Richard Hawley

Standing At The Sky's Edge

Parlophone (2012)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 24/05/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η αξία του ηττημένου δίνει δόξα στο νικητή λένε κι έχουν δίκιο. Έχουν περάσει έξι χρόνια από τότε που ο Alex Turner των Arctic Monkeys, παραλαμβάνοντας το Mercury Prize για το σπουδαίο ντεμπούτο του συγκροτήματος αναφώνησε: «Κάποιος να καλέσει το 999 (σ.σ. η βρετανική «Άμεση Δράση»), λήστεψαν τον Richard Hawley!». Βλέπετε, την ίδια χρονιά συνυποψήφιο για το κορυφαίο βραβείο που απονέμεται σε δίσκους Βρετανών ήταν και το "Coles Corner" (2005), το τέταρτο solo άλμπουμ του Richard Hawley, μιας εμβληματικής φυσιογνωμίας για τη μουσική του Sheffield, από όπου ξεφύτρωσαν κι οι Arctic Monkeys. Πέρα από το μουσικό σκέλος, για να καταλάβει κανείς την επιρροή που έχει ασκήσει ο Hawley στον Turner, αρκεί να ρίξει μια ματιά στην κόμη που έχει υιοθετήσει ο φέρελπις νεαρός τα τελευταία χρόνια.

Μπορεί να άργησε να «ανθίσει» ο 45χρόνος, σήμερα, Hawley, αλλά πλέον χαίρει τεράστιας εκτίμησης, κυρίως στην πατρίδα του. Έγινε γνωστός με τους Longpigs, ενώ στη συνέχεια πέρασε κι από τους Pulp του παλιόφιλου (κι επίσης συμπολίτη) Jarvis Cocker. Ωστόσο, το πραγματικό του ξεπέταγμα έγινε με το "Coles Corner", ένα εξαιρετικό δείγμα ρετρό pop, που αντηχούσε τον Elvis και το Roy Orbison. Στη χώρα μας, πάντως, ο δίσκος εκείνος πέρασε σχεδόν απαρατήρητος κι έπρεπε να φτάσουμε στο 2007 για να γίνει ευρύτερα γνωστός χάρη στο πολύ όμορφο single "Tonight The Streets Are Ours" από το "Lady's Bridge". Όσοι είχαν βρεθεί στο αθηναϊκό του live προ διετίας θα θυμούνται, ωστόσο, ότι το εν λόγω κομμάτι έλαμψε δια της απουσίας του προς απογοήτευση ενός κοινού που είχε γεμίσει ακόμη και τον εξώστη του Fuzz. Είναι αλήθεια, πάντως, ότι την εποχή εκείνη ο Hawley προωθούσε το "Truelove's Gutter", ένα σκοτεινό low-tempo μεταμεσονύχτιο δίσκο (πολυβραβευμένο παρεμπιπτόντως) και το χαρωπό "Tonight..." δεν ταίριαζε στη γενικότερη ατμόσφαιρα.

Το "Standing At The Sky's Edge" είναι το έβδομο studio άλμπουμ του και σηματοδοτεί μια ξεκάθαρη στροφή προς τις space-rock δομές, αφήνοντας πίσω την ορχήστρα εγχόρδων που τον συνόδευε στα προηγούμενα άλμπουμ. Ως συνήθως, ο τίτλος του δίσκου αναφέρεται σε κάποια από τις τοποθεσίες του αγαπημένου του Sheffield. Παρ' όλα αυτά, ήδη από το εξώφυλλο καταλαβαίνει κανείς πως πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό από ό,τι έχει κυκλοφορήσει στο παρελθόν. Είναι ο πρώτος δίσκος, στον οποίο ο ίδιος δεν εμφανίζεται στο εξώφυλλο. Αντ' αυτού, μια ολοζώντανη, ψυχεδελικά παραμορφωμένη όψη του ουρανού, ανάμεσα από τα δέντρα του Skye Edge (πάρκο στο Sheffield με μεγάλη ιστορία).

Στον δίσκο αυτό ο Hawley αποδεικνύει περίτρανα ότι συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους κιθαρίστες της Αγγλίας. Εδώ παίρνει το όπλο του και παρέα με μια «φορτωμένη» παλιομοδίτικη rock μπάντα παραδίδει έναν άκρως κιθαριστικό δίσκο στον οποίο εύκολα εντοπίζονται οι ψυχεδελικές ‘60s καταβολές, ενώ το reverb «ξεχειλίζει». Οι αναφορές στην ψυχεδέλεια αξιοποιούνται όπως στο "Heavy Soul" (1997) του Paul Weller, ενώ πολλά κοινά υπάρχουν με τα πρώτα άλμπουμ των Spiritualized ή των Verve. Το ψυχεδελικό ταξίδι έρχεται να συμπληρώσει τις αγχωτικές ιστορίες στους στίχους του, και δημιουργεί μια αίσθηση του επείγοντος. Μπορεί να απουσιάζουν τα έγχορδα που προσέθεταν βάθος στα προηγούμενα άλμπουμ του, αλλά παραμένει αναλλοίωτη η εμμονή του να «σκηνοθετεί» τα τραγούδια με έναν τρόπο που τα κάνει να εκτείνονται πέρα από τα φυσικά τους όρια, φτάνοντας στον ακροατή σχεδόν οπτικοποιημένα.

Το επτάλεπτο "She Brings The Sunlight" που ανοίγει το δίσκο είναι μια ωραιότατη βαριά κι αργόσυρτη κιθαριστική καταιγίδα που θυμίζει τους Echo & The Bunnymen, ιδιαίτερα στην πολύ ενδιαφέρουσα εισαγωγή. Εδράζεται σε στέρεες βάσεις, αλλά από τα καλά ριζωμένα θεμέλιά του καταφέρνει να υπερακοντίζεται στα ουράνια με κιθάρες ικανές να παρασύρουν σε air guitar ακόμη και απηυδησμένους μεσήλικες. Ο ίδιος παραδέχεται ότι πηγή έμπνευσης αποτέλεσε η παραδοχή στην οποία έφτασε περί μη ύπαρξης μετά θάνατον ζωής, σε συνδυασμό με το πόσο πολύ εξακολουθεί να θέλγεται από τη σύζυγό του! Το συναίσθημα αυτό καταφέρνει να το εγγράψει στους διαγαλαξιακούς θορύβους («rocket noises» τους ονομάζει) που κατά κόρον χρησιμοποιεί. Ιδιαίτερα στα "She Brings The Sunlight" και "Leave Your Body Behind You" με τους θορύβους αυτούς καταφέρνει να δημιουργήσει ένα παραμορφωτικό οπτικό πεδίο, όπου το φως διαθλάται ακριβώς όπως στο πολύχρωμο εξώφυλλο.

Πρωταγωνιστές στα τραγούδια του είναι άτομα καταπιεσμένα σε βαθμό απόγνωσης («They were standing at the razor's edge / and watched their lives slowly sinking away»). Πιο δυνατή ιστορία είναι εκείνη του ομότιτλου track, στο οποίο αφηγείται την ιστορία τριών προσώπων με Βιβλικά ονόματα (Joseph, Mary και Jacob). Ο δίσκος προχωράει σε αντίστοιχο ύφος, αλλά εκεί που έχεις συμβιβαστεί με την ιδέα ότι το "Standing At The Sky's Edge" θα είναι ένα αμετάκλητα φορτωμένο rock άλμπουμ, έρχονται τρεις μελωδικές folk μπαλάντες ("Seek It", "Don't Stare At The Sun" και "The Wood Collier's Grave") που θα θυμίσουν στους αφοσιωμένους φίλους του, τον Hawley που αγάπησαν. Ιδιαίτερα στο τελευταίο φτιάχνει μια πολύ εύστοχη αλληγορία για την αποξένωση στην οποία οδηγείται ο σύγχρονος καταπιεσμένος άνθρωπος.

Το "Standing At The Sky's Edge" κάθε άλλο παρά εύκολος δίσκος μπορεί να χαρακτηριστεί και είναι πολύ αισιόδοξο το ότι κατάφερε να βρεθεί στο #3 των βρετανικών άλμπουμ charts στην πρώτη εβδομάδα από την κυκλοφορία του. Πρόκειται για ένα ωραιότατο soundtrack απόδρασης από έναν ασφυκτικό κόσμο. Στα κάτω όρια της τροπόσφαιρας βρέχει καταρακτωδώς κι όλα μοιάζουν βαλτωμένα στη λάσπη, αλλά ο Hawley βρίσκει τον τρόπο να οδηγήσει εκεί που ο ήλιος εξακολουθει να λάμπει, πετώντας ψηλά, πάνω από τα γκρίζα κι ηλεκτρικά φορτισμένα σύννεφα. Μπορεί το 2006 να έχασε (δικαίως) το Mercury Prize από τους γεμάτους ενοχές Arctic Monkeys, αλλά κάτι μου λέει ότι με το δίσκο αυτό έχει αρκετά καλές πιθανότητες να του επιστραφούν τα κλοπιμαία.
  • SHARE
  • TWEET