Wovenhand

The Laughing Stalk

Glitterhouse (2012)
Από τον Μάνο Πατεράκη, 22/10/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
«You ask me for darker things...»

Δεν μπορώ να γνωρίζω ποιός μπορεί να του ζήτησε σκοτεινότερα πράγματα, σε ποιά συνομιλία του με τα Θεία έπεσε στο τραπέζι αυτή η επιταγή, αλλά ο ινδιάνος-μάγος που ακούει στο όνομα David Eugene Edwards δεν θα μπορούσε παρά να ανταποκριθεί στο κάλεσμα. Και αν έχει όντως παίξει με το σκοτάδι σκορπώντας δέος μέσω αχτίδων πνευματικής αναζήτησης με κάθε του κυκλοφορία έως τώρα, στο "The Laughing Stalk" ο Edwards θα κάνει τους Wovenhand πιο heavy από ποτέ. Έχει το άγγιγμα του Μίδα ο άνθρωπος, δείτε και το χρυσό εξώφυλλο. Άσχημο δίσκο δεν έχει βγάλει, ούτε καν μέτριο, γιατί να το κάνει τώρα; Επειδή άλλαξε όλα τα μέλη του συγκροτήματος πλην του drummer Ordy Garrison; Μικρή σημασία έχει.

Στον χαμογελαστό μίσχο -παρμένο από κάποια θαμμένη παραβολή- οι Wovenhand παντρεύουν για άλλη μια φορά την americana με το σκοτεινό alternative rock σε έναν από τους πλέον αναγνωρίσιμους ήχους συγκροτήματος τη σήμερον ημέρα. Η διαφοροποίηση έγκειται στις κιθάρες, οι οποίες είναι πιο ηλεκτρισμένες από κάθε άλλη φορά, όπως άλλωστε είχε προοιωνίσει η συναυλία που έδωσαν στη χώρα μας πριν λίγο καιρό. Ψαλμωδίες, ύμνοι προς τον Θεό (God, Jehovah, Emmanuel, King, Lord και λοιπές προσφωνήσεις), δοξασίες, βιβλικές ατμόσφαιρες, ινδιάνικες ιαχές και μια αμερικανίλα παρμένη από τη φύση της La Junta και του Rocky Ford και εκτεινόμενη από την κρύα Montana ως το μυστικοπαθές Texas χαμηλά στον Νότο. Α, και πολλοί προσωπικοί/ηθικοί/πνευματικοί προβληματισμοί. «We lay them down in the tall corn now».

Το κομμάτι που μοιάζει εν πρώτοις να ξεχωρίζει είναι το επιβλητικό "King O King" που σου επιτίθεται με πάθος σε ένα στεντόρειο κήρυγμα το οποίο καταλήγει σε ένα βροντερό ρεφρέν. Από κοντά και τα "The Laughing Stalk" και "Maize". Το πρώτο μοιάζει να βγήκε κατευθείαν από το αιθέριο και ρευστό "The Threshingfloor" που μονοπωλούσε τα ηχεία μας το 2010, ενώ το δεύτερο είναι αργόσυρτο, επαναλαμβανόμενο και συνοδευόμενο από μια πανέμορφη, μελαγχολική μελωδία στο πιάνο. Ωστόσο η αλήθεια κρύβεται στα δύο τελευταία κομμάτια και ειδικά στο "As Wool", όπου οι Wovenhand υπό μία μακρινή έννοια rockάρουν άσχημα, με το "Glistening Black" να κλείνει σκοτεινά και βαριά τον δίσκο.

«Fire sendeth he out into the standing corn even unto vineyard.»
  • SHARE
  • TWEET