Procession

Doom Decimation

High Roller (2017)
Από τον Σπύρο Κούκα, 27/10/2017
Κατατροπώνει ένα μεγάλο μέρος της φετινής δισκογραφίας, αναδεικνύοντας τους Procession ως σοβαρούς διεκδικητές της πρωτοκαθεδρίας στο σύγχρονο επικό doom
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Έφτασε ο καιρός να ξαναμετρηθούμε όσοι από εμάς λοξοδρόμησαν του Candlemass/Solitude Aeturnus στωικού προσκυνήματος, θεωρώντας τους Procession ως τους επόμενους ενεργούς ηγέτες του επικού doom ήχου. Άλλωστε, οι Χιλιανοί μας έδωσαν πολλές αφορμές από το 2009 που ντεμπούταραν με το "The Cult Of Disease" EP, με αποκορύφωμα το προ τετραετίας ισοπεδωτικό "To Reap Heavens Apart", ένα από τα κορυφαία άλμπουμ του ιδιώματος τα τελευταία χρόνια.

Έτσι, με τον πήχη δεδομένα σε δυσθεώρητα ύψη, ο φετινός, τρίτος ολοκληρωμένος δίσκος της μπάντας θεωρείται κομβικό σημείο για την δισκογραφική της πορεία, καθώς καλείται να διαδεχτεί ένα άλμπουμ-σημείο αναφοράς τόσο για την ίδια, όσο και για τον ευρύτερο doom metal χώρο. Μάλιστα, σε μια κίνηση που μοιάζει εξέχουσας σημασίας, το σχήμα αποφάσισε να επαναπατριστεί για τη δημιουργία του "Doom Decimation", ώστε να τονίσει τους δεσμούς του με τη γενέτειρα του (παρά το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται κυρίως στη βόρεια Ευρώπη) και να εμπνευστεί από τη γενικότερη (μίζερη) πραγματικότητα που επικρατεί στις ευρύτερες περιοχές της Λατινικής Αμερικής.

Ρίχνοντας μια ματιά στο (απολαυστικά cult) εξώφυλλο που εμπνεύστηκε ο Fernando Falcone, μπορούμε να πάρουμε μια πρόγευση για την θεματολογία του δίσκου, η οποία καταπιάνεται με την αυτοκαταστροφική τάση του ανθρώπινου γένους και τη ροπή προς τον ποσοτικό αποδεκατισμό του. Η instrumental εκκίνηση με το "The Warning" έχει τις ατμοσφαιρικές δυναμικές για να αποτελέσει την πειστική εισαγωγή στα μουσικά ενδότερα και η διαδοχή του από το "When Doomsday Has Come" πραγματοποιείται με τρόπο τέτοιο, που θα μπορούσαμε να τα θεωρήσουμε ως μια ενιαία, επικών προδιαγραφών, σύνθεση.

Πάντως, από την αρχή κιόλας, ο δίσκος αφήνει να διαφανεί η μερική αλλαγή στις συνθετικές επιταγές, οι οποίες απομακρύνονται ελαφρώς από τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα του προηγούμενου δίσκου και επιβάλουν μια περισσότερο «εργονομική» λογική στις συνθέσεις. Αυτό, πρακτικά, μεταφράζεται σε περισσότερο «χώρο» στη ροή του εκάστοτε κομματιού, με τις ερμηνείες του mainman Felipe Plaza να ευνοούνται αυτής της αλλαγής και να επιτυγχάνουν τις πιο προσβάσιμες φωνητικές γραμμές που έχουν να επιδείξουν μέχρι σήμερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα επ’ αυτού αποτελεί το επιβλητικό "Lonely Are The Ways Of The Stranger", καθώς, παρά το γεγονός πως δημιουργήθηκε ελάχιστους μόλις μήνες έπειτα από την ηχογράφηση του "To Reap Heavens Apart", δείχνει ξεκάθαρα τις δομικές διαφοροποιήσεις που παρουσιάζει συνολικότερα το νέο άλμπουμ, στεκούμενο ως μια από τις υψηλότερες κορυφές της συνολικής συνθετικής οροσειράς εμπνεύσεων της μπάντας.

Τα ίδια περίπου ισχύουν και για το επόμενο, "Amidst The Bowels Of Earth", το οποίο εκκινεί βάσει των τυπικών doom χαρακτηριστικών, αργόσυρτα και βασανιστικά, κι εξελίσσεται χτίζοντας υποδειγματικά στο δρόμο που χαράσσει το ηγεμονικό main riff του, μέχρι την προοριζόμενη κορύφωση του στο solo section. Στο "Democide" οι Χιλιανοί διδάσκουν πως μπορεί μια σύγχρονη (instrumental) doom σύνθεση να τσακίζει κόκκαλα ακόμη και δίχως να ειπωθεί η παραμικρή κουβέντα, για να ακολουθήσει το πιο up tempo κομμάτι του δίσκου, το "All Descending Suns", που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχική lead κιθαριστική του δουλειά.

Για το τέλος, η μπάντα άφησε τις δύο συνθέσεις που διαφαίνονται εντονότερα οι αδιαμφισβήτητες Candlemass επιρροές της, με το "As They Reached The Womb" να φαντάζει ως κάποιο χαμένο τραγούδι της - δίχως ταβάνι - δημιουργικότητας του Leif Edling στα mid/late '80s, ενώ το καταληκτικό "One By One They Died" φαίνεται να εξερευνεί τις ίδιες περιοχές με τις post-reunion δουλειές των Σουηδών epic doom Πατριαρχών.

Σε ό,τι αφορά τα προσωπικά μου κριτήρια γούστου, το "Doom Decimation" κατατροπώνει ένα μεγάλο μέρος της φετινής δισκογραφίας και σχεδόν καπαρώνει μια θέση στα υψηλότερα κλιμάκια των προτιμήσεων μου για τους κορυφαίους δίσκους της χρονιάς. Αγνοώντας, λοιπόν, τους οποιουσδήποτε ψιθύρους σχετικά με την ακατέργαστη φωνάρα του Felipe Plaza, θαρρώ πως οφείλουμε να παραδεχτούμε τους Χιλιανούς ως μια από τις ελάχιστες σύγχρονες epic doom metal μπάντες που εμφανίζουν δουλειές οι οποίες στέκονται σχεδόν ισοϋψώς με εκείνες των μεντόρων τους (Candlemass, Solitude Aeturnus, Solstice και Scald, μεταξύ άλλων), διεκδικώντας με αξιώσεις (μαζί με τους αναγεννημένους Sorcerer) την πρωτοκαθεδρία του, πάντοτε απαιτητικού, doom ιδιώματος.

  • SHARE
  • TWEET