Weedpecker

III

Stickman (2018)
Από τον Μάνο Πατεράκη, 11/05/2018
Όταν οι Elder ξύπνησαν και βρήκαν δίπλα τους τούς Tame Impala να ονειρεύονται νεοψυχεδελικά όνειρα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Μετά από δύο συμπαθητικούς δίσκους, πρόκειται για το (πρώτο;) μεγάλο βήμα των Πολωνών. Ηγέτες είναι τα αδέρφια Wyro και Bartek που αναλαμβάνουν ισόποσα πόστο τόσο σε κιθάρα όσο και σε φωνή. Μέσα σε πέντε τραγούδια διάρκειας 7-10 λεπτά το καθένα, έχουμε ήδη καταφέρει να ονειρευτούμε, να χτυπηθούμε, να μελαγχολήσουμε και να χαμογελάσουμε, κυρίως όμως να κολλήσουμε με τούτο δω το τρίτο τους άλμπουμ.

Από την αρχή, κιόλας, του "Molecule", με τις αιθέριες στρώσεις φωνητικών υπό τα εφέ της απόστασης και τις νότες της κιθάρας σε ονειρικές μελωδίες ελαφράς ψυχεδέλειας, ο δίσκος κάνει εμφανές πως δεν είναι ακόμα μια προσωρινή προσθήκη που θα παραγκωνιστεί σε μικρό χρονικό διάστημα. Ακόμα και όταν βαραίνει το "Molecule", παραμένει ονειρικό βάσει ήχων και παραγωγής, τα οποία λειαίνουν κάθε αιχμηρή γωνιά, οδηγώντας σε έναν φιλόξενο εναγκαλισμό.

Το "Embrace" που ακολουθεί είναι η κομματάρα του άλμπουμ. Προοδευτικά stoner metal riff σε προσωπείο neo-psychedelia. Στα σχόλια στο BandCamp κάποιος θα πει "our very own European Elder". Βέβαια, πιο κάτω, ένας άλλος τύπος θα το αναλύσει λίγο πιο επιστημονικά: "It's like a Super Sandwich; tracks #1 & #5 are slices of hot buttery garlic bread with tracks #2, #3, #4 packed with meaty slabs of Roast Beef, Pastrami, & Corned Beef, nestled between layers of sauerkraut & melted swiss cheese!".

Σε παρόμοιο ύφος θα συνεχίσει και το "Liquid Sky". Οι κιθάρες είναι πάντα ουσιαστικές, δίχως να αναλώνονται σε εύκολες λύσεις (βλέπε χιλιοπαιγμένα heavy psych riff ή δίχως νόημα fuzz-αρίσματα). Τα προοδευτικά περάσματα που κάνουν είναι αρκετά, όμως το περιτύλιγμα θα κάνει τη διαφορά. Τα φωνητικά των Wyro και Bartek ποτέ δεν θα ξεφύγουν σε γρέζι αλα-John Garcia, θα προτιμήσουν μια Kevin Parker αισθητική. Το τελείωμα του "Liquid Sky" είναι ευθεία αναφορά σε Colour Haze. Το "From Mars To Mercury" που ακολουθεί, σε αντίθεση με το τι θα περίμενε κανείς από τον τίτλο, είναι η λιγότερο ταξιδιάρικη και με περισσότερη ενέργεια σύνθεση του δίσκου.

Στο κλείσιμο βρίσκουμε το "Lazy Boy And The Temple Of Wonders", η αρχή του οποίου θα μπορούσε να προέρχεται από την πρώιμη περίοδο των Porcupine Tree στα '90s. Πρόκειται για την πρώτη κριτική για το 2018 που δίνω τον τίτλο της Rocking επιλογής (αν και έχω ακούσει 5-6 πραγματάκια ακόμα που θα το έπαιρναν), οπότε είναι χαρά μου να σας συστήσω την πρώτη πραγματικά πολύ δυνατή κυκλοφορία μιας μπάντας με πολύ μέλλον μπροστά της, αν παίξει μπάλα σωστά. Το ντεμπούτο της, άλλωστε, ως σωστοί σκαφιάδες το είχαμε βάλει στις υπόγειες κυκλοφορίες του 2015 και δικαιωθήκαμε πανηγυρικώς.

BandCamp

  • SHARE
  • TWEET