March Metal Day - Wizard's Stage: Tiamat, Battleroar, Epica, Innerwish, Emerald Sun, Inactive Messiah, W.E.B., Crossover, Universe 217

07/04/2007 @ 04:07
Η άφιξη των Manowar στην Αθήνα κάτω από το πλαίσιο του March Metal Day festival ήταν πλέον γεγονός και το Rocking.gr δε μπορούσε να λείψει από την πολυαναμενόμενη πια εμφάνιση τους, ειδικά μετά τις δύο ακυρώσεις της κοινής τους περιοδείας με τους Rhapsody Of Fire και Holy Hell. Η πολυσυζητημένη συναυλία τους στο Rockwave του 1999 ήταν νωπή ακόμα στις μνήμες μας και έχοντας ενημερωθεί για τα κομμάτια που έπαιξαν σε άλλους σταθμούς της περιοδείας, είχαμε την αίσθηση πως θα τους δούμε σε μία συναυλία αντάξια της ονομασίας τους ως Kings Of Metal.

Αλλά για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, όταν καταφθάσαμε στον χώρο κατά τις 12:00, οι πρώτοι κιόλας οπαδοί ήδη περίμεναν να ανοίξουν οι πύλες, κάτι που τελικά καθυστέρησε, και ενώ περιμέναμε, ακούγαμε τους ήχους από το soundcheck των Manowar και ετοιμαζόμασταν ψυχολογικά. Το θετικό είναι ότι αρκετοί ήρθαν από νωρίς, λόγω του όλου πακέτου ως event και όχι μόνο για Manowar. Εννοείται ασφαλώς πως η συντριπτική πλειοψηφία του κοινού ήρθε λόγω των headliners, αλλά απ' ότι αποδείχθηκε αρκετοί το αντιμετώπισαν με τον τρόπο που έπρεπε ως event, επειδή κακά τα ψέματα μεσολαβούσαν κάπου στις 10 ώρες μέχρι να βγουν οι Manowar στη σκηνή. Το θετικότερο ήταν ότι οι τιμές στα φαγητά και τα ποτά ήταν πολύ καλές, καθώς ο φραπές κόστιζε 1 ευρώ και η μπύρα νομίζω γύρω στα 3. Προσωπικά είχα πολλά χρόνια να δω αξιοπρεπείς τιμές σε ελληνικό φεστιβάλ και οι τιμές για μένα βοηθάνε πολύ στην υιοθέτηση του θεσμού, καθώς αν ο μέσος οπαδός αντιμετωπίσει φιλικές τιμές κατά το διάστημα των 12 ωρών που βρίσκεται εκεί, αυτό θα αποτελέσει ένα παραπάνω κριτήριο για να παρακολουθήσει το φεστιβάλ από την ώρα έναρξης του...

Όταν μπήκαμε μέσα είδαμε τις δύο σκηνές, με τη μικρή (Wizard Stage) να απέχει αρκετά από την αντίστοιχη στη οποία θα εμφανίζονταν οι Manowar με τους Rhapsody Of Fire και Holy Hell. Η περιοχή χωριζόταν από κάγκελα που τοποθετήθηκαν και αυτό κατά κάποιο τρόπο όχι μόνο μίκρυνε το χώρο μπροστά από τη Wizard Stage, αλλά και τον έδειχνε να μοιάζει πιο 'γεμάτος' από θέμα προσέλευσης κόσμου, καθώς πολλοί καθυστέρησαν να έρθουν. Το θεωρώ λογικό, αφού η Τετάρτη ήταν εργάσιμη μέρα και πολλοί δε μπορούσαν να πάρουν άδεια ή να φύγουν νωρίτερα. Το προτιμότερο, αν επαναληφθεί και καθιερωθεί ο θεσμός, είναι να διεξάγεται κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου.

Για να περάσουμε στην ανάλυση της συναυλίας, όπως είπα και πιο πριν, τα προβλήματα δυστυχώς δεν έλειψαν και οι πόρτες άργησαν να ανοίξουν, με αποτέλεσμα η όλη διαδικασία να ξεκινήσει στις 14:00 με την εμφάνιση των Universe 217. Όπως αποδείχθηκε αργότερα, άλλαξε η σειρά εμφάνισης αρκετών συγκροτημάτων, με αποτέλεσμα οι George Davis & Gang να μην εμφανιστούν, και, όπως συνειδητοποιήσαμε αργότερα, τα ελληνικά ονόματα του Warrior Stage μεταφέρθηκαν στο Wizard Stage που ξεκίνησε νωρίτερα.



Οι Universe 217 κατά τη γνώμη μου είναι ανάμεσα στις καλύτερες ελληνικές doom μπάντες και με γυναικεία φωνητικά στη σύνθεση τους (τα οποία είναι κοντά στα αντίστοιχα των The Quill) έχουν δημιουργήσει ένα ξεχωριστό ύφος. Αν και ο μπασίστας εκτελεί χρέη φαντάρου, η 'βρωμιά' στον ήχο ήταν τελικά υπέρ τους, καθώς η μουσική ακουγόταν πολύ 'γεμάτη'. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που ρωτούσαν «ποιοι είναι αυτοί;» με ύφος που δήλωνε ενδιαφέρον και όχι απλά απορία. Τρομερή εμφάνιση από την οποία απέσπασαν τα καλύτερα σχόλια. Το καλύτερο ήταν το: «να επιτέλους μία κοπέλα που τραγουδάει αντί να δείχνει το σώμα της»...

Οι εκ της Αλεξανδρούπολης ορμώμενοι blacksters Crossover πάτησαν το σανίδι λίγο μετά τις 15.00 και πετάχτηκα χωρίς δεύτερη κουβέντα να τους παρακολουθήσω, διότι δεν είχα ποτέ την ευκαιρία, παρόλα τα πολύ καλά λόγια που έφταναν κατά καιρούς στ' αφτιά μου. Ο Zion, η ηγετική φυσιογνωμία της μπάντας ήταν σε μεγάλα κέφια κι από κοντά του και τα υπόλοιπα μέλη, με προεξέχουσα την Ιφιγένεια με την επιβλητική της σκηνική παρουσία. Μέσα σε 30 λεπτά περίπου κατάφεραν με χαρακτηριστική ευκολία να κερδίσουν το κοινό -η συναυλιακή τους εμπειρία αποτελεί εγγύηση άλλωστε-, ο ήχος ήταν απροσδόκητα καλός και τα τραγούδια τους έχοντας ως κύρια βάση το black με κάποια thrashίζοντα περάσματα με (ταρα)κούνησαν για τα καλά. Highlihts ήταν σίγουρα το intro, το αφιερωμένο στη Μ. Εβδομάδα που διανύουμε "Six Six Six" και η διασκευή στο "The Sign Of Evil Existence" των Rotting Christ. Θέλαμε σίγουρα λίγο παραπάνω, αλλά σε τέτοιες διοργανώσεις που παίζεις με το χρονόμετρο δεν είχαμε και πολλές ελπίδες. Ας είναι, θα τους απολαύσουμε κάποια άλλη στιγμή που θα έχουν περισσότερη ώρα στη διάθεσή τους, μέχρι τότε... τα σέβη μου παιδιά!

Η επόμενη μπάντα σε σειρά ήταν οι W.E.B. οι οποίοι τελικά είχαν τον χειρότερο ήχο. Το γκρουπ παίζει ένα μίγμα gothic και industrial στοιχείων και, όσο να 'ναι, ο καλός ήχος ήταν απαραίτητος για την εμφάνιση τους.

Η φωνή του τραγουδιστή με το ζόρι ακουγόταν και μόνο κατά το τέλος, που έπαιξαν και τη διασκευή στο “Frozen” της Madonna, έφτιαξε κάπως. Τα δεύτερα γυναικεία φωνητικά ακούγονταν τελικά καλύτερα, αλλά το γενικό 'μπάχαλο' στον ήχο δεν τους βοήθησε καθόλου. Η διασκευή πάντως μου άρεσε πάρα πολύ και είναι άνετα από τις καλύτερες που έχει κάνει ελληνικό γκρουπ.

Τέλος, το show τους συνοδευόταν από μία χορεύτρια αρκετά αποκαλυπτικά ντυμένη (πιο πολλά έδειχνε παρά έκρυβε), πράγμα που δημιούργησε και θετικά αλλά και αρνητικά σχόλια του τύπου «βγάζουν τη γκόμενα για να τραβήξουν προσοχή». Προσωπικά για μένα, ούτε κρύο, ούτε ζέστη...




Και συνεχίζουμε με τους Inactive Messiah οι οποίοι (σύμφωνα με τον συνάδελφο Λουκιανό) κυκλοφόρησαν έναν εξαιρετικό δίσκο πέρυσι, παραπέμποντας σε σουηδική death σκηνή των τελευταίων ετών, όσον αφορά το στυλ.



Ενώ είχαν καλύτερο ήχο από τους W.E.B., αυτός ήταν πιο δυνατά σε ένταση και πιο βρώμικος, με αποτέλεσμα να με πιάσει πονοκέφαλος. Τα παιδιά μια χαρά έπαιξαν και το μόνο που χρειάζεται είναι να δουλέψουν πάνω στα δεύτερα φωνητικά και να μη λέει ο τραγουδιστής όλη την ώρα «ευχαριστούμε Αθήνα». Όσο να 'ναι μου δημιούργησε πολύ αρνητική εντύπωση, καθώς άλλοι πιο φτασμένοι Έλληνες δε χρησιμοποιούν τέτοιες εκφράσεις...

Συνέχεια στο ήδη πολύ καλό ξεκίνημα έδωσαν οι Θεσσαλονικείς Emerald Sun. Από την πρώτη στιγμή έδειξαν ότι είναι ένα από τα καλύτερα νεότερα συγκροτήματα στον ελληνικό χώρο.

Νέο-heavy/power συνθέσεις, βασισμένες στην μεγάλη ευρωπαϊκή σχολή των '80s και αρχών '90s, αποτελούσαν το set list τους, το οποίο σίγουρα ικανοποίησε τους οπαδούς που ήταν από κάτω. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε ο τραγουδιστής, ο οποίος πρέπει να κοιμάται αγκαλιά με μια φωτογραφία του Rob Halford. Οι ομοιότητες ήταν αρκετές και εμφανισιακά αλλά και φωνητικά.

Διασκεύασαν αρκετά καλά το “Eagle Fly Free» των Helloween, εναποθέτοντας έτσι φόρο τιμής σε μια μπάντα που σίγουρα τους έχει επηρεάσει μουσικά.





Ο ήχος που είχαν, όντας αρκετά καλός, τους βοήθησε να αποδώσουν τα κομμάτια τους καλύτερα. Παρόλο που έκαναν κάποια λαθάκια, κέρδισαν επάξια το χειροκρότημα του κοινού, αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα μπορεί να ποντάρει μελλοντικά σε αυτούς.



Μία από τις καλύτερες ελληνικές heavy metal μπάντες των τελευταίων ετών, οι Innerwish, ακολούθησε, σε μία εμφάνιση που, όπως είπε και ο συνάδελφος Θοδωρής, ήταν άνετα ευρωπαϊκού επιπέδου.



Στο χώρο ήταν αρκετοί που φορούσαν μπλουζάκια από το merchandise του γκρουπ και απ' ότι αποδείχθηκε η πλειοψηφία των παρευρισκομένων συμμετείχε ενεργά στην εμφάνιση τους με το να τραγουδάει, να φωνάζει και να χειροκροτεί.

Ο ήχος ήταν με το μέρος τους και η απόδοση τους η καλύτερη δυνατή. Το μόνο αρνητικό ήταν ότι έπαιξαν μόνο 5 κομμάτια και όντως ήταν κάπως άδικο, καθώς για μένα αποδείχθηκαν η καλύτερη ελληνική μπάντα του φεστιβάλ. Το set list βασίστηκε σε όλα τα full-length τους και οι επιλογές είχαν συναυλιακό χαρακτήρα: “Travellers In Time”, “Silent Faces”, “Spacerunner”, “Eye Of The Storm” και “Ready For Attack” ήταν τα κομμάτια που ακούσαμε κατά τη διάρκεια του set τους. Μπράβο στα παιδιά και εις ανώτερα!

Και η στιγμή για την πρώτη εμφάνιση των Epica επί ελληνικού εδάφους είχε φτάσει. Τα πράγματα όμως δεν ξεκίνησαν πολύ καλά, αφού πρώτη φορά είδα ένα group να κάνει soundcheck ακριβώς πριν εμφανιστεί.. Εκ των προτέρων λοιπόν αντιλαμβάνεσαι ότι κάτι δεν πάει καλά από οργανωτικής πλευράς.

To soundcheck όμως ολοκληρώθηκε, ο ήλιος που έμπαινε από τα παράθυρα είχε πλέον κρυφτεί και η προσμονή μου αυξανόταν ραγδαίως. Το απαραίτητο intro ακουγόταν και το group πήρε και επίσημα τη θέση του πάνω στη σκηνή, με την Simone Simons να προκαλεί ντελίριο θαυμασμού, στον αντρικό και όχι μόνο πληθυσμό, με την εμφάνιση της. Η αρχή έγινε με το “The Last Crusade” από το “Consign To Oblivion” που είναι το τελευταίο ουσιαστικά album του group. Από αυτό και μόνο το κομμάτι κατάφερα να βγάλω κάποια συμπεράσματα τα οποία η συνέχεια του live επαλήθευσε πλήρως.



Το group είχε πραγματικά εξαιρετική διάθεση, με απώτερο σκοπό την ολοκληρωμένη γνωριμία με το ελληνικό κοινό, οι εκτελέσεις των κομματιών πιστότατες σε σχέση με τις στουντιακές εκτελέσεις και μια γυναικεία φωνή που δένει καταπληκτικά με τα «βάρβαρα» φωνητικά του Mark Jansen (ex After Forever) αλλά και τα ηχογραφημένα χορωδιακά μέρη, απαραίτητα για το ύφος των Epica.

Ο πολύ μέτριος ήχος στην αρχή βελτιώθηκε σχετικά κι έτσι οι εκτελέσεις σε κομμάτια όπως τα “Sensorium” και “Quietus” μου θύμισαν γιατί πραγματικά λατρεύω αυτή τη μπάντα. Η Simone μάλιστα ερμήνευσε και ένα από τα ελάχιστα (μαζί με τον Lamento Eroico (Rhapsody)) slow κομμάτια (“Linger”) που ακούστηκαν σε ολόκληρο το festival, με τη συνοδεία του Cohen Janssen στα πλήκτρα, ο οποίος κατά την προσωπική μου άποψη είναι ίσως ο άνθρωπος κλειδί για τον ήχο των Epica.

Το setlist των Epica, οι οποίοι έμειναν στη σκηνή για περίπου μία ώρα, περιείχε και μια διασκευή στο “Crystal Mountain” (Death), με τον Mark να αναλαμβάνει προφανώς τα φωνητικά, και ένα καινούριο κομμάτι που θα βρίσκεται στο επόμενο album τους και το οποίο ηχούσε τόσο heavy που πραγματικά με κάνει πολύ περίεργο για την επερχόμενη δουλειά τους.

Αν έπρεπε να επιλέξω όμως την κορυφαία στιγμή του live, τότε το “Cry For The Moon” αξίζει δικαιωματικά αυτό τον τίτλο. Απόδειξη αυτού το γεγονός είναι ότι άνθρωποι που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους τους Epica ενθουσιάστηκαν με την εκτέλεση του κομματιού. Η εμφάνιση των Epica λοιπόν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια επιτυχημένη κίνηση γνωριμίας με το ελληνικό κοινό. Το group είναι εμφανές ότι ωριμάζει διαρκώς, κάτι που αποτυπώνεται και στην Simone Simons που εδώ και καιρό έχει πάψει να είναι απλά η ωραία «κοπελίτσα» που τραγουδάει στους Epica, αλλά εξελίσσεται σε μια χαρισματική frontwoman που μπορεί να οδηγήσει τους Epica πολύ ψηλά αλλά το ίδιο εύκολα να τους οδηγήσει και στην πτώση.



Γνωρίζοντας κάτι παραπάνω όμως για τα παιδιά, με την ιδιότητα του φίλου πλέον και όχι του κριτικού απέναντι τους, πιστεύω ακράδαντα ότι η ανοδική τους πορεία δε θα σταματήσει καθόλου σύντομα, λόγω των σχέσεων που έχουν μεταξύ τους και της αγάπης που τρέφουν για τη μουσική.

To encore των Epica ήταν αυτό που κέρδισε και τους τελευταίους δύσπιστους. Ένα encore λίγο διαφορετικό από τα συνηθισμένα βέβαια, καθώς έλαβε χώρα στο περίπτερο του Rocking.gr, όπου οι Epica «γνωρίστηκαν» με τους Έλληνες οπαδούς τους, κάνοντας την καλύτερη αρχή σε μια σχέση η οποία πιστεύω ότι θα παραμείνει άσβεστη για πολύ καιρό. Ευχαριστούμε πολύ όλους εσάς που βρεθήκατε εκεί και τιμήσατε με την παρουσία σας πρωτίστως βέβαια το group αλλά και το rocking.

Μετά τους Epica και την πανέμορφη Simone, σειρά είχαν οι δικοί μας Battleroar. Η αξία και το μουσικό ποιον της μπάντας είναι αδιαμφισβήτητα. Το group αποτελεί εδώ και πολύ καιρό έναν από τους καλύτερους πρεσβευτές της χώρας μας στο εξωτερικό, ειδικά σε έναν χώρο όπως το επικό heavy metal που τώρα πια χωλαίνει ως είδος. Δυστυχώς δεν έπαιξαν, όπως είχε ακουστεί, στη μεγάλη σκηνή μαζί με τους Innerwish. Δεν πειράζει όμως. Με κομμάτια όπως τα “Victorious Path”, “Morituri Te Salutant”, “Siegecraft”, “Battleroar” κλπ. απέδειξαν ότι είναι εξίσου καλοί και σε μεγάλες σκηνές. Οι συνθέσεις τους αποδόθηκαν όσο καλύτερα γινόταν. Δυστυχώς ο κάπως άσχημος ήχος επισκίασε την κατά τα αλλά πολύ καλή εμφάνιση τους. Επίσης, λόγω περιορισμένου χρόνου, δεν έπαιξαν πολύ, κάτι που σίγουρα θα στεναχώρησε τους πολυάριθμους οπαδούς τους που ήταν από κάτω. Κέρδισαν επάξια το χειροκρότημα του κοινού, δίνοντας το νέο ραντεβού μαζί του στο άμεσο μέλλον.



Λίγο μετά τις εννέα και ενώ ήδη στο περίπτερο του Rocking επικρατούσε το αδιαχώρητο, έμελλε σε εμένα να αναλάβω το δύσκολο έργο της κάλυψης των Tiamat και να απομακρυνθώ από το μεγάλο, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, meet & greet των Epica, με τη δικαιολογία των συναδέλφων μου ότι θα με ζήλευε η Simone- έτσι, αποσύρθηκα από τα φώτα της δημοσιότητας και κατευθύνθηκα προς το Wizard's Stage για να δω αυτή την ατελείωτη, αλλά και από αρκετούς παρεξηγημένη, γκρουπάρα.

Ο Johan ήταν ομολογουμένως σε τρελά κέφια, όπως και τα υπόλοιπα παιδιά, και ανέβηκαν πάνω στη σκηνή για τις τελευταίες λεπτομέρειες ως άρτιοι επαγγελματίες - τελευταίο τσεκάρισμα στον ήχο και ήδη το κοινό σιγοψιθύριζε θετικότατα σχόλια για την αμφίεση του frontman (βλέπε λερωμένη ποδιά χασάπη, χωρίς κάποιο μπλουζάκι από μέσα, ατελείωτο piercing και άφθονο make up, ειδικά γύρω από τα μάτια - θεός!).

Από τα πρώτα λεπτά ο ήχος ήταν κάτι παραπάνω από καλός και η μπάντα προσπάθησε να καλύψει όλο το μουσικό φάσμα της 20χρονης παρά κάτι πορείας της - γεγονός μάλλον αδύνατο, αφού στη διάθεση τους είχαν κάτι λιγότερο από μία ώρα. Ειδικά, δε, όταν έπαιξαν παλιότερα κομμάτια, ο κόσμος τους αποθέωνε και εκείνοι δεν παρέλειπαν να υπενθυμίζουν να μη σταματούν να φωνάζουν το όνομα τους γιατί τους αρέσει! Και έτσι και κάναμε: Tiamat! Tiamat! φωνάζαμε ασταμάτητα μετά το τέλος κάθε κομματιού, ενώ δεν έλειπαν και τα χειροκροτήματα στα ορχηστρικά μέρη, όπως μόνο εμείς οι Έλληνες ξέρουμε και κάνουμε από τα πρώτα χρόνια των Maiden!



Και εκείνοι βέβαια μας αποζημίωσαν και με το παραπάνω: “Vote for Love”, “Sleeping Beauty”, “Children Of The Underworld”, “In a Dream”, “Brighter Than The Sun”, “Cain” μεταξύ άλλων και μας αποτελείωσαν με το εκπληκτικό “Gaia”, με ένα play list συνολικά 11 κομματιών και πολλές πένες από την trendy τσέπη της χασαποποδιάς του Johan, υποσχόμενοι ότι θα μας ξανάρθουν σύντομα, όπως έχουν κάνει και στο παρελθόν άλλωστε. Μπορεί κάποιοι metallers να θεωρούν τους Tiamat ξεπερασμένους ή μια πολύ καλή αντιγραφή των Sisters Of Mercy πια, η αλήθεια είναι όμως πως, προσωπικά μιλώντας, λίγα γκρουπ σε μεγάλα φεστιβάλ στη χώρα μας παίζουν τόσο καλά και δείχνουν τέτοιο επαγγελματισμό, έστω και για 45-50 λεπτά. Εύγε Johan, εύγε Tiamat, σας περιμένουμε ξανά και ξανά.



Για την ανταπόκριση της Warrior's Stage κάντε κλικ εδώ.

  • SHARE
  • TWEET