Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...
i Häxa
i Häxa
Θραύσματα μελωδιών, συναισθημάτων, και ατμόσφαιρας, σε ένα ευρύ έργο που εντυπωσιάζει
Είναι ωραίο να συναντάς δίσκους στους οποίους έχει χυθεί ιδρώτας, έχει δοθεί προσοχή και έμφαση στη λεπτομέρεια. Παρ' όλο σιχαίνομαι τη λέξη «μεράκι» με πάθος (βλ. ρομαντικοποιημένα τουριστικά σποτάκια και χαμόγελα ρουστίκ τεχνητών σε παραδοσιακά καλυβάκια), νομίζω ότι για το ντεμπούτο της Βρετανής visual artist και μουσικού Rebecca Need-Menear και του παραγωγού Peter Miles πετυχαίνει διάνα, καθώς μπορεί να πιάσει το εύρος του οράματος, αλλά και την αξία του αποτελέσματος. Χωρισμένο σε τέσσερα μέρη, τέσσερα τέταρτα της ώρας που κυκλοφορούσαν κατά τη διάρκεια του 2024 σε χρονικά διαστήματα που συνέπιπταν με την αλλαγή των εποχών, το ομώνυμο ντεμπούτο των i Häxa είναι ένα έργο που θέλει να του αφιερώσεις χρόνο, κι ύστερα θα σου φανερωθεί σαν ανθισμένος λωτός.
Καθένα απ' τα τέσσερα μέρη αποτελείται από τέσσερις συνθέσεις, διαφορετικών διαρκειών, υφών, και έντασης. Στη φαρέτρα τους, το ντουέτο έχει πολλά βέλη, και μία διεξοδική καταγραφή επιρροών και αισθητικών είναι ίσως αχρείαστη. Όσο πιο συνοπτικά γίνεται, τα dark electronics διαπερνούν doomgaze φωνητικά, για να προσκρούσουν πάνω στο trip hop, σκορπώντας τριγύρω θραύσματα από neo-folk και neo-classical. Καθαρό μπέρδεμα και ίσως γεμάτο φανφάρα στο χαρτί, όμως στην πράξη ακούγεται πολύ πιο συνεκτικό, συγκρατημένο από την κλωστή της σκοτεινής ατμοσφαιρικότητας. Κινηματογραφικό ως εκεί που δεν πάει, το "i Häxa" νιώθεις ότι είναι εξίσου soundtrack όσο και αυτόνομο μουσικό έργο.
Ο δίσκος δεν ακολουθεί κάποια τυπική δομή άλλων δίσκων. Κάθε τετράδα του ακολουθεί τη δική της ροή, κι ενδεχομένως να μπορεί να κριθεί (ή να έπρεπε να κριθεί) αυτοτελώς. Ωστόσο, νομίζω έχει μεγαλύτερο νόημα σε μία συνολική παρουσίαση, να μιλήσουμε εποπτικά και για τα δεκαέξι κομμάτια. Απ' αυτή την άποψη, η πληθώρα πανέμορφων μουσικών ιδεών, η αλήθεια είναι πως κάπου χαντακώνεται απ' την διάρκεια αλλά και από κάποια ατμοσφαιρικά περάσματα σε απόκοσμα ηχοτοπία, που διαρκούν περισσότερο λόγω της συγκόλλησης (π.χ. το πέρασμα απ' το "Fog of War" στο "Army" , απ' το δεύτερο στο τρίτο μέρος). Έτσι, το "i Häxa" μοιάζει με ταξίδι με μεγάλες ενδιάμεσες αποστάσεις μεταξύ των προορισμών του.
Αλλά πάντα έρχονται, και χτυπάνε γερά. Απ' τα αρκετά Massive Attack "Underworld" και "Eight Eyes", μέχρι τo νεύμα στην A.A. Williams με το "The Well", και τα ένρινα φωνητικά σε στυλ Julie Christmas στο "Dryland", ή το neo-noir ντουέτο "Blue Angel" / "Inferno" που ακούγεται ως πρόσμιξη του "Perdition City" με το "Ganglio" των Saltillo, ως τις στοιχειωμένες ενδιάμεσες βινιέτες που εμπνέονται απ' την Agnes Obel, το "i Häxa" δεν σταματά να εντυπωσιάζει. Ακόμη και το "Destroy Everything", που θα μπορούσε να είναι απ' τα μεγάλα highlights αν δεν ήθελε να γίνει ένα λεπτό μεγαλύτερο, φέρνει στο νου τις νέες extreme pop τάσεις της Poppy, μείον τις βαριές κιθάρες.
Η ικανότητα των δύο καλλιτεχνών πίσω απ' τους i Häxa είναι αδιαμφισβήτητη, και το ντεμπούτο τους είναι εδώ για να πείσει, τόσο για την τεχνική τους κατάρτιση, το αισθητικό τους κριτήριο, αλλά και την συνθετική τους άποψη. Είναι σαφώς ερώτημα αν οι δυο τους έχουν την ικανότητα να υπερβούν τον κρίσιμο καλλιτεχνικό σκόπελο, να μην καταφέρνουν ένα μαεστρικό κολάζ επιρροών μόνο, αλλά να το διευρύνουν και αυτοαναφορικά, όμως αυτό είναι κάτι που παίρνει περιθώριο να φανεί στο μέλλον. Για την ώρα, το ντεμπούτο των i Häxa έχει ξεχύσει τη σκοτεινή ιδιαιτερότητά του, και βγαίνει κερδισμένο – έστω και στο νήμα.