Bright Eyes

The People's Key

Polydor (2011)
11/03/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Οι Bright Eyes από την εξωτική Omaha των United States of Midwestern America δεν είναι μία ακόμη indie folk μπάντα από τις τόσες εκεί έξω, αλλά μια κολλεκτίβα που περιστρέφεται γύρω από τις ορέξεις του σπουδαίου singer-songwriter, όπως εχει επικρατήσει να τους λέμε στα ελληνικά, αντί του τραγουδοποιός, που θυμίζει και Σαββόπουλο, Conor Oberst και μουσικούς που ο ίδιος επιλέγει κάθε φορά, αναλόγως της μουσικής κατεύθυνσης που θέλει να δώσει στο εκάστοτε άλμπουμ.

Εξαιρετικής ποιότητας στιχουργός ο Conor, αποκαλέστηκε ακόμα και νέος Dylan, τον οποίο νέο Dylan ως γνωστόν τον ψάχνουμε από την εποχή του Springsteen -όπως και το νέο Maradona ένα πράγμα-, με τον οποίο έχει ανέβει πολλάκις στη σκηνή ο φερέλπις κύριος Oberst (με τον Springsteen - όχι με το Maradona).

Στα μονοπάτια του Dylan και της λογικής ότι η folk είναι μουσική για το λαό και πρέπει να εξυπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα, περιόδευσε μαζί με το «Αφεντικό» και τους R.E.M. στη "Vote For Change Tour" και τραγούδησε αρκετές φορές με τον Neil Young, πείθοντας τελικά τους καλούς Αμερικανούς να ψηφίσουν για μία ακόμη φορά τον George W. Bush. Αμέσως μετά έβγαλε το κατά τον γράφοντα καλύτερο άλμπουμ του, "I'm Wide Awake, It's Morning", για να φτάσουμε με κάποια solo projects (ως σκέτος Conor Oberst) και κάποια «supergroups» μετά (ως Monsters Of Folk) στο κατά τα λεγόμενά του τελευταίο δίσκο κάτω από το όνομα των Bright Eyes, με τίτλο "The People's Key".

Και ήγγικεν λοιπόν η ώρα να γίνει ριζοσπάστης, σαν την κοπελίτσα που φεύγει από την Omaha για να πάει στο L.A. για να γίνει ηθοποιός. Απεταξάμην τη folk - απεταξάμην, φωνάζουν στο τελευταίο τους άλμπουμ.

Η δύναμη των Bright Eyes είναι στους στίχους του Conor Oberst και στην ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι υπόλοιποι. Δε θα βρείτε μουσικές φιοριτούρες στα έργα τους, ούτε όμως τα λέει κανείς λιτά κι απέριττα. Κάθε ήχος έχει λόγο ύπαρξης και έρχεται με μέτρο, όπως η ορχήστρα που πλαισιώνει τους gothic blues ήχους του "Firewall" ή όπως το πιάνο που παντρεύται με τα keyboards του αισιόδοξου "Shell Games".

Το single "Jejune Stars" είναι αναμφισβήτητα το πιο δυνατό (λέγε με loud) κομμάτι του δίσκου, αλλά θα μπορούσε να είναι και b-side των Killers. Αντίστοιχα, κομμάτι του Nick Cave θα μπορούσε να είναι η εξαιρετική γοτθική μπαλάντα με τίτλο "Aproximate Sunlight", με τα απόκοσμα backing vocals και τις slide κιθαριές. Ακολουθεί το easy going "Haile Selassie", που χρησιμοποιεί ουχί όμως επί ματαίω το όνομα του βασιλιά της Αιθιοπίας και Μαρλεϊκή θεματολογία με εντυπωσιακά αποτελέσματα, ενώ στo καθαρτικό "A Machine Spiritual" ξαναπιάνει για λίγο την ακουστική κιθάρα για να την αφήσει αμέσως μετά στο uptempo "Triple Spiral" και να κλείσει με το U2esque "One For You, One For Me", καραυγάζοντας σχεδόν ψυθιριστά:

«One for the righteous, one for the ruling class
One for the tyrant, one for the slaughtered lamb
One for the struggle, one for the lasting peace
One for you, and one for me»


Και κάπου εκεί που νομίζαμε ότι έχει πάψει να είναι το αιώνιο ταλέντο με τον δικό του ήχο και έχει κάνει και αριστουργήματα όπως το "I'm Wide Awake, It's Morning", εδώ κάνει την κοιλιά που κάνουν οι ποδοσφαιριστές στα 28 τους. Εκλάμψεις ιδιοφυίας μεν, αλλά τόσα αδιάφορα fillers σε ένα δίσκο δέκα μόλις κομματιών είναι πολλά. Αλήθεια, εκείνο το άλλο ταλέντο, τo χρυσό εκείνο παιδί (λέγε με Ryan Adams) που με το "Gold" και κανα-δυο άλλους δίσκους είχε κάνει όλη την υφήλιο ανατολικά της Νέας Υόρκης να παραμιλά και μετά χάθηκε στα μονοπάτια της αληθινής country, τί να γίνεται άραγε;
  • SHARE
  • TWEET