The Cure

Pornography

Fiction (1982)
Από την Εριφύλη Παναγούλια, 21/05/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Στα πρόθυρα ολοκληρωτικής διάλυσης, πεσιμισμού και κατήφειας, οι Cure κατάφεραν να μπουν, σχεδόν τρικλίζοντας, στo RAK Studio One, στις αρχές του 1982 για να ηχογραφήσουν την τελευταία πράξη της goth τριλογίας τους. Μίας τριλογίας που είχε αρχίσει με τα "Seventeen Seconds" και "Faith", και ολοκληρώσε την πρώτη εποχή της μουσικής τους ταυτότητας. Μιας εποχής που χαρακτηρίστηκε από το ίδιο το συγκρότημα ως μία τριετή βόλτα στα πιο σκοτεινά μέρη του μουσικού χάρτη, που μέχρι εκείνη την στιγμή, έμεναν ανεξερεύνητα.

Εκείνη την εποχή, ο Robert Smith, ιδιαίτερα ευαίσθητος και εύθραυστος, μετέδιδε την κακή ψυχολογία του στις ήδη τεταμένες σχέσεις των υπόλοιπων μελών του συγκροτήματος. Όλα αυτά τα σκοτεινά υλικά που είχαν σχέση με τον θάνατο, τις μάταιες αγάπες, τις πληγωμένες ψυχές, μπόρεσαν και συσσωρεύτηκαν μέσα στα μυαλά των Cure και αποτυπώθηκαν χωρίς κανένα έλεος μέσα στο "Pornography". Από την πρώτη κιόλας στιγμή του, στο "One Hundred Days", o ακροατής πέφτει μέσα σε μια πεσιμιστική τάφρο που δύσκολα μπορεί να ξεφύγει, στα συνολικά σαράντα τρία λεπτά που διαρκεί το άλμπουμ. Οι πρώτες λέξεις που βγαίνουν από το στόμα του Smith, σχεδόν στοιχειωμένες ερμηνευτικά, είναι «It doesn't matter if we all die...», όπου και αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο ανάκαμψης ή έστω μίας μικρής χαραμάδας ελπίδας για τη συνέχεια. Σε ακουστικό επίπεδο, οι Cure αναβάθμισαν τον ήχο τους συγκριτικά με το "Faith", μιας και η παραγωγή τους από τις πρώτες κιόλας στιγμές εμφανίζεται εμπλουτισμένη και σίγουρα πιο πολύπλοκη και δουλεμένη από ότι στον προκάτοχό του. Συνέχισε όμως να την διαπερνά το ίδιο βαρύ κλίμα, με το rhythm section να αποτελεί την ραχοκοκαλιά των σκοτεινών συνθέσεων και τις κιθάρες του να φτάνουν στα αυτιά του ακροατή σαν ηχώ από τον κάτω κόσμο. Το κομμάτι αποτέλεσε την πιο κατάλληλη εισαγωγή στήνοντας το απόλυτο gothic σκηνικό και σκεφτείτε ότι αυτό ήταν μόλις το πρώτο του άλμπουμ. Οι ήχοι των τυμπάνων δίνουν και πάλι τον ρυθμό στους υποβλητικούς, κατά τα άλλα μακάβριους, στίχους του "The Hanging Garden" και η τρεμάμενη ερμηνεία του Smith γεμίζει πόνο το κομμάτι που επιλέχθηκε για πρώτο single του άλμπουμ. Παρ' όλη την γενικότερα αντιεμπορική ατμόσφαιρα του δίσκου, το κομμάτι κατάφερε να μπει στο top 40 των βρετανικών charts, μικρός έπαινος μπροστά στις ορδές των πιστών οπαδών των Cure που το θεωρούν μέχρι σήμερα ένα από τα κορυφαία τραγούδια της συνολικής τους δισκογραφίας. Αυτή η θελημένη εναντίωση σε κάθε είδος μουσικής τάσης που επέβαλε η χαρούμενη επιφανειακή pop της εποχής φαίνεται καθαρά στο "A Strange Day". Στo διαστροφικό καλειδοσκόπιο του Smith προβάλλονται εικόνες από θάλασσες, παραλίες και κύματα, που σε διαφορετική περίπτωση θα αποτελούσαν το ιδανικό σκηνικό ηρεμίας ή ρομαντισμού, και τις μετατρέπει και αυτές σε κατάρα, που οδηγεί ακόμα μία φορά -πού αλλού- στον θάνατο και την απώλεια. Η μόνη στιγμή του άλμπουμ που η ηγετική μορφή των Cure νιώθει στιχουργικά την ανάγκη να είναι για λίγες, ελάχιστες στιγμές φυσιολογικός είναι στο "Figurehead" μέσα από «την τέχνη της Κίνας και κορίτσια εξ Αμερικής», αλλά και πάλι αυτό περιορίζεται στις συγκεκριμένες δέκα λέξεις της συγκεκριμένης στροφής.

Το τελικό χτύπημα για τον ακροατή έρχεται στα κομμάτια που κλείνουν το άλμπουμ, το "Cold" και το ομότιτλο "Pornography", χαρακτηριστικά και τα δύο για τον τρόπο που διαλέγει ο Smith να εξελίχθη στιχουργικά. Η ανήσυχη ψυχή του που κατά το παρελθόν εκφραζόταν ήπια, εδώ τον υποβάλει στο να βιώσει μια έκρηξη παθογενών συναισθημάτων. Καταφέρνει να μεταδώσει τόσο δυνατά το αίσθημα της απελπισίας, που η εμμονή του σε αυτήν οδηγεί στην (αυτό)καταστροφή, δοκιμάζοντας τόσο τα προσωπικά του όρια, όσο και του ακροατή. Όλα αυτά προφανώς έγιναν συνειδητοποιημένα από την πλευρά του, παλεύοντας με τον ίδιο του τον εαυτό και σε καμία περίπτωση επιτηδευμένα, κρίνοντας αποκλειστικά και μόνο από το αποτέλεσμα: τόσο σκληρά αληθινό και τόσο καθηλωτικό, που η δύναμη της επιρροής του μουσικά φάνηκε σε βάθος χρόνου.

Όπως ήταν φυσικό, το άλμπουμ κατακεραυνώθηκε στις μέρες του από τους μουσικοκριτικούς, αλλά και από ένα μέρος του κοινού. Ίσως κανείς τους τότε δεν κατάλαβε ή απλά δεν ήταν έτοιμος να βουτήξει μουσικά σε μια μαύρη θάλασσα απόγνωσης και να αφεθεί απόλυτα σε αυτή. Όχι αδίκως, αφού δύσκολα αντέχουν να κολυμπήσουν μέσα της πολλοί μέχρι σήμερα, που έχει λάβει την καταξίωση που πάντα του άρμοζε. Είναι εξάλλου πολύ δύσκολο να καταλάβει κάποιος γρήγορα τον τρόπο που επιλέγει ο κάθε καλλιτέχνης να λυτρωθεί μέσα από την ίδια του την τέχνη. Και αυτό κατάφερε o Robert Smith μέσα από την σκοτεινή μελοδραματικότητα του άλμπουμ, για να μας ταξιδέψει λίγα χρόνια αργότερα σε τόπους πιο χαρούμενους και φωτεινούς. Πάλεψε με την «αρρώστια» στο μυαλό του και βρήκε τελικά την γιατρειά. Την ενδιάμεση διαδικασία την ονόμασε "Pornography".
  • SHARE
  • TWEET