Isengard

Vårjevndøgn

Peaceville (2020)
Από τον Γιάννη Δούκα, 03/02/2021
Από το doom των Pentagram και τους εξωγήινους των Agent Steel μια ιστορία του Jon Carter δρόμος
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η έκπληξη από την ανακοίνωση της Peaceville για επερχόμενο δίσκο των Isengard ήταν μεγάλη. Το μουσικό βασίλειο του Fenriz όπου κατέθετε ότι δεν κόλλαγε στους Darkthrone έμοιαζε σε κατάσταση λήθης παρόλη τη κυκλοφορία εκείνου του "Traditional Doom Cult" εφταριού πριν τέσσερα χρόνια. Ουσιαστικά στο "Vårjevndøgn" θα βρούμε τα δύο τραγούδια από εκείνη τη δουλειά συν, αυτό είναι το σπουδαίο, αρκετά πράγματα εποχής αρχών 90ies ηχογραφημένα στα Necrohell κινούμενα σε pure heavy metal μονοπάτια.

Για να είμαι ειλικρινής η δυσκολία στο να μεταφέρω το πόσο πολύ γαμάτο είναι το "Vårjevndøgn" με φέρνει πίσω στο 1993 με 1994 όταν είχα τα ίδια θέματα με τους δίσκους των Darkthrone. Διότι και τότε δεν μπορούσες να πείσεις το πώς και γιατί σου άρεσε αυτός ο ‘θόρυβος’ ακόμα και σε ανθρώπους που είχαν μια κάποια επαφή με πιο ακραία ακούσματα. Το παράξενο της όλης ιστορίας λοιπόν είναι ότι με τούτες εδώ τις ηχογραφήσεις, κάπου ξεχασμένες σε καμιά υπόγα του Fenriz, η όλη μαγεία και λατρεία στο metal που εκπέμπεται είναι τόσο έντονες που νοιώθεις εσύ αλλά και τα τραγούδια σαν καινοφανής εκπεμπόμενης πώρωσης.

Συνεπώς τούτο το δισκάκι πρωτίστως βιώνεται και μετά ακούγεται. Και λέω βιώνεται διότι η πρωταρχική του επιδίωξη είναι να μεταφέρει την αγάπη του δημιουργού του για τον ήχο και τα συγκροτήματα που αποτέλεσαν τη βουκέντρα για την έμπνευσή του. Έτσι δείτε το, αρχικά, σαν μια συνομιλία μεταξύ οπαδών και μεταφοράς όλων αυτών των κοινών συναισθημάτων που σου κομίζει το metal. Έπειτα θα βρείτε ότι έχει και πραγματικά καλές ιδέες, εξαιρετικές θα λέγαμε.

Σαν εισαγωγή, μέσα σε τριάντα δευτερόλεπτα, ακούμε τον Νορβηγό να λέει «cult metal», δηλώνοντας τις προθέσεις του. Ο ήχος είναι ο κλασικός του Necrohell, δε χρειάζεται κάποια εξήγηση περί τούτου προφανώς, με τις σκιές των Manilla Road και Cirith Ungol να έρχονται εμπρός μας. Σαν χνότα, σαν φευγαλέοι ψίθυροι. Παρεμπιπτόντως η ίδια κατάσταση υπάρχει, σαν κοινή συνιστώσα, σε όλα τα σπουδαία άλμπουμ black ή epic heavy. Η αίσθηση αυτή που σου δίνουν τα "Transylvanian Hunger" ή οι τέσσερεις πρώτοι δίσκοι των Burzum δεν είναι και τόσο μακριά από το "Crystal Logic" ή τη μαυρίλα των Ungol. Με κυρίαρχο μέλημα να σε πάνε κάπου αλλού, να γιγαντώσουν τη φαντασία σου ή να ανοίξεις κάποια πόρτα σε μέρη άνω ή κάτω. Δεν έχει και πολύ σημασία.

Αυτή η αμιγής ένωση δύο φαινομενικά διαφορετικών κόσμων του metal θα έρθει εν κρυπτό στους Isengard. H κλασική μεταλικότητα του "Dragon Fly", το Holy Grail του όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο booklet, σε συνεπαίρνει σε μέγιστο βαθμό. Τα φωνητικά μας θυμίζουν για άλλη μια φορά γιατί έχουμε αυτό το παθολογικό κόλλημα με το ταλέντο του. Του δίνει και καταλαβαίνει σε μια σύνθεση που πιθανότατα να περικλείει από Agent Steel, το ντεμπούτο των Queensryche μέχρι και Savage Grave.

Αυτή η pure heavy αίσθηση αναπτύσσεται και στο "A Shape In The Dark". Εδώ τι να πεις ρε γαμώτο μου! Για τα τέλεια φωνητικά, για το κόψιμο που ουρλιάζει metaaaaaallllll, για το refrain (το οποίο φέρνει προς Danzig); Έτσι απλά ο Fenriz μας βαράει με δύο τραγούδια που άνετα θα έμπαιναν σε highlight από epic fanzine ή θα γινόταν χαμός για επανέκδοση από κάποια ειδική εταιρία του ήχου. Βάλτε πχ τις ‘δικές’ μας, Cult Metal Classics, Eat Metal ή Arkeyn Steel.

Η άλλη πτυχή όμως στο δίσκο έρχεται από το doom. Πιο συγκεκριμένα από τους Black Sabbath και κυριότερα τους Pentagram. Οι γνώστες ας θυμηθούν τη πλευρά στο split με τον Nattefrost, πρακτικά είναι επιπλέον τραγούδια από εκείνες τις ηχογραφήσεις. Και λίγο Valhall, γιατί όχι. Τα "Floating With The Ancient Tide" (τρομερό refrain) και "Slash At The Sun"(η γέφυρα είναι κάψιμο) σε κάνουν να νοιώθεις ότι σε παρακολουθούν τα γουρλωμένα μάτια του Liebling. Σε κάποια σημεία, πχ στο χτικιάρικο και σκιαστικό "The Fright" η ταύτιση είναι τέτοια που πραγματικά τρομάζεις. Αν βάλεις και τον ήχο, λες και έρχεται από τα υπόγεια, η εμπειρία γίνεται μοναδική. Προσωπικά από doom, εδώ και να δίχρονο δεν έχω ακούσει τόσο κολλητικά τραγούδια. Βάλτε και το πιο ‘παραδοσιακό’ "The Light" που γέρνει περισσότερο προς Trouble και θα με θυμηθείτε.

"Vårjevndøgn" σημαίνει στα Νορβηγικά ισημερία, πιθανότατα εδώ να παίρνει τη μορφή της μουσικής ισορροπίας. Είδαμε γαμάτα heavy metal άσματα, κατραμίσιο doom, έ πάρτε και το punk - ικο "Rockemillion. Λες και φωνάζεις συνθήματα, το hardcore refrain είναι για μπάχαλο, ενώ δίχως να ξέρω το γιατί το συγκεκριμένο με πηγαίνει προς Adrenalin O.D.

Το φινάλε έχει κάτι το εντελώς διαφορετικό μιας και το "The Solar Winds Mantra" σε ταξιδεύει σε κάποια έρημο, παρέα με τους Doors να μασήσεις κανά κάκτο ή να καπνίσεις σάλβια. Δε ξέρω τι κρουστά βαράει εκεί πίσω αλλά τη δουλειά του τη κάνει, η ατμόσφαιρα που χτίζει είναι ίσως ελαφρά ‘καμένη’ αλλά έχει μια άγουρη γοητεία.

Και φτάνουμε στο δια ταύτα, αυτό που λέγαμε στην αρχή. Όσο απίστευτο κι αν σας φαίνεται, ντέμο ξε - ντέμο, κασετίλα, τετρακάναλο μονοκάναλο, τούτο δω έχει πάρα πολύ ωραία πράγματα. Ακούς σκονισμένο και αρχαίο heavy με τέτοια αισθητική που σε χώνει σε κάστρα και μεσαίωνες. Πας από την άλλη σε αυτό το ‘πιο μαύρο και από νύχτα χωρίς πανσέληνο’ doom και ανατριχιάζεις. Σα να σε κλείσανε σε έναν ερειπωμένο λαβύρινθο και να σε κυνηγούν τα στοιχειά του άλλου κόσμου. Και η πλάκα είναι ότι το κάνει έτσι, αβίαστα. Άλλοι μπορεί να ψάχνουν για μια ζωή μπας και νοιώσουν κάτι τέτοιο και το περάσουν σε κανά τραγούδι και για τούτον δω είναι το πιο φυσικό πράγμα στο κόσμο. Λες να κρύβει κι άλλα; Μακάρι.

  • SHARE
  • TWEET