The Flying Eyes, Golden Animals @ An Club, 14/09/13

Οι Golden Animals άρεσαν, οι Flying Eyes ενθουσίασαν, η χειμερινή σεζόν ξεκίνησε όμορφα

Από τον Κώστα Σακκαλή, 16/09/2013 @ 12:15
Ξέρεις ότι χειμώνιασε όταν πρωτοκατέβεις τα σκαλιά του An για την πρώτη κλειστή  συναυλία της σεζόν. Για εμένα αυτή ήταν η εμφάνιση των Flying Eyes και των Golden Animals και πιθανότατα και για τους περισσότερους από τους περίπου 150-200 θεατές της συναυλίας. Κι αν οι δεύτεροι ήταν πιθανότατα ένα ευπρόσδεκτο συμπλήρωμα, για τους Flying Eyes ήταν μάλλον αποκάλυψη για μένα πως το συγκρότημα εκείνο του οποίου τον πρώτο δίσκο είχαμε παρουσιάσει εδώ στο Rocking.gr, είχε αυτήν την εξέλιξη τόσο σε επίπεδο αποδοχής (τρεις εμφανίσεις στην Ελλάδα δεν είναι μικρό πράγμα) όσο και ήχου.

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους όμως αφού πρώτα στη σκηνή του An ανέβηκε η ψιλόλιγνη Linda Beecroft και ο -à la Bob Dylan του
'66- Tommy Eisner. Το καλλιτεχνικό ντουέτο των Golden Animals (το δελτίο Τύπου της συναυλίας μάς ενημέρωσε ότι η μεν ασχολείται και με τη φωτογραφία και ο δε με τη ζωγραφική) προσεγγίζουν τη μουσική με μία καταρχήν μινιμαλιστική τάση αφού η ενορχήστρωση με κιθάρα - drums μόνο δεν αφήνει πολλά περιθώρια δράσης. Από την άλλη, η πράξη έδειξε ότι ειδικά με τη βοήθεια της πεταλιέρας του Beecroft ο ήχος έβγαινε μονολιθικός μεν, αλλά ογκώδης και θορυβώδης, δυσανάλογα των ατόμων που τον παρήγαγαν. Τα τραγούδια τους γενικά ήταν mid-tempo εκτός από ορισμένα που έριχναν ακόμα περισσότερο τους ρυθμούς και γίνονταν πιο μεθυστικά. Έκαναν σύντομα το κοινό να κολυμπάει σε μια θάλασσα από fuzz και αν και, εκτός λίγων εξαιρέσεων, συνθετικά δεν είχαν πολλά να πουν, ηχητικά ήταν ό,τι χρειάζεται για να αγαλλιάσει η καρδιά κάθε νεοψυχογκαραζάκια. Μόνο παράπονο ότι η ζωντανή απόδοση των τραγουδιών τους έβγαινε αρκετά πιο επίπεδη τόσο στη φωνή όσο και στα όργανα, σε σχέση με τις στούντιο εκτελέσεις τους. Από την άλλη, η μία ώρα που έπαιξαν σχεδόν άξιζε από μόνη της την (ούτως ή άλλως χαμηλή) τιμή του εισιτηρίου.

The Flying Eyes

Οι Flying Eyes βγήκαν στη σκηνή με επιδοκιμασίες αλλά και άνεση βετεράνου και με τη μία βεβαίωσαν αυτό που από τον δεύτερο κιόλας δίσκο τους είχαν καταστήσει φανερό. Πάνε οι ημέρες της κυριαρχίας της ήπιας, τριπαριστής ψυχεδέλειας. Ο ήχος τους έχει βαρύνει αισθητά και οι Blue Cheer, Grand Funk, Captain Beyond (χρειάζεται αλήθεια να αναφέρουμε και τους Sabbath;) έχουν παρεισφρήσει στη μουσική τους. Με τον τρόπο αυτό αποδόθηκε και το παλιότερο υλικό τους. Παραμένουν, πάντως, κατά βάση, ένα συγκρότημα που δε στηρίζεται στα riff οπότε και τα τζαμαρίσματα, οι ψυχεδελικές γέφυρες και το θορυβώδες χάος παραμένουν δομικό στοιχείο της εμφάνισής τους.

The Flying Eyes

Υπό αυτό το πρίσμα φυσικά δε θα έπρεπε να μας κάνει εντύπωση η steel guitar που στη γωνία της σκηνής ανά περίπτωση χρησιμοποιούνταν από τον lead κιθαρίστα κ. Bufano ούτε καν το πριόνι (απλό κανονικό πριόνι, τίποτα το ιδιαίτερο) που με ένα δοξάρι γρατζούναγε ο ίδιος κύριος κατά τη διάρκεια του encore για να δημιουργήσει έναν αέρινο, απόκοσμο ήχο. Το encore ήταν εν γένει μία ψυχεδελική αποθέωση αλλά τόσο για αυτό όσο και για το υπόλοιπο set δεν μπορούμε να μην αποθεώσουμε και τον μπασίστα Mac Hewitt που φαίνεται συχνά να είναι η καρδιά του συγκροτήματος. Υπό τις επευφημίες του κοινού και την παρότρυνση των διοργανωτών οι Flying Eyes μετά την μία ώρα και κάτι όπου ολοκλήρωσαν το προγραμματισμένο σετ τους, βγήκαν στη σκηνή για ένα εμφανώς αυτοσχέδιο δεύτερο encore στο οποίο και οι ίδιοι ομολόγησαν ότι θα έπαιζαν ένα τραγούδι που είχαν καιρό να παίξουν ζητώντας μας να τους συγχωρέσουμε για πιθανά λάθη. Οι πρώτες νότες του "I Wanna Be Your Dog" προκάλεσαν τον πανικό που πάντα έχουν την τάση να προκαλούν και έτσι η βραδιά έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο.

The Flying Eyes

Αντί επιλόγου δεν μπορώ να μην αναφέρω κάποιες σκόρπιες σκέψεις που μου δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της συναυλίας. Είναι διάχυτη η εντύπωση ότι λόγω κρίσης και διάφορων αναδιπλώσεων κάποιων διοργανωτών, η φετινή χρονιά θα είναι φτωχή, χωρίς «μεγάλες» συναυλίες. Τις μεγάλες συναυλίες όμως δεν τις κάνουν ούτε τα στάδια, ούτε τα πλήθη, ούτε τα γνωστά ονόματα. Είναι ευκαιρία να αφήσουμε διάφορες προκαταλήψεις και να δείξουμε εμπιστοσύνη σε μικρές σκηνές και σε συγκροτήματα, εγχώρια και μη, που είναι ικανά να προσφέρουν πιο ειλικρινείς συγκινήσεις μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.

Φωτογραφίες: Χρήστος Κισατζεκιάν / www.livephotographs.com
  • SHARE
  • TWEET