Judas Priest, Whitesnake, Opeth, Firewind @ Πλατεία Νερού, 05/07/11

Από τους Χρυσόστομο Μπάρμπα, Βαγγέλη Ευαγγελάτο, Θοδωρή Μηνιάτη, 06/07/2011 @ 16:44
Το καλοκαίρι είναι σίγουρα μια εποχή για την οποία αδημονούμε όλοι μας κατά τη διάρκεια του χρόνου. Και βέβαια, μία απ' τις κυριότερες αιτίες αυτής της αδημονίας είναι τα συναυλιακά δρώμενα, που συνήθως «παίρνουν φωτιά» αυτή την εποχή του έτους. Φέτος, λοιπόν, ένα από τα δυνατότερα πακέτα του καλοκαιριού -τουλάχιστον όσον αφορά στη δυναμική των ονομάτων- ήταν αυτό των Judas Priest, Whitesnake, Opeth και Firewind. Λίγο η «τελευταία» ευκαιρία για το ελληνικό κοινό να απολαύσει τους Priest, λίγο το αμείωτο ενδιαφέρον για τον Coverdale και την παρέα του, η συγκεκριμένη συναυλία σίγουρα δε θα περνούσε απαρατήρητη.

Το show άνοιξαν οι Έλληνες Karma Violens, τους οποίους δυστυχώς δε θα μπορέσουμε να σας παρουσιάσουμε στο παρόν report, λόγω μιας μικρής ασυνεννοησίας με τους διοργανωτές, η οποία μας στέρησε την ευκαιρία να βρεθούμε στον τόπο διεξαγωγής εγκαίρως.

Ακολουθώντας, λοιπόν, το πρόγραμμα, το οποίο ξεκίνησε νωρίτερα απ' την προκαθορισμένη ώρα, οι Firewind βρέθηκαν στη σκηνή δέκα λεπτά πριν τις έξι, ξεκινώντας με το "Ark Of Lies" και δείχνοντας τις καλύτερες προθέσεις για τη συνέχεια. Η ήχος πάντως έμοιαζε να τους προδίδει σε αρκετά σημεία. Το βάρος συνέχισε να πέφτει στις τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του συγκροτήματος με τα "Head Up High" και "World On Fire", στα οποία και άρχισαν να διαφαίνονται κάποιες αδυναμίες στην απόδοση του Apollo Papathanasio, καθώς ο τραγουδιστής άφηνε αρκετά σημεία στον κόσμο.



Όσο περνούσε η ώρα, ο ήχος έμοιαζε να έχει βελτιωθεί σε κάποιο βαθμό και τα "Mercenary Man" και "I Am The Anger" ήρθαν να ταρακουνήσουν κάπως το κοινό, το οποίο θα μπορούσε να πει κανείς πως δεν ήταν τόσο πολυάριθμο όσο θα αναμενόταν. Μετά από περίπου σαράντα λεπτά πάνω στη σκηνή, η μπάντα έκλεισε το set της με το "Falling To Pieces", ανανεώνοντας το ραντεβού της με το αθηναϊκό κοινό και δίνοντας για μια ακόμη φορά τα διαπιστευτήριά της ως ένα επαγγελματικότατο σχήμα που σέβεται τον καθένα που έχει σπεύσει να το παρακολουθήσει.



Setlist:
Ark Of Lies / Head Up High / World On Fire / Gus G. & Bob Katsionis solo / Till The End Of Time / Mercenary Man / I Am The Anger / Tyranny / Falling To Pieces

Χρυσόστομος Μπάρμπας

Οι ανοιχτοί χώροι και ο ήλιος πάντα θα αποτελούν ορκισμένους εχθρούς των Opeth. Όσο κλισέ κι αν ακούγεται, η σουηδική μπάντα χάνει σχεδόν το 50% της δυναμικής της όταν παίζει σε φεστιβάλ, πόσο μάλλον και σε μικρές ώρες. Από αυτή την άποψη ήταν ήδη καταδικασμένοι για μία μέτρια εμφάνιση, κάτι που δυστυχώς αποδείχθηκε στη μία ώρα που κράτησε.

Το έναυσμα έδωσε το "The Grand Conjuration", με τη συνοδεία κάποιων ηχητικών προβλημάτων που τους συντρόφευσαν στο μεγαλύτερο μέρος του live. Ο Fredrik Åkesson ήταν για ακόμη μια φορά ο πιο προδομένος σ' αυτό τον τομέα, αφού η κιθάρα του διακρινόταν λιγότερο από όλα τα όργανα, ενώ και τα πλήκτρα του νεοεισελθόντα Joakim Svalberg (Yngwie Malmsteen, Glenn Hughes) είχαν τα δικά τους σκαμπανεβάσματα.



Η συνέχεια περιελάμβανε διαλεγμένα κομμάτια με λιγοστά ή και καθόλου brutal μέρη, προφανώς λόγω της φανερής αδυναμίας του Åkerfeldt να τα αποδώσει όπως άλλοτε. Ας είναι, αφού, όποια κι αν ήταν η αιτία, το μαγευτικό "Face Of Melinda" κατάφερε να δημιουργήσει ατμόσφαιρα ακόμα και κάτω απ' αυτές τις συνθήκες. Τα "The Lotus Eater" και "Hex Omega" είναι μεγάλα κομμάτια, επομένως η αμετακίνητη θέση τους στα setlist συγχωρείται -αν και η απουσία του "Deliverance" ήταν ηχηρή-, ενώ το "Master's Apprentices" με το κλεμμένο Morbid Angel riff (όπως παραδέχτηκε ο Mikael) τέσταρε τα όρια των αντοχών του κοινού. Απώτερο σημείο της εμφάνισης των Σουηδών αποτέλεσε και πάλι το «hit single» "The Drapery Falls", «παρόλο που δεν ήταν ποτέ single, αλλά ούτε και hit», κατά τα λεγόμενα του πάντα ομιλητικού Åkerfeldt.



Στο τέλος της μέρας, αυτό που θα έχουμε να θυμόμαστε είναι μία μετρίου επιπέδου συναυλία, από ένα συγκρότημα του οποίου οι πραγματικές δυνατότητες μάς είναι καλά γνωστές. Το επόμενο ραντεβού με τους Opeth δίνεται κατά πάσα πιθανότητα κάπου μέσα στην περιοδεία του επερχόμενου "Heritage". Μέχρι τότε θα έχει καταναλώσει κι ο Μιχαλάκης το βάζο με τις ελιές που τσίμπησε από οπαδό της πρώτης σειράς.



Setlist:
The Grand Conjuration / Face Of Melinda / The Lotus Eater / Master's Apprentices / The Drapery Falls / Hex Omega

Βαγγέλης Ευαγγελάτος

Ομολογώ πως, κατευθυνόμενος προς την Πλατεία Νερού, οι προσδοκίες μου για την εμφάνιση των Whitesnake ήταν αρκετά περιορισμένες. Λίγο η προϊστορία των εμφανίσεων της μπάντας στην Ελλάδα, λίγο η προχωρημένη ηλικία του κυρίου Coverdale ήταν οι συγκυρίες που με είχαν οδηγήσει στο να κρατήσω μικρό καλάθι. Έχοντας αυτά στο μυαλό, λοιπόν, περίμενα να δω τι θα μπορούσε να μας προσφέρει σε αυτή του την εμφάνιση απ' τα μέρη μας αυτό το ιστορικό συγκρότημα.



Η προσέλευση του κόσμου όλο και αυξάνεται, τo "My Generation" των Who σιγοσβήνει απ' τα ηχεία, το Ασπρόφιδο κάνει την εμφάνισή του στο πανό πάνω στη σκηνή και οι Whitesnake πιάνουν δουλειά. Οι πρώτες νότες του "Best Years", από το "Good To Be Bad" του 2008, ηχούν και ο κόσμος ξεσηκώνεται μονομιάς, για να ακολουθήσει το γύρισμα στα παλιά ένδοξα χρόνια, με το δυναμικό "Give Me All Your Love". Οι πρώτες εντυπώσεις ιδιαίτερα θετικές, τόσο από την απόδοση της μπάντας, όσο κι από την ενέργεια και την όρεξη ενός ασταμάτητου Coverdale, ο οποίος (με λίγη βοήθεια σίγουρα από τον ηχολήπτη) έδειχνε να προσπαθεί και να καταφέρνει να τραγουδήσει με πάθος και -όσο το δυνατόν περισσότερη- ακρίβεια τις επιτυχίες του συγκροτήματος.



Τα "Love Ain't No Stranger" και "Is This Love" ήρθαν να κάνουν τον καθένα μας στην Πλατεία Νερού να τραγουδήσει σχεδόν κάθε στίχο τους και στη συνέχεια ακολούθησαν τρεις συνθέσεις από το τελευταίο άλμπουμ των Whitesnake, "Forevermore". Το αισθαντικό ομώνυμο, το bluesy "Steal Your Heart Away" και το single "Love Will Set You Free" έτυχαν αρκετά ένθερμης αποδοχής από το κοινό. Ρίχνοντας μια ματιά στο ρολόι, η ώρα της ολοκλήρωσης της εμφάνισης των Whitesnake μοιάζει να πλησιάζει, αλλά ακόμα δεν έχουμε δει τα καλύτερα.



Ένα σύντομο πέρασμα από το "Slide It In" και στη συνέχεια το «δέσιμό» του με το "Fool For Your Loving" μπορεί να φαντάζουν ιδανικά, αλλά το "Here I Go Again" και το "Still Of The Night" έρχονται να ταρακουνήσουν για τα καλά το Φάληρο. Και εκεί που όλοι νομίζουμε πως η συγκεκριμένη εμφάνιση έχει περάσει στην ιστορία, ο David Coverdale παραμένει στη σκηνή για να τραγουδήσει ένα μέρος του "Soldier Of Fortune" και στη συνέχεια να αποχαιρετήσει το αθηναϊκό κοινό υπό τη μελωδία του "We Wish You Well", που ακουγόταν απ' τα μεγάφωνα.



Η εν λόγω εμφάνιση των Whitesnake δε μπορεί παρά να συμπεριληφθεί στις πολύ καλές τους, αφού το συγκρότημα απέδωσε τα αναμενόμενα και περισσότερα, ενώ ο ίδιος ο Coverdale τίμησε με το πάθος και την ατέλειωτη όρεξή του τον καθένα μας που αποφάσισε να τον παρακολουθήσει.

Setlist:
Best Years / Give Me All Your Love / Love Ain't No Stranger / Is This Love / Steal Your Heart Away / Forevermore / Doug Aldrich & Reb Beach solo / Love Will Set You Free / Brian Tichy solo / Slide It In / Fool For Your Loving / Here I Go Again / Still Of The Night / Soldier Of Fortune (a cappella)

Χρυσόστομος Μπάρμπας

Η μεγάλη στιγμή ολοένα και πλησίαζε. Τους έχουμε απολαύσει να παίζουν ζωντανά, από το DVD μας, από τις βιντεοκασέτες οι πιο μεγάλοι ηλικιακά, από τα βινύλια, από τα cd και κάθε άλλη μορφή ήχου και εικόνας που υπάρχει. Η αλήθεια είναι ότι δεν τους βαριόμαστε. Όσο τα λεπτά κυλούσαν προς την έναρξη υπήρχαν δύο κυρίως ερωτήματα: Πώς Θα είναι επί σκηνής ο νέος κιθαρίστας της μπάντας, Ritchie Faulkner; Θα μπορέσει να καλύψει το κενό του προσφάτως αποχωρήσαντα K.K. Downing; Θα μπορέσει ο Halford να τραγουδήσει καλά;

Ερωτήματα που ευτυχώς απαντήθηκαν γρήγορα και με τον πλέον ευχάριστο τρόπο. Υπό τους ήχους του "War Pigs" η μεγάλη κουρτίνα που έγραφε «Epitaph», τίτλο που έχουν δώσει στην τρέχουσα και, απ' ό,τι λένε, τελευταία περιοδεία της καριέρας τους, σκέπαζε τη σκηνή. Λίγο πριν το τέλος του ύμνου των Sabbath, τα μέλη των Priest πήραν τη θέση τους επί σκηνής και έτσι, μετά το mini instrumental "Battle Hymns", το "Rapid Fire" άνοιξε την αυλαία κυριολεκτικά και μεταφορικά. Στο background της σκηνής ένα μεγάλο πανό με τις απλές λιτές περιγραφικές λέξεις «Welcome To The Home Of British Steel» μάς έδινε την πρώτη οδηγία του τι θα βλέπαμε.

Από το πρώτο δευτερόλεπτο ο κομήτης που λέγεται Judas Priest έπεσε με τεράστια δύναμη πάνω μας. Το "Metal Gods" έδωσε ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στον κόσμο που είχε κατακλύσει κάθε πιθανό σημείο εντός και εκτός χώρου, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ταχύτατα μια πανέμορφη εικόνα και ποικιλία συναισθημάτων. Οι Judas Priest είναι από τις λίγες μπάντες που σε ιδρώνουν ακόμα και αν είσαι στατικός ή και ακίνητος. Είναι ένα συγκρότημα που ακόμα και τώρα, «στα γεράματα», αγαπάει αυτό που κάνει, δεν το κάνει αγγαρεία, όπως ίσως κάποιοι άλλοι μεγάλοι, και καταφέρνει να επικοινωνεί με τον κόσμο ανελλιπώς. Με δυο λέξεις: «Heavy Metal». Αυτό έκαναν και αυτό θα κάνουν όσο θα το επιτρέψουν οι αντοχές τους. Το βράδυ της Τρίτης δε θα ξέφευγαν από ό,τι μας έχει κάνει να έχουμε άπειρες ονειρώξεις.



Επιλέγοντας ένα άτυπο best of κατάφεραν στις δυο ώρες που έπαιξαν να ξεσηκώσουν τους πάντες και τα πάντα. Αν το τσιμέντο που πατούσαμε είχε φωνή, θα παρακαλούσε να σταματήσουμε να χοροπηδάμε γιατί πονάει. Αν η θάλασσα που ήταν κοντά μας είχε ψυχή, θα μάς φώναζε τον Ποσειδώνια και τις Σειρήνες να συμμετέχουν στο metal πάρτυ που είχε στηθεί λίγα μετρά δίπλα τους. Τι διαβάσατε; Σειρήνες; Μπα, δε θα τις χρειαζόμασταν, αφού στη σκηνή ήταν ο Rob Halford πίσω από το μικρόφωνο. Τα λόγια μετά το πέρας της εμφάνισης του περιττά. Ο τρόπος που ερμήνευε τα κομμάτια ήταν λες και άκουγες τους δίσκους από το 1991 και πίσω. Κολασμένα απόκοσμος και σεληνιασμένος, ανά στιγμές αναρωτιόσουν πού έχει αυτό το σθένος και αποδίδει ακόμα έτσι. Λίγο πιο κάτω θα διαβάσετε το setlist. Κάθε τσιρίδα, κάθε στριγκλιά που έχουμε συνηθίσει στα άλμπουμ θα το ακούγαμε σχεδόν σαν copy-paste. Ο χρόνος μάλλον έχει τσακωθεί μαζί του, αφού πια δεν τον αγγίζει.



Έτσι, το πρώτο ερώτημα απαντήθηκε γρήγορα, όσο και το δεύτερο. Ομολογώ ότι ήμουν λίγο προκατειλημμένος με τη μη άφιξη του K.K. Downing. Βλέπετε, καθείς έχει πλάσει μια εικόνα στο μυαλό του για κάθε group. Θεωρούσα ότι ο νέος κιθαρίστας θα είχε παθητικό, δευτεροκλασάτο ρόλο στην όλη εμφάνιση. Αντιθέτως, πολύ γρήγορα και αυτός με έκανε, και σίγουρα και πολλούς άλλους, να μη θυμόμαστε ή να μη λησμονούμε τον Κ.Κ.. Ο λόγος απλός. Ο Ritchie Faulkner κατάφερε να έχει επιβλητική, αρχηγική performance, λες και είναι 30 χρόνια μαζί με τους υπόλοιπους. Αντί να έχει τρακ, είχε περίσσιο τσαμπουκά και θάρρος, που σου έσβηνε από το μυαλό σου την απουσία του Κ.Κ.. Βαρύ; Μάλλον όχι. Όλοι κρίνονται από το τι προσφέρουν και όχι από τα αν και τα θα. Εκείνος είχε καταλάβει επάξια τη δεξιά πλευρά της σκηνής και με τη βοήθεια του κυρίου Tipton, εκ αριστερών, εξαπέλυαν μια ανελέητη επίθεση από heavy metal riffs που σφύριζαν στα αυτιά μας σαν οβίδες.

Τα εναπομείναντα μέλη απέδιδαν και αυτά τα τραγούδια σαν έφηβοι, κάτι που δεν πίστευες, παρά μονό αν το έβλεπες. Όλοι τους έδειχναν επί σκηνής ποιοί είναι. Σε αντίθεση με άλλους, δεν έχουν ειρωνεία προς τον κόσμο, αλλά άμεση επαφή, κάνοντας πχ το "Breaking The Law", το οποίο τραγουδήθηκε εξολοκλήρου από τον κόσμο, να είναι μια στιγμή αξέχαστη. Η επιλογή των κομματιών ήταν ό,τι έπρεπε. Μια πολύ σύντομη αναδρομή στα 35 και βάλε χρόνια καριέρας τους. Όση ώρα και να παίζουν όλοι μας θα θέλουμε να ακούσουμε το τάδε τραγούδι. Δυστυχώς δε μπορούν να μας ευχαριστήσουν πάντα. Είμαι σίγουρος όμως 1000% ότι όλοι όσοι ήταν παρόντες έφυγαν με το χαμόγελο διάπλατα στα χείλη τους. Ό,τι κομμάτι επέλεξαν να αποδώσουν ζωντανά νόμιζες ότι ακούς το δίσκο και όχι live εμφάνιση. Το πόσο μεγάλη μπάντα είναι αποδεικνύεται επίσης και από το γεγονός ότι έχουν στο βασικό setlist τους δυο κομμάτια που έχουν διασκευάσει και ηχούν λες και τα έχουν γράψει οι ίδιοι, και φυσικά ο κόσμος τα λατρεύει. Ο συνδυασμός ήχου και εικόνας ήταν κάτι το μοναδικό. Φλόγες, καπνοί και λέιζερ έδιναν μια άλλη αίσθηση στη βραδιά. Ειδικά ο ήχος ήταν τόσο κρυστάλλινος, όσο τους αξίζει για να μας κάνουν να χάσουμε τη λαλιά μας.

Σε εμφανίσεις σαν αυτήν θα ήθελα να είμαι ο γνωστός δημοσιογράφος που μετά την κατάκτηση του Euro έλεγε «τέλος, δεν περιγράφω άλλο». Τέλος, λοιπόν, κυρίες και κύριοι. Τέλος με μια εμφάνιση που θα μείνει για πάρα πολύ καιρό βαθιά χαραγμένη στη μνήμη όσων ήταν εκεί. Οι Judas Priest ήρθαν, μας πήραν τα μυαλά, τα μάζεψαν και έφυγαν ήσυχοι. Εμείς, όμως, ήσυχοι δε μπορούμε να μείνουμε. Αφού δυστυχώς δε μπορούμε να τους βλέπουμε κάθε εβδομάδα ζωντανά, έχουμε τα άλμπουμ τους για να τους μνημονεύουμε συνεχώς.

Setlist:

Battle Hymn / Rapid Fire
Metal Gods
Heading Out To The Highway
Judas Rising
Starbreaker
Victim Of Changes
Never Satisfied
Diamonds And Rust
Prophecy
Nightcrawler
Turbo Lover
Beyond The Realms Of Death
Sentinel
Blood Red Skies
The Green Manalishi (With The Two Pronged Crown)
Breaking The Law
Painkiller
Hellion / Electric Eye
------------------------------------
Hell Bent For Leather
You 've Got Another Thing Comin'
------------------------------------
Living After Midnight

Θοδωρής Μηνιάτης

Φωτογραφίες: Χρήστος Κισατζεκιάν



  • SHARE
  • TWEET