The Man-Eating Tree

Harvest

Century Media (2011)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 01/12/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Λοιπόν, θα το πω τώρα να ξεθυμάνω... Με τέτοιον τραγουδιστή δυστυχώς δε γίνεται δουλειά. Ό,τι και να προσφέρει η υπόλοιπη μπάντα, όσο ψηλά και να σπρώχνει το αποτέλεσμα, ο Tuomas Tuominen θα είναι πάντα εκεί, μπάστακας, λες κι έχει βαλθεί να σαμποτάρει τις προσπάθειες για όποιες επιτυχείς εκβάσεις. Και θέλω να πιστεύω ότι δεν είμαι ο μόνος που βρίσκει τη φωνή του τόσο ερειστική. Ίσα-ίσα, όσες φιλικές γνώμες έχω συλλέξει έως τώρα συγκλίνουν στο ίδιο αρνητικό συμπέρασμα, και μάλιστα προέρχονται από πιο ένθερμους οπαδούς του φινλανδικού ατμοσφαιρικού / gothic metal ήχου από εμένα.

Όχι ότι τα πήγαινα ποτέ άσχημα με παρεμφερείς μουσικές που εξήγαγε η Χώρα των Χιλίων Λιμνών˙ αντιθέτως. Οι Sentenced ήταν και παραμένουν μία μεγάλη μου αγάπη και κανονικά μόνο αυτό θα έφτανε για να με κάνει να νιώσω το ίδιο και για τους The Man-Eating Tree, ειδικά όταν έμαθα ότι η αρχική ιδέα για το συγκρότημα ανήκε στον πρόωρα χαμένο Miika Tenkula. Τελικά έμεινε ένας πρώην συνεργάτης του, ο Vesa Ranta, για να την υλοποιήσει, καλύπτοντας το δυσαναπλήρωτο κενό του με τον Janne Markus (πρώην Poisonblack).

Το ευχάριστο με το "Harvest" είναι ότι έχει αρκετά μεγάλη συνοχή με την τελευταία περίοδο των Sentenced, και δη με τις πιο εύθραυστες και ατμοσφαιρικές πτυχές αυτής. Η γλυκιά μελαγχολία του εισαγωγικού "Harvest Bell" το καθιστά αρκετά σαφές, ενώ το "At The Green Country Chapel" επισπεύδει τις διαδικασίες των συγκρίσεων, προσθέτοντας και την ισχυρή επιρροή των Katatonia. Λίγο αργότερα θα εκδηλωθεί και η επίδραση που ασκούν οι Charon, οι Entwine και οι Poisonblack των δύο πρώτων δίσκων στον ήχο τους, με το πρώτο single, "Armed", να αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα της πιο «pop» οπτικής της μπάντας.

Το κυριότερο προσόν του σε σχέση με το περσινό "Vine", ωστόσο, βρίσκεται στην αυξημένη «βαρύτητα» ορισμένων κομματιών, χάρη στην οποία διευρύνονται οι αντιθέσεις που φιλοξενούνται στο "Harvest". Τα "Code Of Surrender", "Down To The Color Of The Eye" και "Incendere" διατηρούν μεν τη γνήσια φινλανδική μελαγχολία, πλησιάζοντας δε περισσότερο την επιθετική της πλευρά, ενώ από την άλλη συνθέσεις όπως τα "Exhaled" και "Karsikko" είναι κυριευμένες από έναν αθεράπευτο ρομαντισμό, ο οποίος χρωστάει πολλά στα πανέμορφα πλήκτρα της Heidi Määttä.

Για να επιστρέψω στον Tuominen, και θέλοντας να είμαι απόλυτα ειλικρινής, οφείλω να ομολογήσω ότι σε γενικές γραμμές τα φωνητικά του έχουν εναρμονιστεί με το ύφος της μπάντας -ή το αντίθετο- πολύ περισσότερο απ' ό,τι στο "Vine", όμως υπάρχουν κάποια σημεία (όπως για παράδειγμα η εισαγωγή του "Down To The Color Of The Eye") που η φωνή του είναι εντελώς εκτός τόνου, μπαίνοντας εμπόδιο σε οτιδήποτε καλό προσπαθεί να αναπτυχθεί.

Έχω την πεποίθηση ότι οι The Man-Eating Tree θα είχαν πολύ καλύτερη τύχη αν διέθεταν έναν πιο αξιόλογο τραγουδιστή στη θέση του υπερβολικά γλυκερού Tuominen. Η μουσική τους ταυτότητα στο "Harvest" παρουσιάζεται αισθητά εξελιγμένη, όμως δυστυχώς αυτό δεν αρκεί. Όπως εκφράζει ο τίτλος του δίσκου αλλά και η βασική φιλοσοφία της μπάντας, όση θλίψη κι αν κουβαλάει ένα σκοτεινό και δυσοίωνο παρόν, πάντα θα αφήνει περιθώρια για ένα καλύτερο μέλλον. Τουτέστιν, υπάρχει ακόμη φως κάπου στον ορίζοντα...
  • SHARE
  • TWEET