The Mars Volta @ Somerset House (Λονδίνο), 13/07/09

Από τον Κώστα Σακκαλή, 31/08/2009 @ 18:33
Είναι απίστευτο το τι μπορεί να πετύχει ο νους του ανθρώπου άμα το βάλει στόχο και το επιθυμεί πολύ. Και αν όχι του ανθρώπου γενικά, τουλάχιστον του γνωστού για τη λαιμαργία του για τις απολαύσεις της ζωής, Χρήστου Κισατζεκιάν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το επίτευγμά του ήταν να κινήσει μαεστρικά τα κατάλληλα νήματα ώστε η μία και μοναδική ημέρα από το τετραήμερο ταξίδι μας στο Λονδίνο που είχε κρατηθεί για τουρισμό να δεσμευτεί και αυτή συναυλιακά, προς μεγάλη μας τέρψη. Και για να γίνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα η πρόκληση, έπρεπε όλες οι ενέργειες να γίνουν αυθημερόν, μέσα σε 4-5 ώρες, και μάλιστα με σκοπό να δούμε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και «καυτά» σύγχρονα σχήματα, τους Mars Volta, σε μία ήδη sold out συναυλία. Ευκολάκι δηλαδή. Αν είχαμε λίγο χρόνο παραπάνω μπορεί και να είχαμε κλείσει συνέντευξη και από τη Βασίλισσα Ελισάβετ.



Κάπως έτσι βρεθήκαμε στο υπέροχο αίθριο του Somerset House, στην καρδιά του Λονδίνου, περιτριγυρισμένοι από Βικτωριανά κτίρια, μαζί με περίπου 2500-3000 χιλιάδες θεατές, όταν στο χώρο αυτό στην Ελλάδα πιθανότατα θα είχαν στριμωχτεί τουλάχιστον οι διπλάσιοι. Το κοινό γενικά ήταν μικρής ηλικίας και αυτό που με πρώτη ματιά θα ονομάζαμε «ψαγμένο» ή «εναλλακτικό». Ωραίες φάτσες δηλαδή, που φαινόταν ότι ήξεραν πολύ καλά τι είχαν έρθει να παρακολουθήσουν. Χωρίς support συγκρότημα, οι Mars Volta εμφανίστηκαν υπό τη γενική αποθέωση και με το «καλημέρα», η καλύτερα πριν καν πουν έστω κι αυτό, ξεκίνησαν το καταιγιστικό τους set.



Δεν ξέρω πόσο κατανοητό γίνεται από τις στούντιο δουλειές τους, αλλά αυτό που καταφέρνουν επί σκηνής οι Mars Volta είναι απερίγραπτο. Παράγουν μία μουσική που πριν η δυναμική της βασανίσει τα αυτιά σου, έχει ήδη τρυπήσει το συκώτι σου και που ποτέ δε μπορείς να την κατανοήσεις πλήρως, μπορείς όμως να την απολαύσεις. Περίεργες μελωδίες, φαινομενικά αταίριαστοι ρυθμοί, φωνή και όργανα σε πολεμική παράταξη, όλα καταφέρνουν να συνδέονται μαγικά σε ένα άκουσμα που δεν είναι εύκολο, δε θα είναι ποτέ υπόκρουση σε κάποια άλλη σου δραστηριότητα, απαιτεί την πλήρη συγκέντρωσή σου, αλλά ανταμείβει και ανάλογα.



Αν έπρεπε να τους περιγράψω, θα έλεγα ότι συνδυάζουν τη δυναμική των MC5 με την τεχνοκρατία των King Crimson και το «χάσιμο» των Barrett-κών Pink Floyd. Όμως ακόμα πιο κατατοπιστικό ίσως να είναι αν πούμε ότι έχουν βάλει σκοπό να χτίσουν τον ήχο τους πάνω στο περίφημο "21st Century Schizoid Man" των δεύτερων, λες και αποφάσισαν ότι το συγκεκριμένο κομμάτι δεν είχε κάνει ήδη αρκετή «ζημιά» στο μουσικό κόσμο, δεν ήταν (είναι;) ήδη αρκετά μπροστά από την εποχή του και θέλησαν να επεκτείνουν τις συνέπειές του.



Ο πεντακάθαρος ήχος του χώρου μας έδωσε την ευκαιρία να απολαύσουμε την ομορφιά όλων των οργάνων, αν και, όσο και αν προσπάθησα να κρατήσω τις ισορροπίες και να αποδώσω τα του Καίσαρως τω Omar Rodriguez-Lopez και της κιθάρας του, μπάσο και κρουστά με μαγνήτιζαν περισσότερο. Διευκρινίζω ότι μιλάμε για τα όργανα.

Γιατί, κατά τα άλλα, αδιαφιλονίκητος κυρίαρχος της σκηνής ήταν φυσικά ο Cedric Bixler-Zavala. Θα ήταν πολύ κοντά στην αλήθεια να πω ότι πέρασε το ήμισυ του χρόνου του στον αέρα, τόσο συχνά που χοροπηδούσε από τη μία άκρη στην άλλη, πότε τινάζοντας το κορμί του στον ουρανό και πότε διπλωμένος στο σανίδι. Χτυπιόταν σε απόλυτη αρμονία με το ρυθμό και φυσικά πλαισίωνε τα κομμάτια με την αψεγάδιαστη φωνή του που μοιάζει ένα κράμα από Robert Plant, Damo Suzuki (Can), Geddy Lee (Rush) και Rob Tyner (MC5). Κάποια στιγμή ψιθύρισε και τους στίχους από το ρεφρέν του "Strychnine" των Sonics («some people like water, some people like wine, I like the taste of sweet strychnine") μέσα στην παραζάλη ενός δαιδαλώδους τζαμαρίσματος. Εξάλλου κάπως έτσι διαμορφωνόταν και η δομή όλων των συνθέσεων, απομακρυνόμενοι σε κάποιο σημείο τους για να περιπλανηθούν σε παράξενα ηχοτοπία και ξαναγυρίζοντας απρόσμενα στο ίδιο σημείο για να συνεχίσουν την πορεία τους προς ένα μαγεμένο κοινό.

Απορροφημένος όπως ήμουν μέσα σε όλες αυτές τις σκέψεις και τις εντυπώσεις, τα τραγούδια διαδέχονταν το ένα το άλλο χωρίς παύση ούτε δευτερολέπτου, ενώ και τις λίγες φορές που απευθύνθηκαν στο κοινό αυτό έγινε για να δώσουν κάποια πληροφορία σχετικά με το τραγούδι που παίζουν, όπως το ποια ανήκουν στο νέο άλμπουμ "Octahedron" (το τίμησαν δεόντως, παίζοντας πέντε από τις οκτώ συνθέσεις του) ή ότι το "Ilyana" είναι εμπνευσμένο από και γραμμένο για την Αγγλίδα ηθοποιό Helen Mirren ή ακόμα και για να παραπονεθούν ότι το εξώφυλλο του πρώτου δίσκου τους ήταν επιλογή της εταιρίας τους, ενώ αυτοί είχαν προτιμήσει μία μέδουσα (jellyfish) να το διακοσμεί.

Στη μιάμιση ώρα ήρθε η πρώτη παύση για μερικές ανάσες δευτερολέπτων και νέα συνέχεια μέχρι το δίωρο, που ήταν και η συνολική διάρκεια της συναυλίας, χωρίς encore, αφού τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Με το που τελείωσε το "Wax Simulacra" κάρφωσαν τα όργανά τους στη θέση τους, μας ευχαρίστησαν και εγκατέλειψαν τη σκηνή με συνοπτικές διαδικασίες, όπως εξάλλου θα άρμοζε και στη συνολική «τσίτα τα γκάζια» εμφάνισή τους.

Όταν κατάφερα να κλείσω το στόμα μου από το θέαμα που μόλις είχε τελειώσει, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το πόσο ανάγκη είναι να δούμε αυτό το συγκρότημα στην Ελλάδα. Αμήν.

Setlist:
01. Goliath
02. Cotopaxi
03. Roulette Dares
04. Viscera Eyes
05. Halo Of Nembutals
06. Cygnus
07. Desperate Graves
08. Ilyena
09. Teflon
10. Drunkship Of Lanterns
11. Luciforms
12. The Widow
13. Wax Simulacra

Περισσότερες φωτογραφίες:











Κώστας Σακκαλής
  • SHARE
  • TWEET