Battleroar

Age Of Chaos

Black Lotus (2005)
Από τον Θοδωρή Μηνιάτη, 04/11/2005
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Σωτήριο έτος 2000. Σεπτέμβριος. Μήνας ορόσημο για την ελληνική heavy / epic metal σκηνή. Πέντε φίλοι μεγαλωμένοι ακούγοντας κυρίως group κολοσσούς των '80s όπως Manilla Road, Omen, Cirith Ungol, Brocas Helm,Jag Panzer, Heavy Load κλπ αποφασίζουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν μια μπάντα ορόσημο για πολλούς. Χαρακτηριστικό της αγάπης τους για τα παραπάνω group υπήρξε το όνομα τους το οποίο δανείστηκαν από το κομμάτι των Heavy Load "Singing Swords" ("I Loved the Battleroar").

Από την πρώτη στιγμή έκαναν μεγάλη αίσθηση στο ελληνικό metal κοινό, κυρίως στους underground κύκλους, δημιουργώντας φανατικούς οπαδούς που τους ακολουθούσαν παντού. Η μπάντα είχε από την πρώτη στιγμή τους θεούς μαζί της. Από την αρχή της καριέρας τους φάνηκε ότι "είχαν άστρο". Ό,τι και αν έκαναν είχε μεγάλη αποδοχή από τον κόσμο.

Ξεκίνησαν αμέσως να συνθέτουν τα πρώτα τους κομμάτια. Μετά από ένα μεγάλο διάστημα σύνθεσης κομματιών αλλά και ζωντανών εμφανίσεων -μία από τις οποίες ήταν η θρυλική πρώτη εμφάνιση των Brocas Helm στη χώρα μας- έβγαλαν ένα promo cd με 5 κομμάτια το οποίο έγινε αμέσως ανάρπαστο. Το group δε στάθηκε σε αυτή την κυκλοφορία και μπήκε σχεδόν αμέσως στο studio για να ηχογραφήσει το αυτοχρηματοδοτούμενο 7' "Dragonship" το οποίο είχε b-side μια νέα εκτέλεση του κομματιού "Swordbrothers". Οι εκτελέσεις και των 2 κομματιών βρίσκονται στο promo cd. Η μπάντα σιγά σιγά είχε αρχίσει να γίνεται μεγάλο όνομα στους underground κύκλους της Ελλάδας, Ιταλίας, Γερμανίας και Αμερικής. Η απήχηση που είχαν τεράστια. Μεγάλο ρόλο έπαιξαν και τα ίδια τα μέλη τα οποία από την πρώτη στιγμή «πλάσαραν» τον εαυτό τους και την μπάντα με τον καλύτερο τρόπο, διαφημίζοντας την όπου μπορούσαν. Το group είχε ήδη αρχίσει να παίζει support σε μεγάλα ονόματα του χώρου.

Μετά από τις εμφανίσεις που έκαναν με τους Οmen, ο μπασίστας και ο τραγουδιστής «εγκατέλειψαν το πλοίο» για προσωπικούς λόγους, δίνοντας τη θέση τους στους Κώστα Μακρυκώστα (ex-Spitfire, Casus Belli, Airged L'amb) και Marco Concoreggi αντίστοιχα. Τα θεμέλια για ακόμα καλύτερο μέλλον μόλις είχαν μπει. Πρώτο δείγμα ήταν οι συναυλίες που έδωσαν με τους υπερ-θρυλικούς cult epic metallers Manilla Road σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Οι πρώτες απόψεις του κόσμου και των κριτικών έδειξαν ότι αποδείχτηκαν άξιοι ακόλουθοι του Mark Shelton και της αρμάδας του.

Κάπου εκεί και αφού είχαν ήδη πολλές συναυλίες στο ενεργητικό τους μπήκαν στο studio για την πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά τους που είχε τίτλο απλά το όνομα τους. Το album περιείχε κάποια επαναεκτελεσμένα κομμάτια από το promo cd τους αλλά και καινούργια μεταξύ των οποίων ήταν και το "Megaloman" στο οποίο τα solo παίζει ο mastermind ηγέτης των Omen, Kenny Powell! Όλος ο δίσκος ήταν ένας φόρος τιμής στο epic metal. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία νότα το group «κατέθετε φρούτα» στο βωμό της επικής μουσικής. Το album τους έδωσε την ώθηση που χρειάζονταν. Το όνομα αλλά και η φήμη τους συνεχώς μεγάλωναν. Έτσι τους δόθηκε η ευκαιρία να παίξουν support σε ένα ακόμα μεγαθήριο του χώρου, τους Jag Panzer. Κάπου εκεί δεν άργησε να έρθει και η ευρωπαϊκή καταξίωση, μια και το 2004 καλέστηκαν να συμμετάσχουν σε 2 από τα μεγαλύτερα metal φεστιβάλ, τα Keep It True και Headbangers Open Air. Επιστρέφοντας στη χώρα μας, άνοιξαν τη συναυλία των Edguy. Το κτίριο είχε πια γερά θεμέλια...

Έτσι μετά από πάρα πολλές πρόβες, πολλή δουλειά, επιμονή και υπομονή μπήκαν στο studio για να αποδείξουν ότι αξίζει ο ντόρος που υπάρχει γύρω από το όνομα τους. Αυτή τη φορά είχαν ακόμη μεγαλύτερες βοήθειες από ανθρώπους που κατάλαβαν την αξία τους. Καταρχήν το album ανοίγει με τη συμμετοχή του υπερμέγιστου, ανεπανάληπτου κλπ κλπ κλπ (πραγματικά δεν ξέρω τι επίθετα μπορούν να συνοδέψουν τον άνθρωπο που έχει προκαλέσει ρίγη συγκίνησης στους metal οπαδούς) Mark Shelton. Το κομμάτι είναι ένα μουσικό ταξίδι ενός ονειροπόλου στο χρόνο, το οποίο μας εισάγει στην εποχή του χάους (Age Of Chaos). Από εκεί και μετά είναι δύσκολο να περιγραφεί τι ακούμε. Τα παιδιά έχουν υπερβεί τους εαυτούς τους δημιουργώντας ένα epic metal αριστούργημα ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Οι συνθέσεις άλλοτε καθηλώνουν με τη δύναμη τους και άλλοτε σε ταξιδεύουν σε ονειρικά μονοπάτια του έπους που έχουν δημιουργήσει.

Η μπάντα, για μένα, έχει ξεφύγει από τα στενά ελληνικά δεδομένα και κινείται σε ευρωπαϊκούς ρυθμούς. Σ' αυτό βοηθάει καταρχήν το γεγονός ότι ο δίσκος ηχογραφήθηκε στα διάσημα Conquest Studios της Ιταλίας, εκεί όπου έχουν γράψει οι Doomsword, oι Wotan αλλα και ο Jeff Scott Soto, χαρίζοντας του μια άρτια παραγωγή, ότι πρέπει για το μουσικό είδος που πρεσβεύει. H εμπειρία του Alex Festa -ιδιοκτήτη των studios, ο οποίος είναι και ο συμπαραγωγός στο δίσκο των Battleroar- έχει δώσει στο δίσκο μια άλλη πνοή και βοήθησε έτσι ώστε το album να ακούγεται όσο «κατακομβικό» χρειάζεται. Κατ' εμέ, όσοι έχουν ασχοληθεί σοβαρά με τους Doomsword θα ανακαλύψουν και πολλά σημεία επιρροής -και όχι αντιγραφής όπως κάνουν πολλοί άλλοι ειδικά στο europower- στο νέο album των BattleroaR.

Ως προς το album, όλα τα μέλη έχουν πάρει το όπλο - μουσικό όργανο τους και εφορμούν στη μάχη του ανταγωνισμού της σημερινής μουσικής σκηνής. Οι κιθαρίστες πραγματικά συνθέτουν ένα πολύ στιβαρό και ογκώδες rhythm section -το οποίο σε παρασύρει σε ανελέητο headbanging- με τα riff που μας χαρίζουν, ενώ ο μπασίστας έχοντας πολλά χρόνια εμπειρίας στην πλάτη του είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του ρυθμού. Άξιος συμπορευτής όλων είναι ο drummer, όχι γιατί είναι τεχνικός και γρήγορος, αλλά γιατί δίνει όλο το tempo και το back up πριν την κάθε «επίθεση». Στη σωστή τεχνική του βοηθήθηκε πολύ από έναν ακόμη επίσημο καλεσμένο, τον Mark Cross (ex-Helloween, ex-Metalium, νυν Wintersbane), ο οποίος μάλιστα συμμετέχει και σε ένα κομμάτι. Τέλος, ο τραγουδιστής παρόλο που πιθανόν να μη «γεμίζει το μάτι» είναι ίσως η καλύτερη λύση πίσω από το μικρόφωνο. Χωρίς ψηλές οκτάβες και ουρλιαχτά δίνει ένα μεστό ύφος σε όλα τα κομμάτια.

Η μπάντα είναι στα καλύτερα της. Με την κυκλοφορία αυτή δηλώνει έτοιμη να μπει στα «σαλόνια» του αγνού epic / power metal. Ο δίσκος έχει όλα τα στοιχεία για να εισέλθει στο πάνθεον των αντίστοιχων ξένων κυκλοφοριών, όσο βαρύ και αν ακούγεται αυτό. Σίγουρα πάντως συγκαταλέγεται στα κορυφαία ελληνικά albums. Με τόση δουλειά και προσπάθεια που έχουν κάνει τα μέλη της μπάντας πραγματικά αξίζουν ό,τι καλύτερο, αν και νομίζω ότι αν συνεχίσουν έτσι με χαμηλούς τόνους και «τα μάτια χαμηλά και όχι ψηλά» δε θα αργήσουν να κατακτήσουν την κορυφή. Άλλωστε για μένα δεν είναι τυχαίοι οι παρακάτω στίχοι:

Brave to the end fight for what you believe...
Into battle
Oh, never fall, standing tall
Battleroar

  • SHARE
  • TWEET