Νατάσσα Μποφίλιου

Άνω Τελεία (EP)

Sony / Feelgood (2013)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 01/10/2013
Η σημαντικότερη εγχώρια ερμηνεύτρια των καιρών μας πειραματίζεται με νέο συνθέτη -τον Στάμο Σέμση- αφήνοντας υποσχέσεις, αλλά και ανάμικτα αποτελέσματα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η άνω τελεία (˙) είναι το σημείο στίξης που χρησιμοποιείται για να διαχωρίσει δύο φράσεις με στενό νοηματικό περιεχόμενο μέσα σε μία πρόταση, εισάγοντας μία παύση με διάρκεια μεγαλύτερη από εκείνη του κόμματος και μικρότερη από εκείνη της τελείας. Η αλήθεια είναι ότι σπανίως τη συναντούμε, πλέον, στο γραπτό λόγο και αυτό πιθανότατα οφείλεται στο ότι το σύμβολό της δεν υπάρχει στα πληκτρολόγια που χρησιμοποιούμε. Ξεκινώ, λοιπόν, με την άχρηστη πληροφορία της ημέρας, προς αποκατάσταση του απειλούμενου με εξαφάνιση σημείου: ο ταχύτερος τρόπος για την εισαγωγή της άνω τελείας είναι οι συντομεύσεις Alt+0183 και Alt+250 (ή AltGr+Q σε περιβάλλοντα Mac και Linux). Save άνω τελεία!

Στην περίπτωση της Νατάσσας Μποφίλιου, πάντως, ο τίτλος του τελευταίου της EP θα μπορούσε, κάλλιστα, να παραπέμπει στην παύση (προφανώς προσωρινή) της συνεργασίας της με το συνθέτη Θέμη Καραμουρατίδη, το όνομα του οποίου είναι απολύτως συνυφασμένο με το δικό της. Για την "Άνω Τελεία" συνεργάστηκε, εκ νέου, με τον τρίτο της παρέας -τον στιχουργό Γεράσιμο Ευαγγελάτο-, αλλά τον ρόλο του συνθέτη αυτή τη φορά ανέλαβε ο Στάμος Σέμσης, ένας ολοκληρωμένος μουσικός, γνωστός για τις συνεργασίες του με τον Γιώργο Νταλάρα ("Τα Βεγγαλικά Σου Μάτια") και πολλούς άλλους (Τάνια Τσανακλίδου, Μελίνα Κανά, Έλλη Πασπαλά, Ανδριάνα Μπάμπαλη). Πέραν της αλλαγής συνθέτη, οι ιδιαιτερότητες αυτής της συνεργασίας είναι δύο: τα ηλεκτρονικά στοιχεία στον ήχο και ο αγγλόφωνος στίχος σε τρία από τα έξι κομμάτια. Πάμε να τα δούμε ένα-ένα.

Το ομότιτλο κομμάτι θυμίζει τις συνεργασίες του Μιχάλη Δέλτα με την Τάνια Τσανακλίδου, ιδιαίτερα τη "Μια Αγάπη Μικρή". Πρόκειται για μια φιλόδοξη σύνθεση, που αλλάζει «δρόμο» πολλές φορές, αλλά αξιοποιεί το πολύ όμορφο (στα αλήθεια αέρινο) μίνι ρεφρέν μόλις δύο φορές και με αυτόν τον τρόπο σε αφήνει να θέλεις κι άλλο. Διαθέτει ενδιαφέρουσα ενορχήστρωση (σημαντική η συνεισφορά του Ορέστη Πλακίδη) επιτυγχάνοντας αξιοσημείωτη ισορροπία ανάμεσα στους ηλεκτρονικούς και τους «φυσικούς» ήχους, ψύχραιμη ερμηνεία -απουσιάζουν οι συνήθεις θεατρικές εξάρσεις της ερμηνεύτριας- και πολύ εύστοχους στίχους, που μας βάζουν αμέσως στο κλίμα («Να ήμασταν βαγόνια σε άλλο τρένο / Να μη σε δω ποτε ξανά μπροστά μου / Να μέτραγα σωστά τα βήματά μου / Να πέρναγες ξυστά και να μην τρέμω»).

Όλα καλά κι όλα ωραία, αλλά εκείνο το «σα σιωπή / σαν ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ» (!) στα 02:10 δεν υποστηρίζεται επαρκώς από την ιστορία που ακούμε κι έρχεται να χαλάσει απότομα τη μαγιά, συμπυκνώνοντας σε λίγες μόλις λέξεις το στερεότυπο του κατά mikeius, κακώς εννοούμενου, «έντεχνου».

Σόρρυ παιδιά, αλλά έτσι είναι. Έχουμε ένα ωραιότατο τραγούδι για ένα ατυχές κοσμοπολίτικο ρομάντζο˙ με τη γενική ιδέα να συνοψίζεται στο: «πανάθεμά σε, γιατί έπρεπε να πέσω πάνω σου και τραβιέμαι τώρα η παριζιάνα;». Δεν μαθαίνουμε τί ακριβώς συνέβη, αλλά είναι σαφές ότι τα πράγματα δεν πήγαν καλά κι η κοπελιά έχει αναστατωθεί (ακούγεται «πετρωμένη» σαν την Christine Daaé στο φάντασμα της όπερας), αδυνατώντας να βάλει μια τελεία˙ οι άνω τελείες (παύσεις) δίνουν λίγο χρόνο, αλλά δεν φέρνουν το οριστικό τέλος που θα τη λυτρώσει.

Παρ' όλα αυτά, ακούγεται συγκροτημένη και φαίνεται να το πηγαίνει ψύχραιμα. Και ξαφνικά, λίγο προτού μπει στην κουβέντα ο ...ανακατωσούρης (ο συνθέτης Στάμος Σέμσης αναλαμβάνει τον ρόλο του θύτη, που δεν αφήνει τη δύσμοιρη σε ησυχία) έρχεται ΑΥΤΗ η αποφράδα λέξη. Λες και ζούμε σε άλλη χώρα. Λες και δεν πρόκειται για υπερευαίσθητο θέμα - πραγματική μάστιγα στην εποχή μας. Ξέρω-ξέρω, ποιητική αδεία, αλλά χάθηκε να λέει «...σαν απελπισία / ακινησία / αναφυλαξία / άδεια μπυραρία» ξερωγώ;  Υπάρχει πολύς κόσμος στα «κόκκινα», ας μην τον ζορίζουμε περισσότερο, πολλώ δε μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με ρομάντζα (there’s plenty of fish in the sea, remember?). Για να μην παρεξηγηθώ, πάντως, το κομμάτι είναι πολύ καλό και δικαίως θα ακουστεί, αλλά προσωπικά, όποτε τυχαίνει να το ακούω θα πατάω mute στα 02:10...

Το "Stellar Romance" που ακολουθεί έχει αγγλικό στίχο και μια χαλαρή, jazzy αισθητική. Θυμίζει τον αέρα του "Monte Carlo") από τους Xaxakes, χωρίς, όμως, να διαθέτει το χιούμορ και τη σπιρτάδα του. Η ερμηνεία της Μποφίλιου είναι ανάλαφρη και ταξιδιάρικη. Αλληλεπιδρά με τα αλλόκοσμα μπλιμπλίκια, φτάνοντας σε υψηλές συχνότητες με χαρακτηριστική άνεση (ένα γαργαλιστικό «I never thought that the moon could be so divine» κλέβει την παράσταση στα 02:03), αλλά «σβήνει» νωρίς, σαν το σήμα διαστημικής κάψουλας που η εκπομπή της χάνεται καθώς φτάνει στις άκρες του γαλαξία (όπως λέει κι ο Bowie στο "Space Oddity": «Ground Control to Major Νατάσσα, your circuit's dead, there's something wrong»). Αν έλειπαν οι ανώφελοι, χιλιοειπωμένοι πειραματισμοί του τελευταίου λεπτού, θα ήταν ένα ωραιότατο track που θα μπορούσε να αποσπάσει αρκετό airplay, αλλά τώρα δεν το βλέπω. Έστω κι έτσι, πάντως, λειτουργεί σαν ένα ευχάριστο filler.

O "Μάγος Βιολιστής" από την άλλη μεριά είναι αψεγάδιαστος. Μας συνδέει με το «πέρασμα των Μάγων», αναδεικνύοντας τη διαύγεια και το πλούσιο χρώμα της φωνής της Νατάσσας. Ένα ζωηρό βαλσάκι με εξαιρετική ενορχήστρωση, άρτια κλιμακώση και αυξομειώσεις, δίνει χώρο για να ειπωθεί μια ολοκληρωμένη ιστορία που μοιάζει με μακρινό ανιψάκι της προσαρμογής του "All Along The Watchtower" του Dylan ως "Ο Παλιάτσος Και Ο Ληστής" από τον Διονύση Σαββόπουλο.

«Αχ ανθρωπάκια μου πως σας βασανίζουν τα μηδαμινά στη ζωή
Αχ ανθρωπάκια μου οι Θεοί δακρύζουν μ’ όσα προσκυνάτε στη Γη»

Χαριτωμένη μελωδία και εκφραστικότατη ερμηνεία. Ιδιαίτερα ο κυνισμός στην αλλαγή τόνου πριν την παύση στα 03:34 («άλλος του πάει ψωμί / άλλος του πάει κρασί / οι αμαρτωλοί του 'δώσαν χρήματα») ζωντανεύει την εικόνα.

Εξίσου όμορφο το κρυστάλλινο "Πάμε Ξανά", το οποίο -όντας το track που αποκλίνει λιγότερο από αυτό που περιμένει κανείς από τη Μποφίλιου- έχει τα φόντα να κλέψει την παράσταση. Κι εδώ έχουμε ένα ωραιότατο πάντρεμα γήινων και ηλεκτρονικών ήχων (εξαίρεση τα drums στο τέλος που ξεχάστηκαν χαμηλά και το κομμάτι μοιάζει να κλείνει σαν ending προηχογραφημένου ρυθμού σε παλιό αρμόνιο Casio). Ζεστή, σβέλτη ερμηνεία και ο στίχος «Δεν ξεχνάει η καρδιά με την πρώτη δυσκολία» φέρνει στο μυαλό (το δικό μου, τουλάχιστον, που έχει φάει κόλλημα) την αδιανόητη ομορφιά του "Η Καρδιά Πονάει Όταν Ψηλώνει" (παρεμπιπτόντως, αν δεν είναι αυτό το ελληνικό "Que Sera, Sera (Whatever Will Be, Will Be)", τότε ποιό;)

Ωστόσο, τα πράγματα στο "Wrong Way" που ακολουθεί δεν κυλούν εξίσου καλά. Για την ακρίβεια, το εν λόγω κομμάτι είναι όνομα και πράγμα: ένας λάθος δρόμος! Δεν θα προβώ σε γενικεύσεις του τύπου «δεν ταιριάζουν οι rock ενορχηστρώσεις στην Μποφίλιου» - το έχει αποδείξει άλλωστε (π.χ. στο εξαιρετικό "Οι Μέρες Του Φωτός") ότι μπορεί να τα καταφέρει περίφημα και σε πιο «φορτωμένες» καταστάσεις. Το θέμα σε ό,τι αφορά στο "Wrong Way" είναι ότι πρόκειται απλά για μια μέτρια σύνθεση, με φτωχότατη παραγωγή, που αφήνει ελάχιστα περιθώρια σε οποιονδήποτε ερμηνευτή. Η συγκεκριμένη ερμηνεύτρια (από φιλότιμο; από υπερβάλλοντα ζήλο λόγω άβολης θέσης;) «βούτηξε» για να το διασώσει, αλλά έπεσε στην παγίδα αλλεπάλληλων clichés. Η αποτυχία του, μου θύμισε έναν χαρακτηριστικό alternative αντίποδα, το «σανίδωμα» της Εύης Χασαπίδου σε εκείνο το έξοχο "Over" των Echo Tattoo από το μακρινό 1996 (αλήθεια, τους θυμάται κανείς να ανοίγουν τη συναυλία των U2 -πριν τον Πορτοκάλογλου- στη Θεσσαλονίκη το 1997; oυφ, those were the days...).

Τελευταίο το "Unfinished Song", που μια χαρά ολοκληρωμένο είναι, όντας η καλύτερη αγγλόφωνη στιγμή αυτής της ετερόκλητης συλλογής. Μπορεί να μη σου κάθεται με τη μία αυτό το ψιθυριστό, στοιχειωμένο βαλσάκι (ωραιότατο contralto στο «Night time guided by the voices in my head I found my way»), αλλά έχει αρκετό βάθος για να σε κερδίσει έπειτα από μερικές ακροάσεις.  Υπάρχουν κάποια προβληματάκια στην προφορά (π.χ. το «passing strangers» -αν το έπιασα καλά- ακούγεται σαν «fassing strangers» ή το «shedding silent tears» που ακούγεται «sending silent tears»), αλλά μικρή σημασία έχουν, αφ΄ης στιγμής που προορίζεται για εσωτερική κατανάλωση.

Στέκομαι, λοιπόν, στην ωραιότατη μελωδία και στο «ελληνοπρεπές» πιάνο που θυμίζει Χατζιδάκι. Το ακαταμάχητα γαργαλιστικό σκαρφάλωμα της φωνής που συναντήσαμε στο "Stellar Romance" επανέρχεται εδώ στο όμορφο ρεφρέν («I was meant to be sung by someone other than myself»), όπου τη μία φορά το τσέμπαλο συνυπάρχει με τα έγχορδα και το πιάνο και την άλλη το ακκορντεόν «χορεύει» πάνω στο μαντολίνο, δημιουργώντας έτσι μια πειστική ατμόσφαιρα νοσταλγίας (κάπου μεταξύ "Great Expectations" και του συγκλονιστικού "Il Postino").

Συλλαμβάνω τον εαυτό μου να αναπολεί ακούγοντας την "Άνω Τελεία" και αυτό μόνο στα συν μπορεί να προσμετρηθεί, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπ' όψιν το ότι -ηχητικά τουλάχιστον- η παρέα, κατά βάση, πειραματίζεται μεταχειριζόμενη ηλεκτρονικούς ήχους. Αυτή είναι η δύναμη της μελωδίας και οι μελωδίες εδώ είναι ρετρό, όπως κι αν παιχτούν.

Τι μας μένει, λοιπόν, από την "Άνω Τελεία"; Μένει οπωσδήποτε η προσαρμοστικότητα της Μποφίλιου, η οποία ελίσσεται με χάρη σε κάποια νέα, για αυτήν, εδάφη (αλλά, ειλικρινά, ποιός αμφέβαλε επ' αυτού;). Το EP ακούγεται ευχάριστα, αλλά το «πρόβλημα» είναι ότι, ανάμεσα σε αυτά τα έξι κομμάτια (πέντε εκ των οποίων χαρακτηρίζονται από συμπαθητικά έως πολύ καλά και μόνο στο ένα μιλάμε για αστοχία), δεν εντοπίζουμε κάποιο που να έχει την προοπτική να «μείνει»˙ σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στις προηγούμενες δουλειές της, όπου, μπορεί να υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των καλών και των μέτριων στιγμών, αλλά, οπωσδήποτε, συναντά κανείς ορισμένα αξέχαστα κομμάτια. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μιλάμε για μια επιτυχημένη σύμπραξη που αξίζει περαιτέρω διερεύνησης.
  • SHARE
  • TWEET