Godsticks

Emergence

Self Released (2015)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 07/07/2015
Βρετανικό alt-prog τρίο με καλά στοιχεία, αλλά και κάποιες αδυναμίες
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η περίπτωση αυτού του βρετανικού σχήματος είναι από εκείνες που μπορούν να παιδέψουν ιδιαίτερα όποιον θελήσει να γράψει κάτι για τη μουσική τους, ειδικά αν θέλει να τους τοποθετήσει σε ένα πλαίσιο ή σε ένα target group. Θα μπορούσε να τους κατατάξει κάποιος στην αχανή και απροσδιόριστη οικογένεια του progressive, αλλά ο ήχος τους είναι πιο κοντά σε αυτό που προ εικοσαετίας θα θεωρούταν ως alternative. Ας τους πούμε, λοιπόν, alt-prog για να ξεμπερδεύουμε με αυτό.

Για να γίνει λίγο πιο χειροπιαστός ο παραπάνω όρος, έχουν περιοδεύσει με τους The Pineapple Thief και τους The Aristocrats, κι αν και ηχητικά με τους δεύτερους δεν έχουν καμία σχέση, θα έλεγα πως ακούγονται σαν ένα ηχητικό μπαστάρδεμα των πρώτων με τους Soundgarden και τους Rush (ο τίτλος τραγουδιού "Exit Stage Right" ίσως αποδεικνύει την επιρροή). Αποτελούν το πνευματικό παιδί του Darran Charles, ο οποίος έχει γράψει σχεδόν μόνος του το σύνολο των τραγουδιών, όντας παράλληλα τραγουδιστής, κιθαρίστας και πληκτράς, κάτι που μας κάνει να συμπεράνουμε πως πρόκειται για one man show.

Στο δια ταύτα, ο πολύ καθαρός και δυνατός ήχος είναι το ατού του (αισίως) τρίτου τους άλμπουμ "Emergence", του οποίο το συνθετικό επίπεδο κρίνεται μεστό, στηριζόμενο κυρίως στα riff του Charles και στο ακριβές rhythm section των Steve Roberts και Dan Nelson. Αντίθετα, σε επίπεδο φωνητικών (τόσο ικανοτήτων, όσο και γραμμών) το αποτέλεσμα έχω την αίσθηση πως υστερεί. Κάτι η περίεργη χροιά της φωνής του Charles, η οποία τοποθετείται κάπου μεταξύ των Ian Thornley (Big Wreck), Sully Erna (Godsmack) και Michael Poulsen (Volbeat) -χωρίς φυσικά να προσεγγίζει την ποιότητα κανενός- και κάτι η έλλειψη πιασάρκικων ή εμπνευσμένων γραμμών δεν βοηθούν τις συνθέσεις να αναδειχθούν.

Από τις έντεκα συνθέσεις που περιλαμβάνει το άλμπουμ θα ξεχώριζα αυτές που βρίσκονται στην αρχή του, δηλαδή τα "Below The Belt", "Ruin" και "Much Sinister" (με το τελευταίο να αποτελεί και το πρώτο δείγμα / βίντεο, μέσα από αυτό), καθώς και αυτές που βρίσκονται στο τέλος του, ήτοι το ομώνυμο τραγούδι (που περιλαμβάνει τα καλύτερα riff στο άλμπουμ) και το πολύ καλό "Luck Of Scrutiny" με την ενδιαφέρουσα ενορχήστρωση.

Να σημειωθεί πως ο Bruce Stood των The Pineapple Thief προσφέρει δεύτερα φωνητικά σε κάποιες συνθέσεις, χωρίς όμως να κάνει αισθητή την παρουσία του, ενώ το artwork της digipack έκδοσης είναι πολύ προσεγμένο για όσους δίνουν ακόμα σημασία σε τέτοιου είδους λεπτομέρειες.

Η τελική γεύση που αφήνουν οι Godsticks είναι ανάμικτη, έχοντας μια αδιαμφισβήτητη ποιότητα και μερικές επιμέρους καλές ιδέες, αλλά όχι κάτι το πραγματικά ξεχωριστό να πουν. Απαιτούν έναν αριθμό ακροάσεων που δύσκολα θα τους χαρίσει κάποιος στις μέρες μας, αλλά επειδή αυτές περιπτώσεις σαν τις δικές του εμπεριέχουν μεγάλο ποσοστό υποκειμενικότητας, δεν θα απέτρεπα κανέναν από το να τους δώσει μια ευκαιρία.
  • SHARE
  • TWEET