October Tide

Tunnel Of No Light

Pulverised (2013)
Από τον Νίκο Καταπίδη, 08/01/2014
Όλοι περιμένουν το φώς στην άκρη του τούνελ, εδώ όμως δεν θα το βρούν ποτέ
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Πολλές φορές είναι δύσκολο για ένα συγκρότημα να καταφέρει να μεταδώσει το ύφος ενός δίσκου μέσα από τον τίτλο και το εξώφυλλό του. Με το "Tunnel Of No Light", οι October Tide το καταφέρνουν με περίτεχνο τρόπο. Το άλμπουμ αυτό είναι πράγματι σαν ένα ταξίδι σε ένα τούνελ σκοτεινό  και δύσβατο. Πάντοτε όλοι περιμένουν το φώς στην άκρη του τούνελ, εδώ όμως δεν θα το βρούν ποτέ.

Το "Tunnel Of No Light" είναι μάλλον ο πλέον σκοτεινός και απόκοσμος δίσκος των October Tide, όπως γίνεται προφανές μόλις από το πρώτο κομμάτι με τίτλο "Of Wounds To Come". Ένα δυνατό κομμάτι, με αρκετές αλλαγές κατά τη διάρκειά του αλλά παραμένοντας πάντα θλιβερό, και με στίχους όπως «The horizon is a reminder of wounds to come» καταφέρνει να αφαιρέσει κάθει ίχνος ελπίδας από τον ακροατή.

Τα περισσότερα κομμάτια του δίσκου κινούνται σε παρόμοιο ύφος, αργόσυρτα και μίζερα, ενώ εάν θέλουμε να κάνουμε συγκρίσεις με τις προηγούμενες δουλειές της μπάντας θα λέγαμε πως η μουσική είναι περισσότερο προσανατολισμένη στο ρυθμικό κομμάτι, με riff «ογκόλιθους» που σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Αυτό το χαρακτηριστικό δίνει και αυτόν το δύστροπο χαρακτήρα σε όλο το άλμπουμ, κάτι που ίσως κουράσει κάπου στα μισά της διάρκειάς του, ειδικά όσους περιμένουν κάποια ιδιαίτερη αλλαγή δυναμικής από τραγούδι σε τραγούδι.

Βέβαια η μελωδικότητα που είναι χαρακτηριστική των October Tide δεν λείπει από το "Tunnel Of No Light", και γίνεται ακόμη πιο έκδηλη σε πιο γρήγορα κομμάτια όπως το "In Hopeless Pursuit" και "Caught In Silence". Ειδικά το τελευταίο με τις κιθαριστικές γραμμές του θυμίζει παλιούς Katatonia και δείχνει πως ο Frederik Norrman δεν έχει χάσει το συνθετικό του ταλέντο. Άξιο αναφοράς είναι και το "Adoring Ashes" που είναι το πιο χαρακτηριστικό October Tide κομμάτι και φέρνει στο μυαλό τις προηγούμενες δουλειές τους.

Ο Frederik Norrman όντας ξανά ο βασικός συνθέτης, δίνει το στίγμα του κι εδώ, με τις χαρακτηριστικές του μελωδίες, ενώ η προσθήκη των Alexander Hogbom στα φωνητικά και Mattias Norrman στο μπάσο, είναι ευπρόσδεκτη και δεν οδήγησε σε ιδιαίτερη διαφοροποίηση του ήχου του συγκροτήματος. Το τελικό αποτέλεσμα δείχνει πως η μπάντα θέλησε να δημιουργήσει το σκοτεινότερο και πιο καταθλιπτικό άλμπουμ που θα μπορούσε, και δείχνει να τα κατάφερε, ίσως θυσιάζοντας λίγο τον χαρακτήρα του ήχου που είχε και φέρνοντας στο μυαλό τα πλέον παραδοσιακά doom death συγκροτήματα.

Αξίζει να σημειωθεί πως δεν πρόκειται για έναν ιδιαίτερα εύκολο στην ακρόαση δίσκο. Οι οπαδοί του είδους σίγουρα θα το απολαύσουν, όμως η πιο ρυθμική προσέγγιση του ήχου σε σχέση με τα προηγούμενα άλμπουμ κάνει την εμπειρία απαιτητική και θα πρέπει ο ακροατής να μπεί στη διαδικασία να το ακούσει γνωρίζοντας πως πρόκειται για μια ανηλεή επίθεση στα συναισθήματά του, τόσο μέσω της μουσικής όσο και μέσω των στίχων, που πολλές φορές χάνουν σε λυρικότητα αλλά παρουσιάζονται ωμοί και πλήρως στοχευμένοι σε αυτό που θέλουν να πετύχουν.

Με όλα αυτά στο μυαλό, πρόκειται για έναν ποιοτικό δίσκο, γεμάτο με σπαρακτικές στιγμές και συναισθηματικές κορυφώσεις, απαιτεί όμως προσήλωση και προσπάθεια για να αποκαλυφθεί πλήρως. Σίγουρα μια εξαιρετική επιλογή για τις κρύες μέρες που έρχονται, και για όσους αρέσκονται στο να αναζητούν τις πιο σκοτεινές πλευρές των συναισθημάτων τους.
  • SHARE
  • TWEET