letlive.

If I’m The Devil...

Epitaph (2016)
Από τον Μάνο Πατεράκη, 02/08/2016
Τι ωραία που ξεπουλήθηκε η μεγάλη ελπίδα του μελωδικού post-hardcore
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Θα βρεις αρκετές αρνητικές γνώμες αν βγεις στη γύρα για το νέο άλμπουμ της πάλαι ποτέ μεγάλης ελπίδας του μελωδικού post-hardcore -και όχι αναπάντεχα. Οι Καλιφορνέζοι που τάραξαν τα νερά με την ένταση και τον δυναμισμό του "Fake History" του 2010 κάνουν μια απότομη στροφή και η στροφορμή θα πετάξει αρκετούς από τους μέχρι τώρα ακροατές στην άκρη του πεζοδρομίου.

Δεν είναι παράλογο ούτε μεμπτό για καμία από τις δύο πλευρές, φυσικά. Το μόνο θέμα που προέκυψε είναι πρακτικό: Για το "If I’m The Devil" βγήκαν πρώτα να κοινωνήσουν την άποψή τους άτομα για τα οποία το αμερικάνικο alternative rock, που ενδεχομένως να μπορούσε και να βγει στα ραδιοκύματα, είναι μακριά από τις προσωπικές τους επιλογές. Ε και κρίμα να πάει άπατη αυτή η κυκλοφορία, για τον απλούστατο λόγο ότι εδώ οι letlive. ξεπουλήθηκαν... τόσο όμορφα!

Ο ταλαντούχος τραγουδιστής και μοναδικό εναπομείναν αρχικό μέλος, Jason Butler, κάνει για πρώτη φορά τόσα πολλά καθαρά φωνητικά και τα καταφέρνει περίφημα, δίνοντας ένα ρεσιτάλ μελωδικότητας-πάθους που από μόνο του ανεβάζει το αποτέλεσμα αρκετά επίπεδα. Ήδη από το πολύ καλό εναρκτήριο "I’ve Learned To Love Myself" και κατά τη διάρκεια των τριών συνθέσεων που ακολουθούν -συμπεριλαμβανομένου του πολιτικοποιημένου πρώτου single "Good Mourning, America" με τον στίχο We ain’t so different now, are we? Said the cop to the killer inside of me- οι letlive. παρουσιάζουν ένα alternative rock που έχει κρατήσει την επίμονη ένταση, σοβαρότητα και αίσθηση του μεγαλεπήβολου που χαρακτηρίζει μία από τις εκφάνσεις του post-hardcore.

Δεν θα ξεφύγουν από τη βαριά, παθιασμένη διάθεση για κάτι πιο ανάλαφρο για κάμποσο, μέχρι δηλαδή να σκάσει μύτη το "A Weak Ago" και ένα riff με σκέρτσο και αίσθηση αμερικάνου ραδιοφωνοτράγουδου μελωδικού hard rock. Μέχρι εκείνο το σημείο τα είχαν καταφέρει περίφημα, αλλά αυτό εδώ το τραγούδι θα ήταν το πραγματικό τεστ. Και, αφού το πέρασαν και αυτό με επιτυχία, καταλαβαίνει κανείς ότι μόνο ενδιαφέροντα πράγματα έχουμε να περιμένουμε μέχρι το τέλος.

Θα μπει σερί και το μπαλαντοειδές, σχεδόν ανατριχιαστικό "Foreign Cab Rides", που θα μπορούσε να είναι μελωδική στιγμή ενός alt-prog δίσκου. Λίγο αργότερα, το τρίλεπτο "Another Offensive Song", με διαφορά η πιο επιθετική στιγμή του δίσκου, θα μας θυμίσει ότι είναι ακόμα εδώ η μπάντα που κάποτε συγκρινόταν με Refused και Glassjaw. Βέβαια, αμέσως μετά, το ομώνυμο, το πιο μεγάλο κομμάτι του δίσκου διάρκειας πέντε λεπτών, θα γκρεμίσει κάθε αμφιβολία: η αλλαγή προσωπείου ήταν άκρως επιτυχημένη. Είναι, όχι απλά το καλύτερο κομμάτι του άλμπουμ, μα και ένα από τα κολλητικότερα της χρονιάς, με τη μελωδική γραμμή ενός περίεργου ήχου του synth στο ρεφρέν να αποτελεί εξαίσιο εύρημα.

Η όποια απομάκρυνση από punk καταβολές έλαβε χώρα με μαεστρία και μελετημένα. Ο Butler αποκάλυψε ότι κάποιοι στο συγκρότημα ήθελαν να κάνουν τα punk τραγούδια τους, κάποιοι ήθελαν τα πιο rock τραγούδια τους... Και ο ίδιος ήθελε να κάνει κάτι που συνδυάζει τον Kanye West με τους Royal Blood! Καταλαβαίνουμε, προφανώς, πως τέτοιες άκυρες συγκρίσεις είναι σχεδόν πάντα κινήσεις εντυπωσιασμού ή εκτελούν χρέη cliffhangers για να εντείνουν το ενδιαφέρον για τη συνέχεια, ωστόσο σαν φιλοσοφία (όχι ότι υπάρχει hip hop μέσα ε) δεν είναι εντελώς μακριά από την πραγματικότητα. Παρέα με το φετινό Thrice, αποτελούν το alt rock που ψάχναμε για το soundtrack του φετινού καλοκαιριού.

  • SHARE
  • TWEET