Oliver Weers

Evil's Back

Metal Heaven (2011)
Από τον Χρυσόστομο Μπάρμπα, 04/03/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η αδικία κυριαρχεί κυρίες και κύριοι. Εδώ, στην Ελλαδίτσα μας, τα ριάλιτι μουσικής («μουσικής» δηλαδή...) βγάζουν κάτι Καλομοίρες, Κακομοίρες κλπ., ενώ στη μακρινή Δανία βγαίνουν τραγουδιστές που χαρακτηρίζονται ως νέοι Coverdale, Dio και δε συμμαζεύεται. Υπερβολές, σίγουρα, αλλά όταν ο κύριος Oliver Weers (νικητής του Δανέζικου X-Factor) ξεκινά τη δισκογραφική του καριέρα παρέα με μουσικούς όπως ο Tommy Aldridge (Whitesnake, Ozzy Osbourne) και ο Marco Mendoza (Whitesnake, Thin Lizzy), ε τότε κάτι παίζει.

Μετά το πολύ καλό ντεμπούτο του, το 2008, με το "Get Ready", περιόδευσε εκτενώς στη Σκανδιναβία, μαζί με μπάντες όπως οι Motley Crue και οι Whitesnake, φτάνοντας στο σήμερα, φιλοδοξώντας να μείνει στο προσκήνιο με την κυκλοφορία του "Evil's Back".

Δεύτερη δισκογραφική προσπάθεια, λοιπόν, και μάλιστα χωρίς κάποια ιδιαίτερα γνωστά ονόματα στα credits των μουσικών να τον στηρίζουν (μόνο τον γνώριμο σε εμάς Λάκη Ραγκαζά, στη lead κιθάρα). Και το ερώτημα που πλανάται είναι το αναμενόμενο: μπορούμε να έχουμε προσδοκίες για αποτέλεσμα ανάλογο του πρώτου άλμπουμ του Weers;

Ας τα πάρουμε ένα-ένα. Το "Evil's Back" είναι μια προφανής προσπάθεια συνδυασμού hard rock και μελωδικού metal, μέσα από ένα σύγχρονο και εμπορικό πρίσμα. Δυνατά κομμάτια, όπως τα "All My Life", "Demolition Man" (bonus track από το "Get Ready") και "Need It Bad", εναλλάσσονται με πιο mid-tempo στιγμές, όπως τα "Beautiful Rain" και "Rainbow Star" (γραμμένο προς τιμή του Ronnie James Dio). Πάντως, τα κομμάτια που ξεχωρίζουν σημαντικά είναι τα πολύ καλά "Much Too Much", "Fighting The Mountains" και "Hero" (με τη συμμετοχή της Rebecca Armstrong, των Δανών Stella Black Rose). Δυστυχώς, το υπόλοιπο υλικό -εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις- δε μοιάζει ικανό να κινήσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον του ακροατή. Προσωπικά, μάλιστα, τολμώ να πω πως το βρίσκω ολίγον ανέμπνευστο, καθώς παρατηρώ σημαντική έλλειψη πρωτοτυπίας και πάθους.

Ίσως βέβαια να παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτή μου την άποψη η δουλειά που έχει γίνει στην παραγωγή του δίσκου. Εξηγούμαι. Ενώ είναι φανερό πως υπήρχαν κάποιες καλές ιδέες εδώ κι εκεί, αυτές μάλλον επισκιάζονται τελικά από την προσπάθεια για «εξομάλυνση» του υλικού. Δηλαδή, στην προσπάθεια να γίνουν τα τραγούδια όσο το δυνατόν πιο «εύκολα» στο αυτί και «εύπεπτα», οι κιθάρες έχουν χάσει τη δυναμική τους, η φωνή τη σπιρτάδα της και ο όλος ήχος μοιάζει βεβιασμένα εκμοντερνισμένος. Ως εκ τούτου, στα αυτιά μου, το αποτέλεσμα ακούγεται περισσότερο ως ένα μίγμα οργάνων, παρά μια ομαλή συνύπαρξή τους.

Εν ολίγοις, εάν ενδιαφέρεστε να δείτε προς τί όλος αυτός ο ντόρος για το όνομα του πάνω στη Σκανδιναβία, θα συνιστούσα να προτιμήσετε το πρώτο άλμπουμ του κυρίου Oliver Weers και να δώσετε έπειτα καμιά ακρόαση σε κάποια από τα κομμάτια που αναφέρθηκαν παραπάνω.
  • SHARE
  • TWEET