Χαμένος ανάμεσα σε όρια και συναρτήσεις αναζητά το σταθερό του σημείο στη μουσική που ακούει. Θαυμαστής μοναχά της μελωδίας, αδιαφορεί μεν για το είδος του πλαισίου που την παρέχει, όχι όμως και για...

The Aurora Project
EVOS12
Πολύ καλό και σκοτεινό progressive rock, σε ένα concept που θα ολοκληρωθεί στο δεύτερο μέρος του. Ελπίζουμε σύντομα
Εκεί στην Ολλανδία το progressive δουλεύει. Δηλαδή σκέψου, Ayreon, Star One (ναι το ξέρω ότι κλέβω, αλλά από όλα μόνο δύο έβαλα), Elegy, The Gathering, Textures και μετά είναι κι όλα τα συμφωνικά μεγαθήρια που δεν τα λες εντελώς ξένα με την prog σκηνή. Κάτι τους ψήνει εκεί να παγαίνουν προς το πιο «σκεπτόμενο» metal. Από τις Κάτω Χώρες λοιπόν έρχονται κι οι The Aurora Project, μια μπάντα που ασχολείται με τον προοδευτικό ήχο από το πολύ παλιό 1999. Δισκογραφικά βέβαια από το 2005, έχοντας μάλιστα καταφέρει να μας δώσει ένα τρελό αριθμό από άλμπουμ, πέντε. Ναι, μάλλον για αυτό δεν τους ξέρουμε, αν βγάζουν δίσκο μια φορά κάθε όποτε το θυμηθούν δύσκολα τους μαθαίνεις. Όχι τίποτα άλλο αλλά το καινούργιο τους άλμπουμ είναι ένα concept που χωρίζεται σε δύο μέρη, το πρώτο βγήκε τώρα, το άλλο… φοβάμαι λίγο.
Ας ξεκινήσουμε πρώτα από το τι πραγματεύεται το "EVOS12". Είμαστε που λέτε μετά τους πολέμους των drones και η ανθρωπότητα έχει μαζευτεί εξ ολοκλήρου σε τεράστια αστικά κέντρα που κυβερνώνται σκληρά από τα συμβούλια των αρχηγών. Οι δύο κεντρικοί ήρωες είναι από τη μία ο Nigel Light, που ζει μέσα στις απάνθρωπες συνθήκες της σκληρής πόλης, κι από την άλλη η ιδιοφυΐα που ζει στο μακρινό φεγγάρι Welda και έχει στα χέρια μια κοσμοϊστορική ανακάλυψη. Ξέρω ναι, άλλο ένα post-apocalyptic prog concept. Προσωπικά μου αρέσει αυτή η θεματολογία οπότε count me in, και μάλιστα έχω περιέργεια να δω που θα οδηγήσει. Ελπίζω να μην αργήσω να μάθω, πολύ.
Μουσικά, ο δίσκος στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις μελωδικές γραμμές του και στην prog rock ατμόσφαιρα. Κύριος εκφραστής είναι ο τραγουδιστής, Dennis Binnekade, που με την πεντακάθαρη φωνή του καταφέρνει να περάσει ατόφια τη λυρικότητα και τις ιδέες της μπάντας. Προσωπικά βέβαια εντυπωσιάστηκα και από το μπάσο, που είναι πλούσιο και πολλές φορές με πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο συνδυασμός των παραπάνω χαρακτηριστικών, οπως πιθανόν να καταλαβαίνετε, μου έφερνε αρκετές φορές στο μυαλό τους Riverside ακούγοντας το "EVOS12", αλλά βασικές επιρροές τους θα βρει κανείς και στο progressive των 70’s, κυρίως από Pink Floyd και λίγο από Marillion, ενώ από την άλλη υπάρχουν και στοιχεία που δείχνουν Porcupine Tree και κάπου κάπου Tool.
Στους πρώτους δίσκους τους ήταν πιο έντονο το metal ύφος, κυρίως γιατί ήταν πιο βαριές οι κιθάρες. Ίσως αυτό να είναι και το μόνο σοβαρό παράπονο μου από το φετινό τους άλμπουμ, θα ήθελα λίγο πιο ογκώδη και πιο σύγχρονο των ήχο της κιθάρας, όπου και όποτε έχει βασικό ρόλο τουλάχιστον. Από την εισαγωγή του πρώτου κομματιού πάντως καταλαβαίνεις ότι θα ακούσεις κάτι ωραίο, ξεκινάει αμέσως όμορφα και τραβάει την προσοχή. Τα δύο πρώτα κομμάτια είναι αρκετά για να καταλάβει κανείς τι πρόκειται να ακούσει στο δίσκο, αλλά το τρίτο, "Have Some Tea", είναι το εντυπωσιακότερο. Σίγουρα βοηθάει ότι είναι και το μεγαλύτερο κρατώντας σχεδόν δώδεκα λεπτά, αλλά έχει πολύ ωραία ροή και κυλάει με ενδιαφέρον γιατί επικαλείται αρκετές διαφορετικές υφές. Συνολικά ο δίσκος είναι κάτω από σαράντα λεπτά, με αποτέλεσμα να παραμένει σχετικά προσβάσιμος, παρά το ότι θέλει αρκετά ακούσματα για να αποκωδικοποιηθεί πλήρως. Κάποιες λεπτομέρειες εδώ κι εκεί έχω να σημειώσω, όπως για παράδειγμα δύο σημεία που τα πίσω φωνητικά είναι λίγο απότομα και δε δουλεύουν καλά στην κλιμάκωση - αν και καταλαβαίνω ότι υπάρχουν εκεί γιατί εξυπηρετούν το concept - μάλλον όμως είναι πολύ μικρής σημασίας.
Συνολικά πρόκειται για ένα πάρα πολύ καλό, σκοτεινό prog rock άλμπουμ, με έμφαση στην ατμόσφαιρα και τις μελωδίες. Το concept ελπίζω να ολοκληρωθεί άμεσα, με το δεύτερο μέρος του, και ίσως τότε να έχουμε ακόμα καλύτερη, πιο πλήρη εικόνα και για τη φετινή δουλειά. Προς το παρόν προτείνεται για τους οπαδούς της «προοδευτικής» μουσικής και βλέπουμε.