπεί σε ματαιοδοξία και αυταρέσκεια, ασχολείται μόνο με την εικόνα της όπως ακριβώς και η mainstream σκηνή. Οι αντεπιτιθέμενες κουλτούρες πρέπει να αντεπιτίθενται σε κάτι. Επί του παρόντος, δεν υπάρχουν αντεπιτιθέμενες κουλτούρες πια. Πάλι, είναι η ουσία που επιτίθεται, όχι η εικόνα.

Πώς αισθάνεσαι για αυτή την επιρροή που έχεις στους εφήβους που θέλουν να σου μοιάσουν (εξωτερικά);
Θα προτιμούσα να ενδιαφέρονται για το πώς σκέφτομαι και ποιες είναι οι αιτίες για αυτό και όχι για το πώς δείχνω. Δυστυχώς στη show business η εικόνα είναι ένας παράγοντας που πρέπει να βγαίνει προς τα έξω. Αλλά πραγματικά, το «φαίνεσθε» είναι ένα τίποτα. Η ιδεολογία είναι πιο σημαντική.

Η όλη εμφάνιση του γκρουπ και η δική σου έχουν προκαλέσει την κοινή γνώμη στο παρελθόν. Αυτό είναι κάτι που επιδιώκεις ή όχι;
Το εξωτερικό κομμάτι είναι μόνο ένα μικρό μέρος. Υπάρχουν τόσα άλλα για τα οποία έχουμε προκαλέσει. Αν ο κόσμος κολλάει μόνο στην εικόνα, αυτό δηλώνει κάτι για αυτόν, ότι δηλαδή είναι ρηχός.



Ποιος διαλέγει τα ρούχα και το styling σου;
Εγώ.

Αισθάνεσαι πως πρέπει να είσαι προσεκτικός όταν γράφεις στίχους / τραγούδια;
Όχι, γιατί δεν γράφω αρνητικά τραγούδια. Γράφω ό,τι θέλω να γράψω ή ό,τι νιώθω πως πρέπει να υποθεί. Στο νέο άλμπουμ πολλοί στίχοι είναι αντιφατικοί, ιδιαίτερα για τους Αμερικανούς εξαιτίας της ανατρεπτικής τους φύσης. Όπως στο “America’s F**kind Disease” για παράδειγμα. Το τραγούδι μιλάει για την επιθυμία πολλών Αμερικανών που θέλουν να είναι οι καθοδηγητές και την ανάγκη να είναι σκληροί όταν έχουν την εξουσία. Απειλήθηκα, με αποκάλεσαν τρομοκράτη και άλλα, μόνο και μόνο επειδή εξέφρασα αυτά που σκεφτόμουν στο παρελθόν. Αλλά αυτό δεν με σταμάτησε γιατί αυτά τα πράγματα πρέπει να ειπωθούν.

Ποιο είναι το αγαπημένο σου London After Midnight άλμπουμ; Ποιο προτιμάς περισσότερο;
Αδιαμφισβήτητα το μακράν αγαπημένο μου London After Midnight άλμπουμ είναι το τελευταίο. Είναι το πιο προσωπικό, το πιο αναμειγμένο σε αυτά που πιστεύω και το πιο σημαντικό. Τα τραγούδια είναι όλα μέρος του εαυτού μου, περισσότερο και από τις προηγούμενες κυκλοφορίες μας.

Τι είδος μουσικής προτιμάς να ακούς όταν βρίσκεσαι στο σπίτι;
Τελευταία ακούω παράξενες και σπάνιες κυκλοφορίες από μουσική ταινιών ή μουσική «διαμαρτυρίας» των 60s και 70s, μουσική από το μαύρο ρεύμα του ‘70, ή και μουσική από το ‘60 όπως ο Bob Dylan. Όλα αυτά είναι γεμάτα με τόση ενέργεια, οι καλλιτέχνες εκείνης της εποχής ήταν καταπληκτικοί, γεμάτοι επαναστατικότητα και επιθετικότητα. Επίσης, μου αρέσουν παλιά ακούσματα γενικά, κάποιο ενδιαφέρον υλικό από pop του ‘60 όπως η Βίκυ Λέανδρος με το “L’ Amour Est Bleu” ή άλλα περίεργα νέο / ρετρό συγκροτήματα όπως οι I Monster από την Αγγλία.

Αγαπημένα συγκροτήματα / επιρροές από την gothic σκηνή;
Κανένα.

Πες μας μερικά λόγια για την περιοδεία που έχετε ξεκινήσει για το καινούριο άλμπουμ. Πώς αποφασίσατε να επισκεφτείτε χώρες στις οποίες δεν έχετε ξαναπαίξει live;
Το πρακτορείο μας που ασχολείται με αυτά «έκλεισε» αυτήν την περιοδεία. Εκείνοι επιλέγουν τις τοποθεσίες. Μέχρι τώρα το touring είναι καταπληκτικό, αν και εξαντλητικό.

Γιατί στην Ελλάδα δώσατε μόνο ένα show κι επιλέξατε την Θεσσαλονίκη και όχι την Αθήνα;
Πρέπει να ρωτήσετε τον promoter / ατζέντη. Δεν κανονίζω εγώ τα shows. Αλλά μαντεύω πως το τοπικό club στην Θεσσαλονίκη θα προσέφερε μια καλή συμφωνία για το live. Δεν έχω ιδέα γιατί στην περιοδεία δεν συμπεριλήφθηκε και η Αθήνα. Μάλλον θα πρέπει εσείς εκεί να μιλήσετε με τους τοπικούς club promoters - ζητήστε να μας κανονίσουν συναυλία κι εμείς θα έρθουμε.

Και για να κλείσουμε, πες κάτι στους Έλληνες οπαδούς σας.
Εγώ και τα παιδιά που παίζουμε σε αυτήν την περιοδεία ανυπομονούμε να παίξουμε στην Ελλάδα. Περίμενα εδώ και χρόνια να σας επισκεφτούμε και το ότι τελικά ήρθαμε για live με έχει συναρπάσει απίστευτα.

Σε ευχαριστούμε πολύ για αυτή την συνέντευξη.
Εγώ ευχαριστώ.

  • SHARE
  • TWEET