Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...

In Vain
Solemn
Ένας ακόμη δίσκος που σε τυλίγει με το στρογγυλό σκοτάδι του, αλλά δεν καταφέρνει να σε καλύψει απ’ άκρη σ’ άκρη
Είναι ωραίοι οι άτιμοι οι In Vain, και πάνω απ’ όλα είναι συνεπέστατοι. Μπορεί να μην είναι απ’ τα πιο παραγωγικά συγκροτήματα, έχοντας χαλαρούς δισκογραφικούς κύκλους, όμως, μαζί με το τωρινό “Solemn”, έχουν μία εξάδα δίσκων ικανών να μαγνητίσουν το κοινό που αρέσκεται σε extreme prog και melodic death metal. Από το ντεμπούτο “The Latter Rain”, μπορεί να μην τους χωρίζει μία υφολογική άβυσσος, όμως έκτοτε οι In Vain έχουν διευρύνει τις αντιθέσεις τους, στο σημείο που να μην αισθάνεσαι πως είναι ένας ασπρόμαυρος καμβάς, αλλά κάτι με περισσότερους τόνους του γκρίζου.
Το “Solemn” συνεχίζει στα χνάρια του προκατόχου του, παραμένοντας ευρύ στην επιθετικότητα, το βάρος, και την γλυκάδα του, με τρομερή παραγωγή, και κομμάτια που δεν αργούν ιδιαίτερα να αφήσουν τις εντυπώσεις τους. Το πιο prog metal “Shadows Flap Their Black Wings” που κάνει δυναμικό μπάσιμο στο δίσκο, λειτουργεί εξαιρετικά σαν αεροφωτογραφία του δίσκου: έχουμε το επικό, σχεδόν βίκινγκ στοιχείο, με τα καθαρά φωνητικά να αναλαμβάνουν τον κλασικό τους ρόλο να προκαλούν με το σχεδόν ελεγειακό τους ύφος σε μεγάλα ρεφραίν, έχουμε δισολίες σε σημεία που πάνε σε πιο παραδοσιακά metal μονοπάτια, κι έχουμε και μία melodeath προσέγγιση στις κιθάρες, που κρατά το κομμάτι σε εγρήγορση. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε κι εκείνο το σημείο με τα χάλκινα και τη δίκαση που γυρνά τα βλέμματα.
Tο “To The Gallows” επιστρέφει στο πιο extreme πεδίο, με black metal riffing, και πιο ξηρά άγρια φωνητικά, το “Season of Unrest” θα ξεγελάσει με ένα αιθέριο σόλο στο σαξόφωνο, το οποίο θυμίζει τις εποχές που ο Ihsahn συνεργαζόταν με τον Jörgen Munkeby των Shining. Και μιας και πιάσαμε τους συνειρμούς, εδώ θα υπάρξουν μπόλικοι, είτε με τους Opeth, είτε με τους Borknagar, είτε με τους Enslaved, είτε με κάθε άλλο συγκρότημα που περνά το extreme ήχο από τον progressive τόρνο.
Κιθαριστικά πρόκειται για ένα δίσκο που έχει ζουμί, με τρομερό groove, σόλο και δισολίες, και ένα πολυδιάστατο στυλ που αντλεί και από τις πιο μοντέρνες τεχνοτροπίες, όσο και από τις πιο παραδοσιακές, καλύπτοντας τον ενδιάμεσο τεχνικό χώρο. Αγαπημένο στιγμιότυπο το τελευταίο μέρος του “Beyond the Pale”, όπου μετά από ένα Maidenικό σημείο, το κομμάτι παίρνει μία σχεδόν metalcore τροπή, σε μία από τις πιο ανεβαστικές στιγμές του δίσκου. Το δίδυμο Håland και Pedersen φαίνεται να συμπράττει με πολύ καλή χημεία, δίνοντας νέα πνοή στο συγκρότημα από το “Aenigma” του 2013 κι εξής. Κι ενώ εντυπωσιακά δείγματα γραφής έχουμε και στο μπάσο (από τον Alexander Bøe), αλλά και στα ντραμς, από τον καινούργιο Øymo Solbakk, αυτό που για άλλη μία φορά αξίζει ιδιαίτερη μνεία στους In Vain είναι η πολυφωνία, καθώς τα φωνητικά καθήκοντα μοιράζονται μεταξύ του Sindre Nedland (στα growls και τα επικά καθαρά) και Andreas Frigstad (στα screams), ενώ κι οι υπόλοιποι συνεισφέρουν με backing φωνητικά, δίνοντας έναν πλουραλισμό στα κομμάτια, που τα κάνει να μοιάζουν πολυσύνθετα και δαιδαλώδη.
Ωστόσο, και παρά τα εντυπωσιακά επιμέρους, εκείνο που έρχεται να αντισταθμίσει τον ενθουσιασμό είναι το ίδιο παράπονο που και στο παρελθόν μετριάζει τη θετική ανταπόκριση στη μουσική τους. Η ομοιογένεια με την ομοιομορφία είναι δύο διαφορετικά πράγματα, και η μουσική των In Vain γέρνει εμφατικά προς το δεύτερο, με μία φόρμουλα που μπορεί εύκολα να γίνει προβλέψιμη, και να κάνει τη μία ώρα ακρόασης του “Solemn” (αλλά και την διαδοχική ακρόαση μετά το “Currents”), να μοιάζει με τρέξιμο σε μεγάλη ευθεία, χωρίς σαφείς διαφοροποιήσεις σε μια κατά τ’ άλλα ευχάριστη διαδρομή.
Απ’ την άλλη, για συγκρότημα που επιχειρεί να ακούγεται προοδευτικό και ιδιαίτερο, πέραν του προαναφερθέντος σημείου με τα χάλκινα στο πρώτο κομμάτι, είναι ελάχιστες οι γωνίες του ήχου τους. Όλα μοιάζουν προσεκτικά τοποθετημένα και βερνικωμένα, ώστε στο τέλος να μην υπάρχει αυτή η παραξενιά που θα σε σκαλώσει, θα σε μπερδέψει, και θα κάνει τον ήχο τους και «αξιοπερίεργο» πέραν από απλώς «άξιο». Λείπει μία πινελιά ιδιοσυγκρασίας που θα έκανε τον επικό, θριαμβευτικό θα έλεγες, ήχο τους, να ανέβει ένα ακόμη σκαλοπάτι πιο κοντά στο ανεπανάληπτο – σκαλοπάτι που παρά την πολύ καλή δουλειά σ’ όλους τους τομείς (ακόμη και στα σαφώς βελτιωμένα εξώφυλλα των δύο τελευταίων άλμπουμ), το συγκρότημα ακόμη δεν φαίνεται να το έχει ανέβει.