Saboter

Architects Of Evil

No Remorse (2018)
Από τον Σπύρο Κούκα, 20/11/2018
Στριφνό, παράδοξο, θεατρικό και σίγουρα φιλόδοξο, διεκδικεί την προσοχή με τους δικούς του απαιτητικούς όρους
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Οφείλω να ομολογήσω πως η πρώτη μου γνωριμία με τη μουσική των Saboter έγινε με τον πλέον παραδοσιακό τρόπο, ασχέτως του γεγονότος πως σαν όνομα τους γνώριζα από τις αρχές σχεδόν της πορείας τους (ελέω και των δεσμών τους με τους Sacral Rage, αφού για μερικά χρόνια μοιράζονταν τον ίδιο ντράμερ, τον έτσι κι αλλιώς πολυπράγμονα Βαγγέλη Φελώνη). Έτσι, σε μια από τις καθιερωμένες βόλτες σε γνωστό δισκάδικο στο κέντρο της Αθήνας, το μάτι μου έπεσε στη βινυλιακή έκδοση του ντεμπούτου τους, "Mankind Is Damned", και η επακόλουθη αγορά του, μου συνέστησε - επιτέλους και μουσικά - μια μπάντα με την οποία έπρεπε να έχω έρθει σε επαφή αρκετά νωρίτερα.

Όπως και να ‘χει, το Priest-ικό μέταλλο του "Mankind Is Damned" αποτελεί έτσι κι αλλιώς ένα ωραίο πρώτο βήμα δισκογραφικά, αν κι επί του παρόντος εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι το άλμπουμ που το διαδέχεται στη δισκογραφία της μπάντας, το φοβερό και τρομερό "Architects Of Evil". Με δύο χρόνια να έχουν περάσει από την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους, περίοδος κατά την οποία υπήρξαν σημαντικές προσθαφαιρέσεις στις τάξεις του σχήματος (με τον προαναφερθέντα Βαγγέλη Φελώνη να αντικαθίσταται από τον Γιάννη "Maelstrom" Βότση και τον Απόστολο Παπαδημητρίου των Rapture να καλύπτει την κιθαριστική θέση που άφησε κενή ο Νίκος Μαρκουτσάκης, ώστε να αναλάβει τα καθήκοντα του μπάσου), αρκετές ήταν οι διεργασίες που συντελέστηκαν ώστε το νέο άλμπουμ να παρουσιαστεί σαφώς πιο ποικιλόμορφο από τον προκάτοχο του.

Άλλωστε, το γεγονός πως ο ήχος των Saboter συγκλίνει εμφανώς προς τα πιο extreme metal μονοπάτια ήταν ηλίου φαεινότερο και μόνο από την προϋπηρεσία των μελών που τους απαρτίζουν, με τον πυρήνα των Βάιλα/Τσακιρόπουλου/Μαρκουτσάκη να έχει κοινή ιστορία με τους thrashers Overcast, τον Maelstrom να έχει συμμετάσχει κατά καιρούς στα μισά σχήματα που απαρτίζουν την εγχώρια ακραία σκηνή (ενδεικτικά, αναφέρονται οι Thou Art Lord, Dephosphorus, Disharmony, Ectoplasma και Ravencult μεταξύ πραγματικά πολλών ακόμη) και τον Παπαδημητρίου να ηγείται των death/thrashers Rapture (αλλά να έχει κι ένα πέρασμα από τους - πλέον διαλυμένους - επίσης thrashers Endless Recovery). Ασχέτως, όμως, της παραπάνω απλής παράθεσης ονομάτων, μονάχα μια ακρόαση του "The Temple Of R'lyeh" (του Lovecraft-ιανού τρόμου και των US/tech thrash metal δομών) αρκεί να εντυπωσιάσει για τον πολυπρόσωπο tech-heavy χαρακτήρα που παρουσιάζει όλο και περισσότερο το σχήμα, δίνοντας μια καλή πρόγευση για το τι επακολουθεί στο υπόλοιπο άλμπουμ.

Στο ομότιτλο κομμάτι είναι το riffing των παλιών καλών Iced Earth (των πρώτων δύο δίσκων τους) που κυριαρχεί και θέτει τους Αμερικάνους ως μια σημαντική επιρροή των Saboter, ενώ η κλιμάκωση και τα leads του "Rose Red" κάνουν τα επτά λεπτά της διάρκειας του να περνάνε δίχως να το καταλάβεις. Αντίθετα, η ορμή του "Golden Owl" δεν κρύβεται, με τα σημεία όπου συγκρατείται οριακά να αναδεικνύουν τα εξαιρετικά μπασομέρη του Τσακιρόπουλου, προτού το επικό (σε ύφος και διάρκεια) "To Glory We March" δώσει την ευκαιρία στο Βάιλα για μια ακόμη ασυγκράτητη ερμηνεία (φέρνοντας στο νου κι εδώ, αλλά και στο υπόλοιπο άλμπουμ, τον άφταστο Harry "Tyrant" Conklin - και συγκεκριμένα της Satan’s Host περιόδου ερμηνειών εκείνου - με το γεμάτο πάθος τρόπο που τραγουδάει).

Το "Sword Of The Guardian" παρουσιάζει σαφείς US power δυναμικές, αν και το μεσαίο του μέρος (με τα πάμπολλα leads και το ξέσπασμα του Maelstrom στα τύμπανα) είναι εκείνο που ξεχωρίζει και το μεταθέτει πιο κοντά στο thrash, αφήνοντας για το τέλος το σχεδόν δεκάλεπτο "Order Of Charity". Μια ιδανική, κατ’εμέ, επιλογή για να ολοκληρωθεί το κύριο μέρος του δίσκου, καθώς σε αυτό μπλέκεται αρμονικά ολόκληρο το φάσμα επιρροών της μπάντας, από το κλασσικό heavy των Jag Panzer και King Diamond, στο US power και από εκεί στο black metal των Dissection, στην πληρέστερη και πιο μακροσκελή σύνθεση τους μέχρι στιγμής. Όσο, δε, για το αναθεωρημένο "Lamias Call", ανακαλεί επιτυχώς το ομότιτλο Iced Earth κομμάτι δομικά κι αισθητικά, αλλά είναι κρίμα (για όσους προτιμούν το συγκεκριμένο format) να μην περιέχεται στις βινυλιακές κόπιες του δίσκου, αλλά μόνο στις ψηφιακές και CD εκδόσεις αυτού.

Στριφνό, παράδοξο, θεατρικό και σίγουρα φιλόδοξο, το "Architects Of Evil" θα μπορούσε να παρομοιαστεί ως το περισσότερο heavy metal-ικό alter ego του "Beyond Celestial Echoes" των Sacral Rage (με τις δύο μπάντες να έχουν έτσι κι αλλιώς κοινές ηχητικές κι αισθητικές συνισταμένες, αλλά και πορείες που συμβαδίζουν από καιρό σε καιρό - όπως, άλλωστε, δείχνει και η κοινή συναυλιακή τους σύμπραξη σε λίγες μέρες), διεκδικώντας με τους δικούς του όρους την προσοχή και στεκούμενο ως μια από τις πιο απαιτητικές κυκλοφορίες που προήλθαν από τα σπλάχνα της εγχώριας μεταλλικής σκηνής τον τελευταίο καιρό.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET