Transatlantic

The Absolute Universe: Forevermore

Inside Out (2021)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 25/01/2021
Μας υπενθυμίζουν τη σημαντικότητα της χημείας και τη σπουδαιότητα του να είσαι ο καλύτερος σε αυτό που κάνεις
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Πάνε 20 χρόνια από όταν ο Mike Portnoy μανιωδώς έψαχνε τον τρόπο να φτιάξει ένα side project με τον Neal Morse. Πού να ήξερε τι του επιφύλασσε το μέλλον...

Τον καιρό εκείνο ο Portnoy ήταν στα δημιουργικά ντουζένια του με τους Dream Theater (και τους Liquid Tension Experiment), ο Neal Morse παρουσίαζε τα καλύτερα (αλλά και τελευταία με αυτόν) άλμπουμ του με τους Spock’s Beard, αλλά χρειάστηκαν δυο ακόμα πιο παλιές καραβάνες για να απογειωθεί το διαστημόπλοιο που κοσμεί κάθε ένα από τα εξώφυλλά τους. Ο Pete Trewavas ήταν γvώριμος του Mike από τους Marillion, ενώ τον Σουηδό Roine Stolt (των The Flower Kings) τον επέλεξε ο Neal κι από την πρώτη ημέρα της σύμπραξής των τεσσάρων μουσικών χημεία μεταξύ τους υπήρξε μαγική και μοναδική, παραμένοντας έτσι ως σήμερα.

Το τι πέτυχε αυτό το project δεν μετριέται σε νούμερα. Ας αναλογιστούμε ότι εξαρχής τάχθηκε να υπηρετήσει ένα ιδίωμα που θεωρούταν εκείνη την εποχή απολύτως ξεπερασμένο και το έκανε να ακούγεται φρέσκο και σύγχρονο. Περιέλαβαν 30λεπτα τραγούδια στους δίσκους τους όταν κανένας δεν τολμούσε να το κάνει, τα show τους διαρκούσαν αδιαπραγμάτευτα τρεις και πλέον ώρες και προσωπικά θα ισχυριστώ πως υπήρξαν το καλύτερο αμιγώς progressive rock συγκρότημα που δημιουργήθηκε και δισκογράφησε κατά την τρέχουσα χιλιετία ή την τελευταία 20ετία αν προτιμάτε.

Κι αν τα δυο πρώτα άλμπουμ ("SMPTe", "Bridge Across Forever") και το τέταρτο ("Kaleidoscope") είναι γεμάτα καταπληκτικές μουσικές και επικές συνθέσεις ήταν το τρίτο άλμπουμ των Transatlantic, το "The Whirlwind" του 2009, που υπερέβη ακόμα και το prog ιδίωμα, στεκούμενο ως ένα αυτόνομο αριστούργημα. Πρόκειται για ένα άλμπουμ-τραγούδι 80 λεπτών χωρισμένο σε 12 μέρη/επιμέρους τραγούδια ανεξάντλητης έμπνευσης και διαφορετικής προσέγγισης σε σχέση με την υπόλοιπη δισκογραφία της μπάντας.

Φτάνοντας αισίως στο πέμπτο στούντιο άλμπουμ τους οι Transatlantic επιστρέφουν με μια νέα δουλειά που βρίσκεται πιο κοντά στην προσέγγιση του "The Whirlwind". Δεν είναι πως όταν στα τέλη του 2019 μαζεύτηκαν σε ένα στούντιο στη Σουηδία είχαν προ-αποφασίσει να ακολουθήσουν αυτή την κατεύθυνση, αλλά προς τα εκεί τους οδήγησε η μουσική που συνέθεσαν. Όταν δε ο - ποιος άλλος; - Mike πρότεινε να δέσουν τα τραγούδια με ένα ενιαίο concept, αναμιγνύοντας και περιπλέκοντας μελωδίες, τότε η σύνδεση έγινε ακόμα εντονότερη, αφού είχαν πολλά επιμέρους τραγούδια που συνέθεταν ένα συνολικό άλμπουμ.

Αυτή τη φορά, όμως, το τελικό αποτέλεσμα τους προέκυψε κάπως μεγαλύτερο σε διάρκεια και αντί να προχωρήσουν στις συνηθισμένες περικοπές, ώστε να το κάνουν πιο εύπεπτο, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε κάτι μάλλον καινοτόμο, κυκλοφορώντας ταυτόχρονα δυο εντελώς διαφορετικές εκδοχές του άλμπουμ. Στη "Forevermore" εκδοχή του "The Absolute Universe" παρουσιάζουν την αρχική μορφή του άλμπουμ χωρίς καμία περικοπή, ενώ στην "The Breath Of Life", «σύντομη» εκδοχή του ξαναέγραψαν τα πάντα από την αρχή, αλλάζοντας τίτλους, στίχους, ήχους, ενορχηστρώσεις και μοίρασμα φωνητικών και συμπυκνώνοντας το σύνολο σε 60 λεπτά. Εδώ θα επικεντρωθούμε στο πρώτο.

Ήταν σωστή η επιμονή που είχαν να κυκλοφορήσουν το "Forevermore" στην ολότητά του; Αβίαστα θα πω πως ναι. Διότι, είναι γνωστό πως η «less is more» λογική δεν είχε ποτέ εφαρμογή ούτε για τους Transatlantic ούτε για τους οπαδούς της μουσικής τους. Αλήθεια, ποιοι οπαδοί του Lord Of The Rings θα χαλιόντουσαν αν περιλαμβάνονταν εξαρχής και οι επιπλέον σκηνές που βγήκαν μετά στις ειδικές εκδόσεις; Περάστε έξω κύριοι, εσείς που σηκώσατε χέρι!

Tα 90 λεπτά του "Forevermore" χωρίζονται σχεδόν ισόποσα σε δυο μέρη αλλά ακούγονται νεράκι σε όλη τη συνολική τους διάρκεια, περιλαμβάνοντας ότι μπορεί να έχει αγαπήσει κάποιος ως τώρα στους Transatlantic: πληθώρα ιδεών και μελωδιών που διαδέχονται η μια την άλλη, θέματα που περιπλέκονται-επιστρέφουν-μεταμορφώνονται, άψογα παιξίματα από πρώτης κατηγορίας μουσικούς, φωνητικά που εναλλάσσονται κι από τα τέσσερα μέλη, κολλητικά refrain μα και εξαίσια instrumental μέρη, overtures, ιντερλούδια και μια αψεγάδιαστη παραγωγή, με τον Μίδα της κονσόλας, Rich Mouser, να έχει αναλάβει τη μίξη. Πέραν της ιδανικής ισορροπίας και της ευκρίνειας που χαρακτηρίζει το τόσο φορτωμένη από τη φύση της μουσική, ακούστε συγκεκριμένα τον καταπληκτικό ήχο που έχει το μπάσο του Trewavas.

Πέραν του συνόλου, ο δίσκος είναι γεμάτος καλά τραγούδια. Από το "Heart Like A Whirlwind" με το υπέροχο ρεφραίν του που θέτει ευθύς εξαρχής τις γέφυρες με το παρελθόν, ως τις πανέμορφες φωνητικές γραμμές του "Higher Than The Morning". Από το υπέροχα Stoltικό "The Darkness In The Light" στο ξεκάθαρα Morseικό και πιο φορτισμένο "Swing High, Swing Low" κι από το Beatlικό "Rainbow Sky" στο δυναμικό "Looking For The Light" (με τον ολοένα και πιο βελτιωμένο Portnoy στα φωνητικά) κι ως το κλείσιμο με το πλούσιο μα και μεστό "The World We Used To Know" το πρώτο μέρος περνάει χωρίς ίχνος περιττής στιγμής.

Στο δεύτερο μέρος, κάποιες συνθέσεις περιλαμβάνουν κατά βάση μέρη που έχουν ήδη ακουστεί ("The Sun Comes Up Today"), υπάρχουν πρελούδια ("Love Made A Way (Prelude)") και reprises ("Looking For The Light (Reprise)" που έχουν κυρίως μεταβατικό ρόλο, αλλά έχουν στηθεί με μαεστρικό Τρόπο. την ίδια στιγμή υπάρχουν συνθέσεις σαν το καταπληκτικό "Owl Howl", με το επιβλητικό riff του, που αποτελεί την πιο σκοτεινή και μια από τις καλύτερες συνθέσεις του άλμπουμ και η μπαλάντα "Solitude" που το ακολουθεί, στο οποίο η ερμηνεία του Trewavas προσδίδει μια ιδιαίτερα καλοδεχούμενη βρετανική αύρα. Το δε φινάλε έρχεται πρώτα με το "The Greatest Story Never Ends" όπου τα εντυπωσιακή τεχνικής instrumental μέρη φέρνουν λίγο στο νου εκείνο το ανυπέρβλητο "Is It Really Happening?", ενώ περιλαμβάνεται κι ένα πολυφωνικό μέρος-trademark του Neal Morse, πριν το 8λεπτο "Love Made A Way" επιχειρήσει τη συνήθη κλιμάκωση και να συμπυκνώσει με εξαιρετικό τρόπο μερικά από τα βασικά θέματα του άλμπουμ.

Στο "The Absolute Universe" είναι εμφανές πως έχει γίνει ακόμα περισσότερη συνεργατική δουλειά σε όλα τα επίπεδα, με χαρακτηριστικό το πολύ πιο καταμερισμένο μοίρασμα στα φωνητικά. Μπορεί γενικά να είμαι υπέρ του να αναλαμβάνει ο Neal Morse την πλειονότητα αυτών, αλλά οι συνεχείς εναλλαγές προσδίδουν ένα εξτρά ενδιαφέρον που εν τέλει χαρακτηρίζει σε σημαντικό βαθμό το αποτέλεσμα

Δεν χρειάζεται να ειπωθούν περισσότερα. Αν είστε οπαδός των Transatlantic ήδη, αν είστε οπαδός του παλιομοδίτικου progressive που δεν ακούγεται χθεσινό και ξεπερασμένο, αν αγαπάτε το να ακούτε concept άλμπουμ και συνεχίζετε σε πείσμα των καιρών να επενδύετε λίγο παραπάνω χρόνο στη μουσική, στο artwork, στους στίχους, στις ερμηνείες και στις μικρές λεπτομέρειες, τότε αυτό το άλμπουμ είναι μια επιλογή που δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη. Η παρέα των Morse/Portnoy/Stolt/Trewavas συνεχίζει να παίζει στο δικό της επίπεδο, υπενθυμίζοντάς μας - σαν άλλος Walter White - τη σημαντικότητα της χημείας και τη σπουδαιότητα του να είσαι ο καλύτερος σε αυτό που κάνεις.

  • SHARE
  • TWEET