Hidden Mothers

Erosion/Avulsion

Church Road Records (2024)
Από τον Βλάση Λέττα, 13/12/2024
Ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα της βρετανικής post σκηνής για φέτος
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Βρετανοί που παίζουν post hardcore με πολύ έντονο το στοιχείο του post rock αλλά και μεγάλη γκάμα ήχου που περιλαμβάνει από το progressive μέχρι το sludge/doom. Αυτή είναι μια πολύ σύντομη περιγραφή για την μπάντα από το Σέφιλντ που φέτος έβγαλε τον πρώτο της ολοκληρωμένο δίσκο με σκοπό να μπει πολύ δυνατά κι εντυπωσιακά στη ζωή μας. Αν το κατάφερε λέει, ου καλά είσαι. Δηλαδή, ναι.

Το "Erosion/Avulsion" αποτελείται από επτά συν ένα κομμάτια που στο κέντρο της δομής τους έχουν σκοτάδι και μελαγχολικές ατμόσφαιρες. Αν και η είσοδος του πρώτου κομματιού είναι πολύ ορμητική γρήγορα περνάει σε πιο μελωδικές διαδρομές, που θύμισαν λίγο από The Ocean και αρκετά Dvne, με ενδιαφέροντα μετρήματα και εκφραστικές φωνητικές γραμμές. Τα τύμπανα τραβάνε συχνά την προσοχή με πολύ ωραία παιξίματα ενώ το σύνολο κρατάει έναν πολύ ζεστό χαρακτήρα στηριγμένο σε μεγάλο βαθμό και στην πολύ όμορφη, ζωντανή παραγωγή. Το "Death Curl" σπάει ωραία τις εναλλαγές στα φωνητικά με την βοήθεια του τραγουδιστή των Pleiades, για πρώτη φορά στον δίσκο ερχόμαστε μπροστά και σε πιο βαριά sludge, ίσως και doom βασικά, περάσματα με κιθαριστικά ριφ που προκαλούν πολύ πόνο στο σβέρκο. Το πολύ ατμοσφαιρικό post rock δίνει χώρο στο κομμάτι, μάλλον στα περισσότερα κομμάτια του δίσκου, ώστε να πιέσει κι άλλη μαυρίλα να εισέλθει στη μουσική, κι άλλη στάχτη. Η κορύφωση που έρχεται στο τέλος με κραυγές και μελωδίες είναι αποπνικτική και πολύ δυνατή.

Τα κρουστά κερδίζουν την παράσταση και στην είσοδο του "Still Sickness", που για αρκετή ώρα κινείται σε πιο κατεβασμένους τόνους μέχρι να έρθουν τα ξεσπάσματα που επιστρατεύουν από blast beats μέχρι μπασογραμμές γεμάτες ένταση και σφιχτές κιθάρες ώστε να περάσουν το χρωματισμό που ταιριάζει στην αποσύνθεση των στίχων. Ένα δίλεπτο post πέρασμα που περιλαμβάνει και λίγο πιάνο έρχεται μετά και προσωπικά είναι το μοναδικό σημείο που θα παρέλειπα από το δίσκο. Δε μου έχει μείνει κάτι από αυτό και νομίζω ότι κάπως κόβει τη ροή του, αν και κρατάει λίγο, ούτε δυόμισι λεπτά. Απλά κοίτα τί γίνεται, το επόμενο κομμάτι "The Grey" έχει κι αυτό ατμοσφαιρική εισαγωγή, που για αυτό είναι πολύ ταιριαστή και χτίζει πάνω της πολύ ωραίο τραγούδι, αλλά φαίνεται σα να τραβάει στην αρχή περισσότερο απ ότι θες λόγω του προηγούμενου instrumental μέρους. Πλέον που το ακούω παραλείποντας το ακούγεται απόλυτα ισορροπημένο.

Τώρα το "Grandfather" που ακολουθεί είναι τρομερά ζόρικο τραγούδι. Μια σκοτεινή, grunge στην ψυχή, μπαλάντα που σε κολλάει στο πάτωμα με το συναίσθημα που βγάζει. Το ζευγάρι που κάνει, με τις ομοιότητες και τις αντιθέσεις τους, με τις ριφάρες και τις ερμηνείες του "Violet Sun" είναι η κορυφή του άλμπουμ. Το ευτύχημα, περίπου, είναι ότι μετά δεν απογοητεύει κλείνοντας με τον σπαραγμό του "Haze" που έχει ωραίες διακυμάνσεις καταλήγοντας σε ένα αργόσυρτο καταπλάκωμα.

Οι Hidden Mothers τράβηξαν την προσοχή πάνω τους με ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα της βρετανικής σκηνής φέτος και βγαίνουν να το υποστηρίξουν ανοίγοντας μάλιστα κάποια live των αδυσώπητων Mastiff. Αν γίνουν λίγο πιο προσεκτικοί στο να μη σπάνε τη ροή της μουσικής και των ιδεών τους μπορούν να κυκλοφορήσουν πολύ δυνατές δουλειές στο μέλλον. Θα τους παρακολουθούμε.

  • SHARE
  • TWEET