Nightfell

The Living Ever Mourn

Southern Lord (2014)
Από τον Nτίνο Παυλίδη, 16/12/2014
Ένα μίζερο και μισάνθρωπο αριστούργημα με death metal χαρακτηριστικά και μια ωδή στην ανθρώπινη κατάντια, από βετεράνους της παγκόσμιας underground σκηνής
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Λοιπόν, να ξεκαθαρίσω αρχικά πως δεν είμαι ο αρμόδιος συντάκτης γι' αυτήν εδώ την κριτική, μιας και δεν ακούω death metal εκτός από κάποιες πολύ βασικές γνώσεις που κατέχω. Απ' την στιγμή ωστόσο που τα μέλη των Nightfell προέρχονται από ένα crust / hardcore background, θα πάρω κι εγώ το θάρρος, ως punk γέννημα θρέμμα, να αραδιάσω μερικές λέξεις και προτάσεις για μία δισκάρα που υπερβαίνει τα μουσικά όρια, υπερνικά τις οποιεσδήποτε ταμπέλες, και ξεπερνά επιρροές, διαχωρισμούς και άλλα τέτοια παρόμοια.

Οι Nightfell αποτελούν το project δύο ανθρώπων που έχουν χαρίσει αμέτρητα πράγματα στην διεθνή underground δισκογραφία, του Todd Burdette από τις τάξεις των Tragedy και His Hero Is Gone -σε κιθάρα, φωνή και μπάσο-, και του Tim Call που μεταξύ δεκάδων άλλων συγκροτημάτων έχει παίξει και παίζει ακόμη τα τύμπανα στους black metal πολεμιστές The Howling Wind. Κινούμενοι σε death metal και doom μονοπάτια παρουσιάζουν στην πρώτη αυτή δισκογραφική τους δουλειά, με τίτλο "The Living Ever Mourn", ένα τρομερά συμπαγές σύνολο εξαιρετικής μουσικής, σκοτεινής και αποκαλυπτικής, μίζερης και θανατερής, που σε βουτάει από το στήθος, σου μαυρίζει την ψυχή, και σε καθηλώνει εκεί μέχρι και το τελευταίο της δευτερόλεπτο.

Η ωριμότητα και η εμπειρία των δύο αυτών ανθρώπων, όπως διαφαίνονται μέσα από αυτό το album, είναι πραγματικά εκπληκτικές. Ξέρουν ακριβώς πως θέλουν να ακουστούν, ακριβώς τι ήχο θέλουν να βγάλουν, και ακριβώς τι συναισθήματα θέλουν να εκφράσουν, να μεταδώσουν και να παράγουν, μέσα από μια μετρημένη κυκλοφορία, χωρίς υπερβολές, πλούσια όμως συνθετικά και συναισθηματικά.

Με έξι ολοκληρωμένα κομμάτια, μαθηματική συμμετρία σε κάθε πλευρά, και δύο στην ουσία filler τραγούδια, τα "Apparitions Appear" και "Reaping Commences", το άλμπουμ σε βάζει κατευθείαν στο κλίμα με την αργή εισαγωγή του "The Last Disease" να προϊδεάζει για το χάος έπειτα από τον στίχο «...I am the chosen one», και τελικά να κάνει την διαφορά ηχώντας σαν μια αργόσυρτη εκδοχή των Bolt Thrower, με βαριά riff, ξυσίματα στην κιθάρα και ταυτοχρόνως βαρύ drumming με αρκετά έντονη την χρήση της δίκασης. Θεόρατα riff και ιδέες υπάρχουν σε όλη την διάρκεια της κυκλοφορίας με κάθε κομμάτι να ξεχωρίζει, να έχει κάτι δικό του να πει, και να σε εκπλήσσει με την ροή του και την κορύφωσή του.

Το "Empty Prayers" που κλείνει την πρώτη πλευρά είναι ένα συγκλονιστικό μυσταγωγικό έπος που με ανατριχιάζει σε κάθε ακρόαση με την θεατρικότητα της μουσικής του και των φωνητικών σε σχέση με αυτό που πραγματεύονται, ενώ το ίδιο μεγαλείο εκπέμπει και ο μισάνθρωπος επίλογος του δίσκου, "Funeral Dirge", να αναπαριστά μοναδικά τις μίζερες, πανάθλιες, και σιχαμένες φωνές που κράζουν απελπισμένα «...amen, amen, amen», για την σωτηρία τους. Το αντιχριστιανικό στοιχείο είναι έντονο σε όλο τον δίσκο και αποτυπώνεται με αξέχαστο τρόπο σε ό,τι άλλο έχει απομείνει από αυτό το αριστούργημα, στα κομμάτια "I Am Decay", "The Hollowing", και "Altars To Wrath".
  • SHARE
  • TWEET