Katatonia

City Burials

Peaceville/Rockarolla (2020)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 09/04/2020
Ας στέψουμε τον βασιλιά των απέθαντων αναμνήσεων και ας υποδεχτούμε ένα από τα ομορφότερα άλμπουμ των Katatonia
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ας προσποιηθούμε ότι οι Katatonia δεν μπήκαν ποτέ σε λήθαργο το 2016, εκτιμώντας το γεγονός ότι είχαν πάντα την σοβαρότητα να κρατάνε τους όποιους, προσωπικούς ή καλλιτεχνικούς, εσωτερικούς κραδασμούς μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι είναι ξανά κοντά μας, με έναν δίσκο που επιβεβαιώνει γι ακόμα μια φορά, ότι αποτελούν ένα από τα ελάχιστα γκρουπ της γενιάς τους που εξακολουθούν να είναι σημαντικά, σε ότι αφορά το διαμόρφωση της metal τέχνης και του εκφραστικού της βεληνεκούς.

Ο δίσκος δεν χωράει μέσα του την ιδέα της «γενικής κατεύθυνσης», ούτε θα βιωθεί μέσα από απλουστεύσεις. Αντίθετα, πρόκειται ίσως για την πιο πλουραλιστική δουλειά που κυκλοφόρησαν ποτέ

Τα "Lacquer" και "Behind The Blood" ως οι δύο προπομποί του άλμπουμ, άφησαν πολλούς ακροατές σε μια κατάσταση να προσπαθούν να μαντέψουν ποια θα είναι η γενική του κατεύθυνση, και πως θα μπορέσουν να συνδυαστούν ο ελαφρά ηλεκτρονικός χαρακτήρας του πρώτου και οι classic metal μικροαναφορές του δεύτερου. Η ακρόαση του "City Burials" στο σύνολο του όμως, θα οδηγήσει νομοτελειακά τους πάντες στην διαπίστωση ότι η απορία ήταν μάταιη. Από το υπέροχο μαύρο πρώτο riff του "Heart Set To Divide" - ότι πιο κοντά στους Opeth έγραψαν ποτέ οι Katatonia - γίνεται ξεκάθαρο, ότι ο δίσκος δεν χωράει μέσα του την ιδέα της «γενικής κατεύθυνσης», ούτε θα βιωθεί μέσα από απλουστεύσεις. Αντίθετα, πρόκειται ίσως για την πιο πλουραλιστική δουλειά που κυκλοφόρησαν ποτέ. Όποια κι αν ήταν τα πρώτα single, θα φτάναμε αναπόφευκτα στην ίδια διαπίστωση.

Από το 2006 κι έπειτα, μάθαμε να νοούμε τους Katatonia ως μια μπάντα που ανοίγει παρτίδες με το progressive metal. Αυτή η αίσθηση μοιάζει να υποχωρεί, αν και τα μετρήματα - ειδικά στο έξοχο rhythm section - έχουν αφομοιώσει καλά αυτήν την περίοδο, με ένα σωρό απρόβλεπτα grooves να διανθίζουν το σύνολο του υλικού. Έχουν επίσης εξαφανιστεί οι ψιλό-Meshuggah αναφορές των χαμηλών κουρδισμάτων. Επιστρέφουν σε έναν φυσικότερο ήχο, πετώντας όμως κλεφτές ματιές στις Tool κιθαριστικές επιρροές τους, σε τραγούδια όπως το "City Glaciers" και "Neon Epitaph", αν και το rhythm section τα ντύνει με εντελώς διαφορετικές ρυθμικές αγωγές.

Πρέπει να συνεχίσουμε να τους θεωρούμε πρωτίστως ως αρχιμάστορες της μελαγχολίας, όχι μιας μελαγχολίας τυφλής και ανίδεης αλλά σοφής και ώριμης

Έγιναν οι Katatonia απλούστεροι; Ούτε κατά διάνοια. Εκ πρώτης όψεως, λείπουν οι χιτάρες και τα τεράστια ρεφρέν, ενώ οι γνωστές, εκκεντρικά εσωστρεφείς, φωνητικές γραμμές του Jonas Renske κυριαρχούν πάνω στα τραγούδια - άλλο βέβαια που όταν μετά από λίγες ακροάσεις «ξεκλειδώσουν» οι μελωδίες, δεν θα μπορείς να σταματήσεις να τις τραγουδάς. Πρέπει να συνεχίσουμε να τους θεωρούμε πρωτίστως ως αρχιμάστορες της μελαγχολίας, όχι μιας μελαγχολίας τυφλής και ανίδεης αλλά σοφής και ώριμης. Αυτή η θεμελιώδης και καταστατική αναζήτηση της μουσικής τους απλώνεται παντού, στις ενορχηστρώσεις και στις δομές των τραγουδιών.

Ας είναι επίσης ξεκάθαρο ότι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αυτό είναι το άλμπουμ του Renske. Τολμώ να πάω λίγο παραπέρα και να το αποκαλέσω ένα είδους «άλμπουμ ζωής». Διότι, ναι μεν το κοινό τον έχει ήδη ξεχωρίσει ως έναν από τους πιο σημαντικούς ερμηνευτές της γενιάς του, ίσως όμως δεν τον έχει αντιληφθεί πλήρως ως συνθέτη. Το "City Burials" είναι σχεδόν εξ' ολοκλήρου ένα δικό του παιδί, αφού έχει γράψει το σύνολο της μουσικής. Και δεν μπορείς παρά να του βγάλεις το καπέλο, διαπιστώνοντας ότι το καταπληκτικό υλικό καταφέρνει να συνδυάσει πολλά απ' όσα έχει κάνει η μπάντα στο παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα εξερευνά τους νέους της δρόμους. Το παρατηρητικό αυτί θα προσέξει ότι και η φωνή του δεν είναι στάσιμη: δίπλα στις αναμενόμενα μαγικές του ερμηνείες, θα βρεις κάποια μέρη όπου δοκιμάζει ψηλότερα τονικά ύψη, ενώ ηχητικά διεκδικεί ένα εντελώς διαφορετικό presence, αποβάλλοντας αρκετά από τα μπάσα της. Στο διά ταύτα, ακούγεται καλύτερος από ποτέ.

Αυτό που θα μείνει είναι η μουσική και οι όμορφες εκπλήξεις που κρύβονται σχεδόν σε κάθε track. Ο Roger Öjersson, νέος κιθαρίστας της μπάντας, κάνει αισθητή την παρουσία του από το καλημέρα, στα screaming solos του "Behind The Blood" και σε όλο το πλάτος του υλικού. Πλάι στο εξαιρετικό "Lacquer", υπάρχουν δυο ακόμα μελωδικά τραγούδια: το "Vanishers" με την συμμετοχή της Anni Bernhard (των Full Of Keys) είναι καταδικασμένο να μαγέψει τα πλήθη, σε ένα κομμάτι που δεν μπορεί παρά να θυμίσει τις μεγάλες στιγμές των Anathema, με το rhodes πιάνο να του δίνει μια σχεδόν jazzy χροιά. Αντίστοιχα, το δίλεπτο "Lachesis" είναι χτισμένο πάνω σε μια αφαιρετική πιανιστική μελωδία, με την ακουστική και τα synths να σιγοντάρουν αυτήν την σύντομη ανάσα. Τα τρία μελωδικά τραγούδια είναι ακροβολισμένα στο άλμπουμ, διατηρούν την ροή τέλεια και δίνουν όλο τον υπόλοιπο χώρο στα βαρύτερα tracks.

Σας έχει λείψει η πιο γοτθική περίοδος της μπάντας; Το "Winter Of Our Passing" παραπέμπει σε εκείνες τις μέρες, ενώ ορχηστρικές αναφορές τρυπώνουν στο σπουδαίο του ρεφρέν. Το μπάσο που χρωματίζει την μελωδική γέφυρα του "Rein" δεν είναι αρκετό για να κρύψει την ένταση και τα αγχωτικά ακόρντα που ξυπνάνε έντονες "Viva Emptiness" μνήμες. Έντονα εκλεκτικό το "City Glaciers", καταφέρνει κάπως να συνδυάσει παράξενα μονά μετρήματα, πιάνα, ένα υπέροχο folk-ίζον κιθαριστικό θέμα κι ένα γλυκόπικρο chorus, ενώ το "Untrodden" σπρώχνει σταδιακά τον δίσκο προς ένα δραματικά πικρό φινάλε, μέσω ενός θαυμάσιου συμφωνικού μέρους. Προσωπική αδυναμία όμως αναδεικνύεται το "Flicker" που συνδυάζει τα πάντα: εκπληκτικό rhythm section, τρομερές εναλλαγές στις κιθάρες, rhodes, samples, σκοτεινές κλίμακες και το πιο ανατριχιαστικό ρεφρέν του άλμπουμ.

Οι στίχοι του Renske πάνε, όπως πάντα, πέρα από την θλίψη: Φτάνουν σε ένα σημείο πιο κοντά στην ματαιότητα, τον κυνισμό και την ουσιαστική παρατήρηση

Ένα Katatonia άλμπουμ δεν μπορεί να βιωθεί ολοκληρωμένα χωρίς τους στίχους του, άφησα λοιπόν το καλύτερο για το τέλος. Οι Ταφές της Πόλης δεν είναι παρά οι αναμνήσεις που χάνονται στον χρόνο, που θάβονται στις γειτονιές που κάποτε περπατήσαμε και ονειρευτήκαμε. Οι στίχοι του Renske πάνε, όπως πάντα, πέρα από την θλίψη: Φτάνουν σε ένα σημείο πιο κοντά στην ματαιότητα, τον κυνισμό και την ουσιαστική παρατήρηση, σκιαγραφώντας στιγμιαίες, φευγαλέες εικόνες που τρυπώνουν στο υποσυνείδητο και γίνονται δικές σου - γιατί είναι και δικές σου. Αρκετά από τα τραγούδια βουτάνε στο αστικό περιβάλλον, στην απάθεια, την παραίτηση, τα matrix από νέον και τους περαστικούς-φαντάσματα, στους γίγαντες που υψώνονται γύρω από τα μάτια μας. Μια νέα και γεμάτη ωριμότητα σπουδή πάνω στην πόλη του γυαλιού; Εν μέρει, ναι. Ο νέος βασιλιάς των νεκρών αναμνήσεων στέφεται στο εξώφυλλο.

Οι Katatonia (και) στο "City Burials" επιδεικνύουν την ιδανική ωρίμανση. Καταφέρνουν να εισάγουν νέα στοιχεία με προσεκτικό κι ελεγχόμενο τρόπο, χωρίς να χάνουν τίποτα από το ύφος που έχουν ήδη κατακτήσει. Είναι καινούριοι και οικείοι ταυτόχρονα. Το σημαντικό όμως είναι ότι μας προσφέρουν έναν εξαιρετικά ισορροπημένο συνθετικά δίσκο, με πλουσιότατες ιδέες και χωρίς την παραμικρή μέτρια στιγμή. Έναν δίσκο που, κατά την γνώμη μου, ξεπερνά αισθητά τις δύο τελευταίες - πολύ καλές αλλά και με άνισες στιγμές - δουλείες τους και τους επαναφέρει στην φόρμα της δεκαετίας των '00s. Θα προτείναμε λοιπόν να μην χάσεις την στέψη: η μουσική υπόκρουση θα είναι έντεκα σχεδόν αριστουργηματικά τραγούδια.

  • SHARE
  • TWEET