«Η αλήθεια βρίσκεται στους Sex Pistols! Γκέγκε;»

Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 14/07/2008 @ 07:14
Μια φορά κι έναν καιρό, ο εικοσιεννιάχρονος μικροκαμωμένος κοκκινοτρίχης Malcolm McLaren επέστρεψε από τη Νέα Υόρκη στο Λονδίνο και από τη σύντομη θητεία του ως δυνάμει σωτηρίου μάνατζερ των New York Dolls στο λονδρέζικο κατάστημα ρούχων, που είχε ανοίξει λίγα χρόνια πριν, σε συνεργασία με τη σχεδιάστρια Vivienne Westwood. Το «Let It Rock», στην King's Road, ήταν ένα από τα πρωτοπόρα καταστήματα που ακολούθησαν την αλλαγή από τη μόδα των teddy boys στην αντι-μόδα του punk. Μετακομίζοντας λίγα νούμερα πιο μακριά, στην ίδια οδό, το κατάστημα άλλαξε όνομα και ως «SEX» έγινε η αφορμή για τη γέννηση του διασημότερου βρετανικού punk συγκροτήματος. Κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι, «ξεχάστε τις παπαριές, έρχονται οι... Sex Pistols»!



Μέσα σε ένα κατάστημα φετιχιστικών ρούχων

Εκθαμβωμένος από την ενέργεια των μουσικών που παρακολούθησε στην Αμερική, των New York Dolls αλλά και μερικών μελλοντικών μελών των Television, ο ιδιοφυής έμπορος McLaren θέλησε να μανατζάρει μια νεανική μπάντα η οποία θα μπορούσε να προωθήσει τις αντισυμβατικές ενδυματολογικές τάσεις και τα φετιχιστικά είδη του καταστήματός του. Έχοντας ήδη αποτύχει, επί αμερικανικού εδάφους, με την καταστροφική ιδέα της χρήσης κουμουνιστικών συμβόλων και κόκκινων δερμάτινων κουστουμιών από τους New York Dolls, απτόητος, ο McLaren συνέχισε να στηρίζει δογματικά τις στιλιστικές του απόψεις.

Ο μπασίστας Glen Matlock δούλευε στο κατάστημα του McLaren, όταν γνώρισε τους πελάτες / θαμώνες Steve Jones και Paul Cook, που έπαιζαν στο συγκρότημα The Strand. Αυτή η μπάντα μετονομάστηκε σε The Swankers, καθώς ο McLaren ανέλαβε το ρόλο του μάνατζερ. Στις αρχές του 1975 ο Matlock έγινε μέλος της μπάντας, που πρόβαρε με κλεμμένα όργανα και με ύφος εμπνευσμένο από τους Small Faces και τους πρώιμους The Who. Τον Αύγουστο του 1975, ενώ εξερευνούσαν τον ήχο τους, ως αντίποδα στο «ψευδοκαλλιτεχνικό» (sic) εγκεφαλικό rock της εποχής, και αναζητούσαν τον άνθρωπο-βιτρίνα για τη θορυβώδη μουσική τους πρόταση, ένα φρικτό όραμα διέβη την πόρτα του καταστήματος της King's Road.

Με πράσινα μαλλιά και μπλουζάκι με την επιγραφή «I hate Pink Floyd», ο πανέξυπνος και αναιδής John Lyndon εμφανιζόταν ως ιδανικός trash ιεροκήρυκας του punk μηνύματος. Με μάτια γουρλωμένα και φωνή άτεχνη, ο John Lyndon μεταμορφώθηκε σε Johnny Rotten, καθώς τραγουδούσε σαν ψυχωτικός το "I'm Eighteen" του Alice Cooper, που έπαιζε στο jukebox του «SEX». Η εύθυμη οντισιόν ήταν η αρχή του μεγαλύτερου βρετανικού μουσικού εφιάλτη.

Αυτά τα τέσσερα αλητόπαιδα θα ήταν οι Sex Pistols, όπως τους ονόμασε ο McLaren, οραματιζόμενος μια μπάντα από sexy νεαρούς «φονιάδες». Με φόντο μια θλιβερή Αγγλία, την οποία ταλαιπωρούσαν έντονες κοινωνικοπολιτικές κρίσεις και αθετημένες μεταπολεμικές υποσχέσεις, ένα μάτσο Λονδρέζοι μικροαστοί αποφάσισαν να ξανακάνουν το rock επικίνδυνο, ανταλλάσσοντας τη σωματική βία με τη βία των λέξεων και του ήχου.

Μια πολύ πολύ ενοχλητική μπάντα

Ο πρώτος στίχος των Sex Pistols που ακούστηκε ποτέ από τις ράγες του βινυλίου ήταν: «Είμαι ένας αντίχριστος, είμαι ένας αναρχικός». Το Νοέμβριο του 1976, το "Anarchy In The UK" κυκλοφόρησε από την EMI και αποτελούσε ένα μουσικό μανιφέστο, αλλά και μια προειδοποίηση σχετικά με μια ατελείωτη σειρά προκλητικών συμπεριφορών.

Λίγες μέρες μετά την κυκλοφορία του πρώτου τους single, οι Sex Pistols δίνουν συνέντευξη στον Bill Grundy και έρχονται σε ρήξη με τον μεθυσμένο παρουσιαστή, κατά τη διάρκεια της τηλεοπτικής εκπομπής, προκαλώντας σκάνδαλο που κατέστρεψε την καριέρα του.

Η φήμη των Sex Pistols μεγάλωνε συνεχώς, χάρη στις συναυλίες τους, και σε κάθε μία από αυτές το κοινό φαινόταν να πλάθεται όλο και περισσότερο, για να μεταμορφωθεί σε μια ιδιαίτερη γενιά, που υιοθετούσε πρωτότυπο και προκλητικό ντύσιμο, χωρίς να παραδίδεται στην ομοιομορφία. Ανάμεσα στους ένθερμους οπαδούς της μπάντας των «τριών ακόρντων» θα βρίσκαμε τη Siouxsie Sioux, τον Billie Idol και τoν Sid Vicious. Απέναντι στην ανεκδιήγητη συμπεριφορά των ηγετών του βρετανικού punk, ο Τύπος ξερογλειφόταν και οι υπερασπιστές των ηθών έσκιζαν τα ιμάτιά τους. Το αποτέλεσμα της συνεχούς αρνητικής βοής ήταν η διακοπή της συνεργασίας τους από την αγχωμένη EMI, την οποία η μπάντα εκδικήθηκε για αυτό, μέσα από τους στίχους του κομματιού "E.M.I.", που θα κυκλοφορούσε ως το τελευταίο κομμάτι του μοναδικού τους δίσκου.

Ο διαβόητος Sid Vicious, φερόμενος και ως ο δημιουργός του pogo dance, ήταν κολλητός του Johnny Rotten. Έγινε ο μπασίστας των Sex Pistols το 1977, καθώς ο Matlock εγκατέλειψε το πόστο του, γεγονός για το οποίο η μπάντα πρόβαλε στον Τύπο απίστευτες αιτιολογίες, όπως «του άρεσαν οι Beatles» ή «έπλενε πολύ συχνά τα πόδια του». Με τη νέα τους μορφή, οι Sex Pistols υπέγραψαν με την εταιρία A&M, που υποσχόταν να μην ασκήσει κανέναν έλεγχο, αλλά «έσπασε» το συμβόλαιο σχεδόν αμέσως, καθώς η μπάντα ετοιμαζόταν να ηχογραφήσει ένα τραγούδι επίθεση στη Βασίλισσα Ελισάβετ, τη στιγμή που εκείνη γιόρταζε τα 25 χρόνια της στο θρόνο.

«Δεν γράφεις ένα τραγούδι σαν αυτό επειδή μισείς την αγγλική ράτσα. Το γράφεις γιατί την αγαπάς και έχεις βαρεθεί να βλέπεις να την κακοποιούν» έχει δηλώσει ο Rotten για το "God Save The Queen". Το Μάιο του 1977, το κομμάτι κυκλοφόρησε από τη Virgin, ως το δεύτερο single των Sex Pistols, και έφτασε, υπόπτως, μόνο ως το #2 των charts, και αυτό παρότι έχει απαγορευτεί η αναμετάδοσή του από το ραδιόφωνο. Τη μέρα της προαναφερθείσας γιορτής της Βασίλισσας, οι Sex Pistols οργάνωσαν μια συναυλία πάνω σε ένα καραβάκι, που έπλεε στον Τάμεση, και έπαιξαν το "God Save The Queen", τη στιγμή που έφτασαν μπροστά στο κοινοβούλιο, με αποτέλεσμα βίαια επεισόδια και την παρέμβαση της αστυνομίας. Μετά από λίγο καιρό ο ίδιος ο Johnny Rotten δέχτηκε επίθεση με μαχαίρι.

Μια ιστορία που έγραψε άλμπουμ

Την 28η Οκτωβρίου 1977, μετά από άλλα δυο εξαιρετικά singles ("Pretty Vacant" και "Holidays In The Sun"), κυκλοφόρησε το μοναδικό άλμπουμ των Sex Pistols, "Never Mind The Bollocks, Here's The Sex Pistols", με τη συμμετοχή του Sid Vicious να είναι ηθελημένα η ελάχιστη δυνατή. Το άλμπουμ αποτελεί ένα σταθμό στην ιστορία του rock και πηγή έμπνευσης για αμέτρητους μουσικούς. Ο τίτλος του προκάλεσε νέο σκάνδαλο, εξαιτίας της λέξης «bollocks». Όμως, η λογοκριτική απαγόρευση απορρίφθηκε, καθώς οι αρχές δέχτηκαν την εξήγηση ότι η λέξη, στα παλαιά αγγλικά, σημαίνει «ιερέας».

Η επιτυχία του άλμπουμ προκάλεσε την αναπόφευκτη έλευση των δεινών του φαινομένου της μόδας. Καθώς το "Never Mind The Bollocks..." χτυπούσε το #1 των charts, το punk ντύσιμο έγινε «στολή» και το punk μήνυμα άλλος ένας τρόπος προώθησης προϊόντων. Οι Sex Pistols περνούσαν κρίση, καθώς οι συναυλίες τους απαγορεύονταν η μία μετά την άλλη, η απόδοσή τους έπεφτε, οι σχέσεις μεταξύ τους χαρακτηρίζονταν από εκρηκτική ένταση, ενώ ο εθισμός του Vicious στην ηρωίνη γινόταν επικίνδυνος. Μετά από μια σύντομη αναλαμπή, με μερικές συναυλίες που διαφημίστηκαν υπό διαφορετικό όνομα προς αποφυγή νέων ακυρώσεων, οι τέσσερις Λονδρέζοι ξεκίνησαν μια περιοδεία/παρωδία στις ΗΠΑ.

Η αντιμετώπιση εκ μέρους των διοργανωτών και του αμερικανικού κοινού υπήρξε εχθρική και η φθορά των σχέσεων των μελών της μπάντας βρισκόταν στο πιο καταστροφικό της ζενίθ. Τη νύχτα της 14ης Ιανουαρίου 1978, οι Sex Pistols προσέφεραν μια κακή συναυλία στο κοινό του Σαν Φρανσίσκο και μετά τη διασκευή του "No Fun" των The Stooges, o Johnny Rotten απευθύνθηκε στο κοινό λέγοντας: «Είχατε ποτέ την αίσθηση ότι σας εξαπάτησαν;» και με ένα καυστικό χαμόγελο συμπλήρωσε: «Καληνύχτα σας!». Την επομένη παραιτήθηκε και αποχώρησε άφραγκος και χωρίς τρόπο να γυρίσει στο σπίτι.

Μετά το «τέλος»

Οι υπόλοιποι τρείς Pistols προσπάθησαν να συνεχίσουν χωρίς τον τραγουδιστή τους, ηχογραφώντας υλικό που κυκλοφόρησε μερικά χρόνια αργότερα. Ο Johnny Rotten ανέκτησε το κανονικό του όνομα, ίδρυσε τους Public Image Ltd. και κέρδισε, προς όφελος όλων των μελών και μετά από σειρά δικαστικών μαχών εναντίον του Malcolm McLaren, τα δικαιώματα των Sex Pistols και όσα χρηματικά ποσά δεν είχαν καταβληθεί από τον τελευταίο. Ο Sid Vicious κατηγορήθηκε για το φόνο της συντρόφου του Nancy και πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης, λίγους μήνες αργότερα. Οι Cook, Jones και ο πρώτος μπασίστας Matlock συνέχισαν τις μουσικές τους καριέρες.



Το 1996 τα τέσσερα «αυθεντικά» μέλη των Sex Pistols επανενώθηκαν για μια εξάμηνη παγκόσμια περιοδεία. Το 2002 έδωσαν, στο Λονδίνο, μια μοναδική συναυλία, που συνέπεσε με τον εορτασμό των 50 χρόνων της Ελισάβετ στο θρόνο, και το 2003 περιόδευσαν για λίγο στην Αμερική. Το 2006 πούλησαν τα δικαιώματα των ηχογραφήσεών τους στην Universal, ενώ ταυτόχρονα χλεύασαν την εισαγωγή τους στο Rock And Roll Hall Of Fame. Από το 2007 και μετά πραγματοποιούν σποραδικές ζωντανές εμφανίσεις, μια εκ των οποίων θα τους φέρει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στα πλαίσια του Fly Beyond Festival.

Οι Sex Pistols έχουν αφήσει το ανεξίτηλο πολιτιστικό στίγμα τους στην ιστορία του rock ως φορείς ενός καταστροφικού επαναστατικού μηνύματος. Θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε με τί στόμφο ηχούν πλέον οι στίχοι του "Holidays In The Sun", καθώς πλησιάζουν τα 20 χρόνια από την πτώση του Τείχους. Αν οι καιροί άλλαξαν, η ανάγκη του ατόμου να αποφύγει τον πνιγμό μέσα στην κοινωνία υφίσταται. Σε αυτό άλλωστε στηριζόταν το χαστούκι των «τριών ακόρντων». Σε αντίθεση με τον βανδαλισμό της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κίνας, από τους ακολούθους του Μάο, η επανάσταση των Sex Pistols κατέστρεψε μόνο «σκιάχτρα». Η Βασίλισσα είναι ακόμη εδώ, οι κοινωνικές ανισότητες συνεχίζουν να χωλαίνουν τα βλέμματα και το ειλικρινές punk μετατρέπεται σε μουσειακό έκθεμα. Το "Never Mind The Bollocks" όμως στέκεται πάντα γερμένο στη δισκοθήκη, αναμένοντας την επόμενη καθαρτική ακρόαση. Εξάλλου, για το μήνυμα ευθύνεται ο παραλήπτης.

Μανώλης Γεωργακάκης
  • SHARE
  • TWEET