AfroCubism

AfroCubism

World Circuit (2010)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 10/11/2010
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Οι ιστορίες πίσω από τη δημιουργία των mega-hits παρουσιάζουν πάντοτε μεγάλο ενδιαφέρον. Έτσι, και η ιστορία που κρύβεται πίσω από το μεγαλύτερο best-seller των τελευταίων δεκαετιών προερχόμενο από το χώρο της λεγόμενης «μουσικής του κόσμου» δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Το φαινόμενο "Buena Vista Social Club" (1997) ηχογραφήθηκε στην Κούβα σε ένα studio που κάποτε άνηκε στην RCA, όπου ο εξοπλισμός δεν είχε εκσυγχρονιστεί από τη δεκαετία του 1950. Οι ηχογραφήσεις (υπό την επίβλεψη του Ry Cooder και του παραγωγού της World Circuit, Nick Gold) διήρκησαν μόλις έξι ημέρες, οι οποίες όμως ήταν αρκετές για να «αιχμαλωτίσουν» ανεπανάληπτες ερμηνείες κορυφαίων μουσικών -πολλοί εκ των οποίων διένυαν ακόμη και την ένατη δεκαετία της ζωής τους!- κάνοντας γνωστό σε όλον τον πλανήτη τον πλούτο της κουβανέζικης μουσικής. Μέχρι σήμερα, το album έχει πουλήσει παγκοσμίως περίπου δέκα εκατομμύρια, ενώ ακόμη και το Rolling Stone στη λίστα που δημοσίευσε το 2003 με τα 500 σημαντικότερα albums όλων των εποχών το κατέταξε στη 260η θέση. Βοήθησε φυσικά και το συγκινητικό ντοκυμαντέρ του Wim Wenders. Παρ' όλα αυτά, ακόμη και αυτό το αδιαμφισβήτητο διαμάντι προέκυψε ως εναλλακτικό σχέδιο σωτηρίας ενός project που ξεκίνησε αλλιώς.

Η αρχική ιδέα αφορούσε στη συνεργασία της «Εθνικής Κούβας» με δύο από τους καλύτερους μουσικούς του Μαλί, του Djelimady Tounkara (κιθάρα) και του Bassekou Kouyate (ngoni), οι οποίοι, όμως, δεν ήταν πιστοί στο ραντεβού τους με τους Κουβανούς ...και την ιστορία. Το επικρατέστερο και παράλληλα επιεικέστερο σενάριο αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους οι δύο μουσικοί δεν έφτασαν το 1996 στην Αβάνα σχετίζεται με προβλήματα στην έκδοση βίζας. Κυκλοφορούν φήμες, ωστόσο, ότι έχασαν τα διαβατήριά τους ή ότι προτίμησαν να ασχοληθούν με κάτι άλλο που θεώρησαν ότι είχε καλύτερες προοπτικές. Όποια κι αν είναι η αλήθεια για το τι συνέβη τότε, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για το τι ακολούθησε, καθώς όλες οι μαρτυρίες συγκλίνουν στο ότι έκτοτε οι δυο μουσικοί κατέστρεψαν πολλούς τοίχους χτυπώντας το κεφάλι τους.

Περί δεύτερης ευκαιρίας ο λόγος, λοιπόν. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, μπορεί οι Compay Segundo, Rubén González και Ibrahim Ferrer να μη βρίσκονται πλέον κοντά μας, αλλά αυτή τη φορά μια μεγαλύτερη παρέα Αφρικανών βρήκε το δρόμο και το αρχικό σχέδιο έγινε επιτέλους πραγματικότητα υπό τον εύστοχο τίτλο "AfroCubism".  Δεν ξέρω ποια θα ήταν η εξέλιξη εάν η συνεργασία είχε ολοκληρωθεί το 1996. Ίσως ποτέ να μην είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε το θρυλικό πλέον album, ίσως τα πράγματα να ήταν ακόμη καλύτερα, ίσως, πάλι, το αποτέλεσμα της συνεργασίας να ήταν υπέρ το δέον εξεζητημένο και ως εκ τούτου να ήταν δύσκολο να φτάσει στα αυτιά του κόσμου που δεν είχε εκτεθεί στο «βασικό» πακέτο: αυτό της εισαγωγής στην κουβανέζικη μουσική που αποτέλεσε το "Buena Vista Social Club". Μόνο να υποθέσει μπορεί κανείς. 

Σύμφωνα με τη λογική του εμπορίου πάντως, θα περίμενε κανείς η δεύτερη ευκαιρία στην εν λόγω συνεργασία να δινόταν πολύ νωρίτερα, στο απόρευμα της επιτυχίας του "Buena Vista Social Club" και του επίσης εξαιρετικού "Introducing... Rubén González" (1997), με σκοπό την κεφαλαιοποίηση του momentum που είχε διαμορφωθεί. Η αναμονή, ωστόσο, φαίνεται να έκανε καλό. Σα συμπιεσμένο ελατήριο, η κολεκτίβα εκτονώθηκε με μια άκρως γόνιμη συνεργασία, καθώς οι μουσικοί των δύο χωρών -που δεν είχαν ξαναπαίξει μαζί- ηχογράφησαν δεκαεπτά κομμάτια σε μόλις πέντε ημέρες, ενώ άλλα εννέα ηχογραφήθηκαν σε μια δεύτερη, εξίσου σύντομη, συνάντηση μερικούς μήνες αργότερα.

Το "AfroCubism" κυριολεκτικά ξεχειλίζει από ρυθμούς, μελωδίες, υπέροχους ήχους και ζεστές ερμηνείες. Το «πάντρεμα» των δυο σχολών μοιάζει πραγματικά να γίνεται με αβίαστο τρόπο, παρακάμπτοντας τις μεγάλες πολιτισμικές διαφορές. Ίσως ένας λόγος για τον οποίο η συνεργασία αυτή πήγε τόσο καλά να είναι η αμφίδρομη επιρροή της μουσικής των δύο χωρών, καθώς οι μεν ήχοι της Κούβας έχουν μακρινές ρίζες στη μουσική της «μητέρας» Αφρικής (το λεγόμενο μουσικό ιδίωμα "Son Cubano", το οποίο γνώρισε μεγάλη άνθηση στη δεκαετία του 1930, αποτελεί μείγμα ισπανικού canción με αφρικανικούς ρυθμούς και κρουστά), ενώ και το Μαλί με την πλούσια μουσική του παράδοση προφανώς δε θα μπορούσε να μείνει αδιάφορο στην εξαγωγική επιτυχία των Κουβανών παππούδων.

Επικεφαλής της κουβανέζικης αντιπροσωπείας και κύριος συνδετικός κρίκος με το "Buena Vista Social Club" (πέραν του παραγωγού Nick Gold) είναι ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Eliades Ochoa, που μάθαμε από το "Chan Chan". Από την άλλη μεριά ξεχωρίζουν οι κιθάρες του Djelimady Tounkara (μέλους των Super Rail Band) και το βιμπράφωνο (balafon για την ακρίβεια) του Lassana Diabaté, ο οποίος κάνει θαύματα και προσθέτει ένα χρωματιστό επίπεδο στο βάθος. Το σύνολο των μουσικών είναι άριστοι και διεθνώς αναγνωρισμένοι βιρτουόζοι στο είδος τους. Έτσι λοιπόν, όλα τα κομμάτια αυτού του supergroup βρίσκονται σε πολύ υψηλό επίπεδο και δύσκολα μπορεί κανείς να ξεχωρίσει κάποιο. Προσωπικά μου άρεσε το παραδοσιακό κουβανέζικο "La Culebra" και το "Jarabi", το οποίο κάποια στιγμή «κόλλησε» στο repeat. Πάντως, χωρίς να θέλω να μειώσω του Κουβανούς, έχω την εντύπωση πως οι Αφρικανοί, έστω και αν παίξανε «εκτός έδρας», ήταν εκείνοι που έκλεψαν την παράσταση σε αυτή τη συγκλονιστική μουσική συνάντηση.

Από ό,τι φαίνεται, λοιπόν, η αναμονή των δεκατεσσάρων ετών άξιζε τον κόπο και το "AfroCubism", ένα υπέροχο album που ενώνει δυο κόσμους, κοιτάζει στα μάτια το αριστούργημα του 1997, αποτελώντας μια από τις σημαντικότερες κυκλοφορίες της χρονιάς. Περιττό να πω ότι όποιος πέρασε καλά με το "Buena Vista Social Club" θα λατρέψει και τη φετινή κυκλοφορία της World Circuit, η οποία από πλευράς καινοτομίας έχει, εξ ορισμού, ακόμη μεγαλύτερη αξία. Και εις άλλα με υγεία παιδιά!
  • SHARE
  • TWEET