Pears

Pears

Fat Wreck (2020)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 04/04/2020
Δυναμικός συνδυασμός hardcore και punk rock, ο οποίος, εκλύοντας τόνους ενέργειας κρύβει προβληματισμούς, απευθυνόμενος σε όλο το φάσμα οπαδών του σκληρού ήχου
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Πάνε έξι χρόνια από το ντεμπούτο - δυναμίτη "Go To Prison" των αμερικανών Pears. Τα 21 λεπτά που διαρκούσε, ήταν μια αποκάλυψη πειστικού hardcore punk, το οποίο, μπορούσε να συγκινήσει εξίσου metalheads αλλά και όσους ήταν συνηθισμένοι σε πιο punk rock καταστάσεις. Με μια τρομερή συνθετική αντίληψη ενσωμάτωσης μικρών στιγμών ποικιλομορφίας σε συνθέσεις που «φώναζαν» να ακουστούν ζωντανά, οι Pears έφτιαξαν σχετικά γρήγορα ένα όνομα στο underground. Ο τρίτος τους δίσκος που κυκλοφορεί φέτος από τη Fat Wreck Chords, δεν είναι παρά μια εξομαλυμένη πιστοποίηση όσων οι ίδιοι έφεραν στο προσκήνιο.

Στις δεκατέσσερις νέες συνθέσεις που παρουσιάζει η μπάντα, εξαρχής παρατηρείται μια εκ νέου εισροή καθαρού punk rock στο cocktail της. Αυτόματα λοιπόν, το βάρος εμπίπτει στη δυναμική των τραγουδιών, τη μνημονικότητα τους αλλά και τη θέση που θα κατέχουν στις ζωντανές εμφανίσεις της μπάντας. Πράγματι, η ορμή που τους διακατείχε κατά τη δισκογραφική τους εκκίνηση πλέον υστερεί μπροστά στις εντεταμένες μελωδίες. Βέβαια, δεν εκλείπουν οι καθαρά metal στιγμές, ούτε τα hardcore ξεσπάσματα, αφού ο δίσκος, συνυπολογίζοντας και την ικανότητα της μπάντας για έξυπνα πικρόχολους στίχους, παραμένει ουσιωδώς punk.

Οι Pears, σε μια πρώτη ανάγνωση να μένουν στάσιμοι ως προς το επίπεδο της καλλιτεχνικής διεύρυνσης της ηχητικής τους ταυτότητας, κάτι σύνηθες στην punk κουλτούρα, κακά τα ψέματα. Την ίδια στιγμή όμως, παρουσιάζουν μια ιδιαίτερη προσήλωση στη σύνθεση σπουδαίων φωνητικών γραμμών αλλά και επιμελών συνθετικών δομών, τα οποία, αν και χωρίς διάθεση ξανοίγματος σε πιο δημοφιλή μονοπάτια, ή απομάκρυνσης από τις βασικές τους επιρροές, δημιουργούν συνθέσεις με λόγο ύπαρξης. Συνυπολογίζοντας και τη σταθερά διακριτική τους πολιτικοποιημένη τους στάση, το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά τραγούδια που στοχεύουν στο θυμικό του ακροατή.

Η κληρονομιά συγκροτημάτων όπως οι NOFX, οι Replacements, οι Chumbawamba και φυσικά οι Cro-Mags και οι Dead Kennedys, δεν κρύβεται εύκολα. Αντιθέτως, φιλτράρεται ιδανικά ώστε από την καταιγιστική έναρξη του "Killing Me" μέχρι το εύπεπτο "Cynical Serene", η επί το πλείστον crust, ηχητική ταυτότητα των εγχόρδων να ελκύει αλλά να μην μονοπωλεί το ενδιαφέρον. Ο δίσκος διαθέτει και εξαιρετικές στιγμές όπως το ιδιαίτερο "Comfortably Dumb", του οποίου το εναρκτήριο riff θυμίζει υπερβολικά πολύ το μυθικό κόψιμο στη μέση του "Conflicting Ideas" των τεράστιων Tragedy. Το "Dial Up" επιτυγχάνει μια εξαιρετική αφομοίωση cult ‘90s hits με σκοτεινούς στίχους, ενώ το τεχνικό χάος του "PePaw", πέρα από το να θυμίζει το "Letters To Memaw" επτάιντσο, κερδίζει τον ακροατή με τους σπουδαίους στίχους και το ειρωνικό του φινάλε.

Στον αντίποδα, η πιο μελωδική πλευρά των Pears αναδεικνύεται με τα "Naptime" , το καθαρά punk rock "Daughter" και την ενδιαφέρουσα απόπειρα τους να θυμίσουν Seattle αρχών ’90 με το "Travelling Time". Το συγκεκριμένο μάλιστα, αποτελεί και τη μεγαλύτερη ηχητική απόκλιση από το χαρακτηριστικό τους ύφος. Πάραυτα, είναι λογικό σε ένα δίσκο δεκατεσσάρων κομματιών να υπάρχει και μια προβλέψιμη σχετικά ανακύκλωση ιδεών, ειδικά σε κάποια verse riffs. Συνεπώς, παρά τις επί μέρους ιδιαίτερες στιγμές, η γενικότερη ομοιογένεια μπορεί να είναι καθοριστικός παράγων για το πόσο θα μείνει με τον ακροατή ο δίσκος στο σύνολο του.

Εν τέλει όμως, οι Pears στον τρίτο τους δίσκο, συνοψίζουν ιδανικά το καλλιτεχνικό τους ποιόν, κυκλοφορούν κολληματικά τραγούδια, ενώ ταυτόχρονα υπενθυμίζουν στον ακροατή τον πλούτο της αμερικάνικης παράδοσης στο hardcore punk. Γνωρίζοντας τους μέσα από τον ομώνυμο νέο τους δίσκο, ο ακροατής θα ανακαλύψει μια ευφυή σύγκλιση διαφορετικών ηχητικών ερεθισμάτων σε συμπαγείς δυναμικές συνθέσεις. Μάλιστα, είναι ικανοί να αποτελέσουν μια εξαιρετική δίοδο για οπαδούς του σκληρού ήχου στον εν λόγω χώρο.

Youtube
Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET