Ten Years After

Ssssh

Deram (1969)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 04/05/2009
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Μπορεί στο ομώνυμο ντεμπούτο τους του 1967 οι Ten Years After να κατέθεσαν τα διαπιστευτήριά τους, μπορεί το "Undead" του 1968 να αποτύπωσε την επί σκηνής παρουσία τους στα πρώτα τους βήματα και το "Stonedhenge" της επόμενης χρονιάς να τους εξασφάλισε μία θέση στο πρόγραμμα του Woodstock, αλλά ήταν το "Ssssh" του ίδιου έτους που ακόμα και σήμερα στέκει, μαζί με το "Cricklewood Green", ως η επιτομή του ήχου τους αλλά και ένα από τα καλύτερα δείγματα του βρετανικού blues rock.

Παρόλο που οι μεγαλύτερες επιτυχίες τους ("I'm Going Home", "Love Like A Man", "I'd Love To Change The World") βρίσκονται σε άλλα άλμπουμ, το συγκεκριμένο αποτελεί πάντα στο μυαλό μου το καλύτερο πρώτο βήμα για τη γνωριμία με τη βρετανική τετράδα και αυτό που εγκαινίασε την περίοδο των «παχιών αγελάδων» για το συγκρότημα. Ακολουθώντας ουσιαστικά το μονοπάτι που χάραξαν προηγουμένως οι Cream, αποτελούν ένα από τα πρώτα συγκροτήματα που έπαιξαν αδυσώπητο λευκό blues, περιλαμβάνοντας στις τάξεις τους έναν από τους λίγους guitar gods της εποχής που δεν είχε πέρασε ούτε από τις τάξεις των Yardbirds, ούτε των Bluesbreakers.

Αν και δικαίως έμειναν γνωστοί για το παίξιμο του Alvin Lee στην κιθάρα, κατά πολλούς ο γρηγορότερος κιθαρίστας της εποχής, η προστιθέμενη αξία που έδιναν τα υπόλοιπα μέλη στο συγκρότημα είναι ανεκτίμητη. Ο Chick Churchill στα πλήκτρα ήταν διακριτικός, αλλά ουσιαστικότατος, ο ντράμερ Ric Lee ανήκει στη σχολή των μεγάλων τυμπανιστών που δε συμβιβάζονταν με την ιδέα του κομπάρσου, ενώ ο Leo Lyons είναι ένα ακόμα θύμα στην ατελείωτη σειρά βιρτουόζων των τεσσάρων χορδών που δεν έλαβαν την αναγνώριση που τους άξιζε μένοντας στη σκιά κάποιου μεγάλου (αδιαμφισβήτητα) κιθαρίστα. Γενικότερα, πάντως, το «μέτρημα» του χρόνου και οι αλλαγές ρυθμού από τη δυάδα της ρυθμικής βάσης θα πρέπει να διδάσκεται σε σεμινάρια.

Ας πάρουμε για παράδειγμα την εκπληκτική επτάλεπτη διασκευή στο "Good Morning Little Schoolgirl" του Sonny Boy Williamson. Είναι η στιγμή που το παίξιμο των Ten Years After φτάνει στο αποκορύφωμά του (κατά την ταπεινή μου γνώμη ίσως η καλύτερη στιγμή στην καριέρα τους). Όλοι τους εντυπωσιακοί, το κομμάτι όμως ανήκει στον Lyons. Ιδιαίτερα κάπου στο μέσο του, όπου δίνεται η ευκαιρία στον Alvin Lee να αποδώσει ένα ακόμα από τα εντυπωσιακά σόλο του, δεν είναι τυχαίο ότι στην παραγωγή επιλέχθηκε το μπάσο να «βγει» πιο μπροστά από την κιθάρα, αφού ο Lyons απλά δίνει ρέστα.

Φυσικά η αναγνώριση της οποίας έτυχε ο Alvin Lee δε στερείται αιτίας. Κάθε άλλο. Δεν είναι λίγες οι στιγμές που του δίνεται η ευκαιρία να επιδείξει τις αρετές του, είτε με τους κεραυνούς που εξαπέλυε η ηλεκτρική του, είτε με το slide και ακουστικό παίξιμό του. Επίσης του πιστώνεται το γεγονός ότι, αν και χωρίς οι φωνητικές του επιδόσεις να διεκδικούν δάφνες ποιότητες, κατάφερε να δημιουργήσει ένα προσωπικό στυλ τραγουδιού που και χαρακτηριστικό υπήρξε και δεν άφησε περιθώρια αμφισβήτησης, σε μία εποχή πραγματικά σπουδαίων λαρυγγιών.

Τέλος, δημιουργικά, υπήρξε σχεδόν ο αποκλειστικός συνθέτης του γκρουπ και εδώ παραδίδει μαθήματα επιδεικτικού και «μαγκιόρικου» rock 'n' roll, αλλά συνάμα εύηχου και με λόγο ύπαρξης. Συνθέσεις όπως τα "Bad Scene" και "Stoned Woman", όπου ο ρυθμός αλλάζει πιο συχνά κι από το πετάρισμα του βλεφάρου, μελωδικές, συναισθηματικές και συνάμα groovy στιγμές όπως το σύντομο "I Don't Know That You Don't Know My Name" αλλά και «απλά», κλασικά, «κατάμαυρα» blues όπως το "I Woke Up This Morning" αρκούν για να αναδείξουν το δίσκο σε απαραίτητο απόκτημα.

Ειδικά, δε, το τελευταίο είναι μία ακόμα απόδειξη του γιατί τελικά τα blues είναι το δυσκολότερο είδος μουσικής. Φαινομενικά ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να παίξει ένα απλό δωδεκάμετρο, λίγοι όμως θα μπορούσαν να το κάνουν να ακουστεί όπως η παρέα του Alvin Lee. Είναι όπως λέει η γνωστή διαφήμιση: η διαφορά του πλυμένου από το πραγματικά καθαρό.

  • SHARE
  • TWEET