ProgSession #2: Tonton Macoute

Από τον Κώστα Σακκαλή, 10/05/2011 @ 16:31
Όση χαρά προσφέρει στους απανταχού μουσικόφιλους η παρακολούθηση της επικαιρότητας και η βιωματική συναίσθηση του παρόντος, άλλο τόσο, και ίσως και περισσότερο, ενδιαφέρον έχει η ενασχόληση με το άγνωστο παρελθόν, με το σκάλισμα της Ιστορίας, με τις πιο αφώτιστες γωνιές της. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, το Rocking.gr κάθε μήνα θα παρουσιάζει, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 2:

Tonton Macoute - Tonton Macoute
1971
RCA/Neon

Κάτω από το όνομα μίας αδίστακτης Αϊτινής παραστρατιωτικής οργάνωσης καλύφθηκαν τέσσερις εξαιρετικοί Άγγλοι μουσικοί που κατάφεραν να ηχογραφήσουν έναν από τους καλύτερους και πιο ιδιαίτερους δίσκους της γενιάς τους. Και που φυσικά γνώρισε από λίγη έως ελάχιστη αναγνώριση στην εποχή του.

Οι Chris Gavin (μπάσο και κιθάρες), Dave Knowles (σαξόφωνα, φλάουτο, κλαρινέτο και φωνή), Paul French (πλήκτρα) και Nigel Reveler (κρουστά) συναντήθηκαν στο Berkshire και αποφάσισαν να ενσωματώσουν στο rock τους τις επιρροές από όλες τις μουσικές που τους άγγιζαν. Κοινός παρονομαστής βρέθηκε να είναι η αγάπη τους για τη jazz και δε δίστασαν να το εξωτερικεύσουν με τον καλύτερο τρόπο. Έξι συνθέσεις αποτελούν το μοναδικό και ομότιτλο LP τους, η μία χωρισμένη σε πρώτο και δεύτερο μέρος. Παρόλο που το μπάσο και τα drums, δεμένα άψογα και με, θα έλεγες, τηλεπαθητική επικοινωνία, είναι αυτά που στρώνουν τον καμβά, είναι τα πλήκτρα και τα πνευστά που ζωγραφίζουν κάτι το μοναδικό και πρωτότυπο. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι μπορεί η πρώτη πλευρά να αποδίδεται συνθετικά σε όλα τα μέλη, στη δεύτερη όμως τα συνθετικά δικαιώματα μοιράζονται οι Knowles/French.

Παρά τη «σοβαρότητα» που συνήθως διέπει τη jazz, ετούτοι εδώ οι τύποι είναι σαφές ότι απλά έκαναν το κέφι τους και στην πορεία, εξίσου απλά, ηχογράφησαν ένα αριστούργημα. Οι συστάσεις που γίνονται με το "Just Like Stone" αυτό ακριβώς δείχνουν, με ένα συγκρότημα που κινείται στις ράγες των Traffic με διπλά φωνητικά σε στυλ Wishbone Ash. Το φλάουτο εδώ δίνει μία μικρή κλίση προς το folk στοιχείο, με τον ίδιο τρόπο που στο "Don't Make Me Cry", που ακολουθεί, το σαξόφωνο δίνει πιο έντονη jazz αίσθηση. Το τελευταίο αποτελεί μάλλον και την καλύτερη στιγμή του δίσκου και καθόλου αμελητέα σε αυτό δεν είναι η συνεισφορά του γκρουβάτου μπάσου και των «πεταχτών» νότων που παίζουν τα πλήκτρα, δίνοντας μία σχεδόν χορευτική διάθεση. Στα οκτώ του λεπτά προλαβαίνει να κλείσει το μάτι και στους Blood, Sweart & Tears. Επιστροφή στο φλάουτο, στη συνέχεια, με χαλίφιδες να σφυρίζουν μελωδίες σε φίδια που ξεμυτίζουν από το καλάθι τους, ή τουλάχιστον αυτό σου έρχεται στο μυαλό ακούγοντας το "Flying South In Winter". Για μοναδική φορά, χρόνο για ένα μικρό σόλο θα αποκτήσουν και τα κρουστά, που ευτυχώς θα τον αξιοποιήσουν κατάλληλα χωρίς να κουράσουν.

Η αλλαγή πλευράς στο LP θα φέρει και αλλαγή στη διάθεση με το πολύ βρετανικό "Dreams" που κάνει στροφή προς τη μελαγχολία και θα είναι προσφιλές στους φίλους των Moody Blues. Παρά τη συνθετική υπογραφή του Knowles, είναι αυτό που έχει τη μικρότερη παρουσία πνευστών στο άλμπουμ. Αντίθετα, έχει σε περίοπτη θέση την κιθάρα και είναι το πιο «τραγούδι» του δίσκου. Σε παρόμοια πλαίσια κινείται το "You Make My Jelly Roll", που όμως αγγίζει την κινηματογραφική jazz που θα συναντούσε κανείς σε ένα film noir ή τους bop ρυθμούς που θα συνόδευαν έναν beat ποιητή στην απαγγελία του. Τα δύο αυτά τραγούδια είναι σαφώς λιγότερο πρωτότυπα και με λιγότερο έντονη προσωπικότητα από τα προηγούμενα, αλλά εξίσου απολαυστικά. Η επαναφορά του ύφους της πρώτης πλευράς σηματοδοτείται με τα δύο μέρη του "Natural High". Κάτι το απότομο fade out του πρώτου μέρους, κάτι η φύση της μουσικής τους, δείχνει ότι τα δύο μέρη αποτελούν υποσύνολο ενός μεγαλύτερου τζαμαρίσματος που κατά πάσα πιθανότητα συνέβαινε ζωντανά στο studio και δε χώρεσε ολόκληρο στα αυλάκια του βινυλίου.

Αποκτώντας σταδιακά και εν μέσω επανεκδόσεων μία cult φήμη, ο δίσκος αυτός των Tonton Macoute έχει φτάσει να είναι ανάμεσα στις πρώτες επιλογές όταν έχουμε να κάνουμε με μισοάγνωστα ονόματα του progressive. Ταυτόχρονα αποτελεί και ένα δίσκο που μπορούν να αγαπάνε όσοι κατά τα άλλα λατρεύουν να μισούν το prog που έχουν ταυτίσει με συμφωνικά συγκροτήματα όπως οι Genesis, Yes, ELP κτλ. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι ότι φίλοι ή εχθροί του είδους δε μπορούν να μη νιώσουν την έλξη ενός πράσινου εξωφύλλου με μία δυσνόητη συμβολική (;) φωτογραφία.

Τον επόμενο μήνα θα μάθουμε πώς να πετάμε με το μυαλό μας.

Κώστας Σακκαλής
  • SHARE
  • TWEET