David Gilmour @ Royal Albert Hall (Λονδίνο), 03/10/15

Ένας ζωντανός θρύλος που δικαιολογεί και τα δύο συνθετικά του χαρακτηρισμού, σε έναν θρυλικό χώρο

Από τον Παντελή Κουρέλη, 15/10/2015 @ 12:37
Υπάρχουν κάποια συγκροτήματα και κάποιοι μουσικοί που για διάφορους λόγους, έχουν περάσει στη σφαίρα του θρύλου. Ένα από τα πρώτα ονόματα που έρχεται στο μυαλό κάποιου που ασχολείται με την ευρύτερη rock μουσική είναι οι μεγάλοι Pink Floyd, κύριοι κινητήριοι μοχλοί των οποίων στη σύνθεση αλλά και στην εκτέλεση, ως γνωστόν, υπήρξαν οι μεγάλοι Roger Waters και David Gilmour. Ο μεν πρώτος τα τελευταία πολλά χρόνια έχει ακολουθήσει συγκεκριμένη πορεία, αναδεικνύοντας τις παλιές του δουλειές και δίνοντάς μας την ευκαιρία να απολαύσουμε πέντε μεγάλα σόου και στη χώρα μας. Ο δε δεύτερος φαίνεται να έχει «απεγκλωβιστεί» κατά κάποιον τρόπο από το υπέρβαρο σε αξία παρελθόν του και να παίζει το παιχνίδι με λίγο διαφορετικό τρόπο, όσο αυτό είναι εφικτό όταν έχεις υπάρξει ο κιθαρίστας και τραγουδιστής των Pink Floyd. Σε αυτό το πλαίσιο, φέτος την άνοιξη, ύστερα από εννέα χρόνια σιγής, ανακοίνωσε μια μικρή ευρωπαϊκή περιοδεία έξι σταθμών και δέκα συναυλιών. Λίγο αργότερα, ανακοίνωσε και την κυκλοφορία του τέταρτου solo δίσκου του, την κριτική για τον οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Οι πέντε από τις συναυλίες ήταν προγραμματισμένες για το Royal Albert Hall, έναν υποβλητικό χώρο που στέκει στο κέντρο του Λονδίνου από το μακρινό 1871 και από τη σκηνή του οποίου έχουν παρελάσει πολλά και διάφορα μεγάλα ονόματα της μουσικής κατά τη διάρκεια της ζωής του. Καταφέρνοντας να εξασφαλίσουμε εισιτήρια για την τελευταία από τις συναυλίες, οργανώσαμε ένα ταξίδι για την ικανοποίηση ενός συναυλιακού απωθημένου που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να ικανοποιηθεί στην Ελλάδα, μιας και ο Gilmour είναι σχετικά ακριβοθώρητος και επιλεκτικός. Καταφθάνοντας και αφού εντυπωσιαστήκαμε από το εξωτερικό του χώρου, μας έγινε έλεγχος ταυτότητας από τον κουστουμαρισμένο υπάλληλο στην είσοδο - για τη συγκεκριμένη περιοδεία ακολουθήθηκε συγκεκριμένος τρόπος πώλησης των εισιτηρίων, με σκοπό την αποτροπή του ντροπιαστικού φαινομένου της μαύρης αγοράς, το οποίο κυριολεκτικά μαστίζει τις συναυλίες μεγάλων ονομάτων στο εξωτερικό.

David Gilmour

Μπαίνοντας στο Royal Albert Hall, περπατήσαμε για να φτάσουμε στις θέσεις μας πάνω σε χαλιά, μέσα από ευρύχωρους διαδρόμους όμορφα διακοσμημένους που έχουν αποτυπωθεί μέχρι και σε ταινίες του Hollywood και μπήκαμε στον κυρίως χώρο με τις πολυτελείς πολυθρόνες, την εκπληκτική οροφή με τους δίσκους διάχυσης του ήχου, τα θεατρικά θεωρεία και το τεράστιο εκκλησιαστικό όργανο που υπάρχει πίσω από τη σκηνή. Αφού λάβαμε θέση στην αρένα, παρατηρήσαμε σιγά-σιγά τον υψηλής αισθητικής -και ακουστικής, όπως διαπιστώσαμε αργότερα- χώρο να γεμίζει με ανθρώπους διαφόρων ηλικιών και ποικίλης εξωτερικής εμφάνισης, μέχρι να μην υπάρχει κενό κάθισμα (η συναυλία ήταν sold out από την πρώτη μέρα κυκλοφορίας των εισιτηρίων - ή καλύτερα, από το πρώτο τέταρτο της ώρας).

Μιας και βρισκόμαστε στην Αγγλία, το συγκρότημα του David Gilmour δε θα μπορούσε παρά να εμφανιστεί στη σκηνή με την ανάλογη ακρίβεια. Έτσι, ακριβώς στις 19:45, όπως άλλωστε όριζε και το πρόγραμμα, οι μουσικοί αρχίζουν να παίρνουν θέση στη σκηνή. Το συγκρότημα αποτελείται στο μεγαλύτερο μέρος του από τους μουσικούς που είχε ο Gilmour και στην περιοδεία του 2006, με την προφανή εξαίρεση του εκλιπόντος Rick Wright. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι Guy Pratt και Jon Carin, οι οποίοι είχαν προλάβει να παίξουν και με τους μεταγενέστερους Pink Floyd, αλλά και ο μεγάλος Phil Manzanera των Roxy Music και ο περιζήτητος σεσσιονάς Steve DiStanislao στα τύμπανα.

David Gilmour

Το πρώτο set ξεκινά με τρία σερί κομμάτια από το νέο πόνημα του Gilmour, έναν ταξιδιάρικο δίσκο που ακολουθεί σε αρκετές στιγμές το μοτίβο του "On An Island". Το ατμοσφαιρικό ορχηστρικό "5 A.M." ανοίγει τη βραδιά σαν intro και η πρώτη κυριολεκτικά νότα που παίζει ο Gilmour στη Gibson του είναι δείγμα του χαρακτηριστικού, άμεσα αναγνωρίσιμου ήχου του. Ακολουθεί το ομότιτλο, που είναι σε πιο rock φόρμα, με την τεράστια στρογγυλή οθόνη που βρίσκεται πάνω από τους μουσικούς να αναπαράγει το βίντεο κλιπ και μετά η μπαλάντα "Faces Of Stone". Κάπου εκεί ο David προλογίζει τη βραδιά με δυο λόγια, μας ευχαριστεί για την παρουσία μας και λέει ότι θα παιχτούν νέα και παλιά κομμάτια, υπονοώντας κατά κάποιον τρόπο ότι το επόμενο θα είναι παλιό, μιας και ως τώρα έχουμε ακούσει μόνο καινούργια. Όντως, αφού πήρε την ακουστική του κιθάρα, ξεκινά το απλό μα τόσο σημαντικό "Wish You Were Here", που ενώ ουσιαστικά γράφτηκε πριν 40 ακριβώς χρόνια για έναν τρελό, μας κάνει (μάλλον όλους τους παρευρισκόμενους) εκείνη την ώρα να σκεφτούμε αγαπημένα μας πρόσωπα που με τον άλλον ή τον άλλον τρόπο βρίσκονται μακριά μας, είτε προσωρινά είτε μόνιμα. Η οθόνη έχει σβήσει εντελώς και ο υπόλοιπος φωτισμός έχει διαμορφωθεί κατάλληλα ώστε να συμβάλει στην ατμόσφαιρα του τραγουδιού. Η φωνή του Gilmour διατηρείται σε πραγματικά αξιοζήλευτα επίπεδα για την ηλικία του.

David Gilmour

Η συνέχεια δίνεται με το καινούργιο "A Boat Lies Waiting" και το εξίσου καλό και ταξιδιάρικο "The Blue" από τον προηγούμενο δίσκο (με τον χώρο να γίνεται όλος μπλε από τα φώτα), τα οποία όσο όμορφα και να είναι, όταν βρίσκονται στριμωγμένα μεταξύ των συμπληγάδων "Wish You Were Here" και των "Money" και "Us And Them" που τα ακολουθούν, φαίνονται λίγο σαν φτωχοί συγγενείς. Παρ' όλα αυτά, τα δεύτερα φωνητικά που προσφέρουν οι δύο βοηθητικοί τραγουδιστές (ένας άντρας, μία γυναίκα) αλλά και όλα ανεξαιρέτως τα μέλη του συγκροτήματος ανεβάζουν επίπεδο το "A Boat Lies Waiting". Στη σκηνή παίρνει θέση και ο Βραζιλιάνος πολυοργανίστας Joao Mello, ο οποίος έχει αναλάβει όλα τα πνευστά αλλά παίζει και ακουστική κιθάρα - είναι  μέλος του συγκροτήματος μόνο για τις πέντε συναυλίες του Royal Albert Hall. Η στρογγυλή οθόνη, τα φώτα που βρίσκονται στην περίμετρό της και τα υπόλοιπα φωτιστικά του χώρου δημιουργούν πραγματικά εκπληκτική ατμόσφαιρα σε κάθε τραγούδι, διαμορφώνοντας σε μεγάλο βαθμό το οπτικό κομμάτι του οπτικοακουστικού θεάματος που παρακολουθούμε.

Το καινούργιο "In Any Tongue", από τα καλύτερα του νέου δίσκου, αποδίδεται όμορφα για να ακολουθήσει ένα από τα highlight της βραδιάς με τον Steve DiStanislao να ξεκινά να χτυπά περιοδικά την καμπάνα που βρίσκεται πίσω του, σημαίνοντας με αυτόν τον τρόπο την εισαγωγή του "High Hopes", του γνωστότερου και ίσως καλύτερου κομματιού των μεταγενέστερων Pink Floyd που μέχρι πέρσι μάλιστα αποτελούσε και το κύκνειο άσμα τους. Πάνω στη σκηνή συμβαίνει πανδαισία ήχων με το αλάνθαστο, συναισθηματικό solo του Gilmour φυσικά να ξεχωρίζει. Με αυτόν τον φανταστικό τρόπο οδηγούμαστε στο κλείσιμο του πρώτου set της βραδιάς.

David Gilmour

Ύστερα από λιγότερο από μισή ώρα, οι μουσικοί παίρνουν θέση για το δεύτερο set, ξεκινώντας με το ψυχεδελικό "Astronomy Domine" από τις πραγματικά παλιές μέρες των Pink Floyd, με τα φώτα να εναλλάσσονται μεταξύ μπλε και κόκκινου, γινόμενα μέχρι και ενοχλητικά σε ορισμένα σημεία – να που οι προειδοποιήσεις που αναγράφονται στα εισιτήρια και λένε ότι ο φωτισμός μπορεί να ενοχλήσει, έχουν τελικά βάση. Στη συνέχεια ξεκινά η εισαγωγή ενός από τα σπουδαιότερα κομμάτια στην ιστορία της μουσικής, του αναγνωρίσιμου πρώτου μέρους του "Shine On You Crazy Diamond", το οποίο προκαλεί τις ανάλογες ιαχές από το κοινό. Όπως αναφέραμε και πριν, όσο κι αν ο Gilmour έχει προσπαθήσει να ξεφύγει από το παρελθόν του, κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο όταν έχεις υπάρξει μέρος μιας τέτοιας ιστορίας. Το solo του σαξοφώνου σβήνει μαεστρικά από τα χείλη και τα χέρια του Joao Mello και μπαίνουμε στο κιθαριστικό "Fat Old Sun", το οποίο έρχεται μεν από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, αλλά σκορπίζει νεανική αύρα στον χώρο, αφήνοντάς μας εντυπωσιασμένους για τον τρόπο που μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο με ένα κομμάτι 45 ετών που αποδίδεται από ενήλικες (το λιγότερο) στη σκηνή.

Το "On An Island" με τις διπλές του lead κιθάρες μας υπενθυμίζει ότι η προσωπική καριέρα του Gilmour, αν και μακριά από τις μεγάλες μέρες των Floyd, περιλαμβάνει αξιολογότατα κομμάτια. Ο Gilmour κάνει μια παύση δυο λεπτών για να μας συστήσει το συγκρότημα που τον συνοδεύει, που εκτός από τους προαναφερόμενους περιλαμβάνει τον τραγουδιστή Brian Chambers, την τραγουδίστρια Louise Marshall και τον κιμπορντίστα Kevin McAlea. Μουσικοί με βαριές περγαμηνές όλοι τους, τους οποίους όμως επισκιάζει με την αύρα του ο Gilmour, ο οποίος έχει μια εντελώς απλή εμφάνιση, φορώντας ένα απλό, μαύρο παντελόνι και ένα αντίστοιχο μπλουζάκι – σχεδόν όλοι στο κοινό ήταν καλύτερα ντυμένοι από αυτόν.

David Gilmour

Τα τελευταία κομμάτια του νέου δίσκου που αποδίδονται για σήμερα είναι το ιδιαίτερο, jazzy "The Girl In The Yellow Dress", που όπως λέει κι ο Gilmour μας μεταφέρει σε κάποιο jazz café του Παρισιού και το πιασάρικο "Today". Το "Sorrow", ένα από τα λίγα αξιόλογα κομμάτια από την εποχή του "Momentary Lapse Of Reason", αποδεικνύεται ότι αρέσει πολύ στο κοινό. Έπειτα τα φώτα σβήνουν για λίγο, οι μουσικοί φοράνε όλοι ανεξαιρέτως γυαλιά ηλίου και το riff του "Run Like Hell" ξεπηδά από τη Fender, προς μεγάλη ικανοποίηση του κοινού, η οποία εκδηλώνεται τόσο δια βοής, όσο και δια του ότι όλοι σηκωθήκαμε από τις θέσεις μας και δεν ξανακαθήσαμε μέχρι το τέλος της συναυλίας. Η στρογγυλή οθόνη πότε φέγγει ολόκληρη σαν ήλιος και πότε σβήνει αφήνοντας τα περιμετρικά φώτα να κατευθυνθούν εκεί που χρειάζεται, κάνοντας σε κάθε περίπτωση την ατμόσφαιρα μοναδική. Οι μουσικοί αποχωρούν κάτω από χειροκροτήματα, τα οποία συνεχίζονται ακόμα και ενώ η αποχώρηση έχει ολοκληρωθεί, με ανάλογη απαίτηση ενός encore, το οποίο ακολουθεί μετά από λίγο.

Όπως είναι αναμενόμενο, τα κομμάτια που αποδίδονται στο encore αποτελούν «βαριά χαρτιά» από τη δισκογραφία των Pink Floyd. Πρώτο στη σειρά λοιπόν παίζεται το εμβληματικό "Time", με τα γνωστά ρολόγια ξεκινάνε να ακούγονται από το PA γεμίζοντας με τους χτύπους τους τον χώρο, τα στοιχειωτικά ντραμς να παίρνουν σειρά και τον Gilmour να αποδίδει εκπληκτικά τα κιθαριστικά, αλλά και τα φωνητικά μέρη. Στο τέλος του κομματιού γίνεται ένα πέρασμα από το "Breathe" και χωρίς καμιά έκπληξη ακολουθεί το σημείο αναφοράς "Comfortably Numb", που αποτελεί ιδανικό κλείσιμο μιας μοναδικής βραδιάς. Η γλυκιά φωνή του Gilmour δεν είναι τόσο χαρακτηριστική όσο το παίξιμό του, ήταν όμως σημαντική παράμετρος της μαγείας των Pink Floyd και είναι και σ' αυτό το κομμάτι, ύστερα από δυόμιση ώρες, παρούσα και ακμαία. Πράσινες ακτίνες ξεκινούν από τη σκηνή, περνούν λίγο από τα κεφάλια μας και φτάνουν σε κάθε γωνία του Royal Albert Hall, δίνοντας μια επική διάσταση στο κομμάτι. Η δε απόδοση των κιθαριστικών μερών είναι για μια ακόμα φορά αριστοτεχνική. Δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο από τον καλύτερο ίσως εν ζωή κιθαρίστα.

David Gilmour

Εν κατακλείδι, ο David Gilmour έπαιξε στο μέτρο του δυνατού με τους δικούς του κανόνες, μας παρουσίασε ένα άρτιο τεχνικά και πολύ συναισθηματικό θέαμα, με σεβασμό στο βαρύ παρελθόν του και με αυτοπεποίθηση στο έργο του μετά τους Pink Floyd. Είναι αναπόφευκτο ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από το συγκεκριμένο παρελθόν, όμως ισομοιράζοντας τον χρόνο δίκαια ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν, τίμησε το μεν και πρόβαλε το δε, σε σημείο που και αυτός αλλά και το κοινό να είναι ικανοποιημένοι. Ο Gilmour έδειξε ότι είναι alive and kicking και δεν έχει μετατραπεί σε απολίθωμα που περιοδεύει μόνο και μόνο για να γεμίζει τις τσέπες του. Δεν δημιουργεί την αίσθηση ενός περασμένου μεγαλείου, αλλά έχει να κάνει μια τρέχουσα καλλιτεχνική δήλωση η οποία αξίζει και κερδίζει τον σεβασμό.

Στο merchandise υπήρχαν μπλούζες με μέτρια σχέδια προς 25 λίρες, το οποίο φαίνεται να είναι φυσιολογικό ποσό στην Αγγλία, μιας και ο κόσμος τις αγόραζε αφειδώς και όμορφο tour programme προς 10 λίρες, μεταξύ άλλων. Μετά το τέλος της συναυλίας βρήκαμε την ευκαιρία να χαιρετήσουμε τον Guy Pratt την ώρα που απολάμβανε το τσιγάρο του έξω από το Royal Albert Hall, μιας και στις χώρες που σέβονται τους νόμους τους και τους πολίτες τους, το κάπνισμα απαγορεύεται στους κλειστούς χώρους.

SETLIST

Set 1:

5 A.M.
Rattle That Lock
Faces Of Stone
Wish You Were Here (Pink Floyd)
A Boat Lies Waiting
The Blue
Money (Pink Floyd)
Us And Them (Pink Floyd)
In Any Tongue
High Hopes (Pink Floyd)

Set 2:
Astronomy Domine (Pink Floyd)
Shine On You Crazy Diamond (Parts I-V) (Pink Floyd)
Fat Old Sun (Pink Floyd)
On An Island
The Girl In The Yellow Dress
Today
Sorrow (Pink Floyd)
Run Like Hell (Pink Floyd)

Encore:
Time (Pink Floyd)
Breathe (Reprise) (Pink Floyd)
Comfortably Numb (Pink Floyd)

Κείμενο / φωτογραφίες: Παντελής Κουρέλης (αναγνώστης)
  • SHARE
  • TWEET