Vampire Weekend

Modern Vampires Of The City

XL (2013)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 09/08/2013
Η τρίτη και πιο ώριμη κυκλοφορία τους είναι δουλεμένη σε ανατριχιαστικό βαθμό, αλλά δεν παύει να είναι ένα σύνολο αξιοσημείωτα απολαυστικό
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Μία από τις πιο πολυδιασκευασμένες συνθέσεις στην ιστορία της μουσικής είναι το "Canon In D Major" του Γερμανού συνθέτη Johann Pachelbel (1653-1706). Γράφτηκε γύρω στα 1680 -πριν τον Bach και πολύ πριν τον Mozart ή τον Beethoven- και πρακτικά πρόκειται για τον πιο μακρινό, ακραιφνή πρόγονο της μουσικής όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Γραμμένο στα 4/4, βασίζεται σε μια «μπασογραμμή» δύο μέτρων που επαναλαμβάνεται από την αρχή μέχρι το τέλος και πάνω σε αυτήν έρχονται και προστίθενται διάφορα μουσικά μοτίβα, σαν δομημένες ασκήσεις αρμονίας στην κλίμακα Ρε ματζόρε.

Πέρα από τις τεχνικές λεπτομέρειες και την αδιαμφισβήτητη ομορφιά της, η μαγεία της θεσπέσιας σύνθεσης του Pachelbel έγκειται στο ότι ούτε λίγο-ούτε πολύ είναι το απόλυτο χιτάκι των τελευταίων 50 χρόνων! Βλέπετε, υπάρχει μια μακροσκελέστατη λίστα από πασίγνωστες επιτυχίες που βασίζονται ή πατούν ακριβώς πάνω στο "Canon In D Major". Από τον σοβιετικό (ρωσικό πλέον) εθνικό ύμνο μέχρι τους Green Day, υπάρχουν πολυάριθμοι καλλιτέχνες / συγκροτήματα που πρέπει να πίνουν τις μπύρες τους στο όνομα του μακαρίτη Johann. Παραθέτω, έτσι για το καλό, μερικά από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα:

The Pop Tops - "Oh Lord! Why Lord?" (1968)
Aphrodite's Child - "Rain & Tears" (1968)
The Beatles - "Let It Be" (1970)
Bob Marley - "No Woman, No Cry" (1974)
Brian Eno - "Fullness Of The Wind" (1975)
The Village People - "Go West" (1979)
Lionel Richie - "Say You, Say Me" (1985)
U2 - "With Or Without You" (1987)
The Farm - "All Together Now" (1990)
Aerosmith - "Cryin" (1993)
Blues Traveler - "Hook" (1994)
Green Day - "Basket Case" (1994)
Oasis - "Don't Look Back In Anger" (1996)
2pac - "Life Goes On" (1996)
Coolio - "I'll C U When U Get There" (1997)
Spiritualized - "Ladies And Gentlemen We Are Floating In Space" (1997)
My Chemical Romance - "Welcome To The Black Parade" (2006)
Green Day - "21 Guns" (2009)

Προς τι αυτή η εισαγωγή; Μα φυσικά το "Step", το πρώτο single (διπλό μαζί με το "Diane Young") από τον πρόσφατο δίσκο των Νεοϋορκέζων Vampire Weekend, το οποίο αποτελεί μια ακόμη εκλεκτή προσθήκη στη λίστα των «διασκευών» του super-hit του Pachelbel. Το πιο δουλεμένο από τα υπερ-δουλεμένα tracks του "Modern Vampires Of The City", είναι ένα πανέμορφο κομμάτι, όπου τo τσέμπαλο δένει υπέροχα με τα τύμπανα που μοιάζουν να έρχονται από το "Bittersweet Symphony" των Verve, το οποίο -ως γνωστόν- «πατάει» στην εκτέλεση του Andrew Oldham στο "The Last Time" των Rolling Stones.

VIDEO

Ωστόσο, θα ήταν παράλειψη να μην σημειωθεί η στενότατη συγγένεια του "Step" με το "Step To My Girl" των Souls Of Mischief, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται στο "Aubrey" του σαξοφωνίστα Grover Washington, Jr. Όταν λέμε ότι υπάρχει μαγεία στο καλό «sampling», αυτό ακριβώς εννοούμε...

Τρίτο άλμπουμ, λοιπόν, για την τετραμελή παρέα με τις πολυπολιτισμικές ρίζες που μπήκε με φόρα στις ζωές μας το 2008, με εκείνο το εξαιρετικό ντεμπούτο. Η πολυσυλλεκτικότητα στις καταγωγές των μελών (ουκρανικές, περσικές, ιταλικές, και ουγγρικές ρίζες παρακαλώ!) δεν θα μπορούσε να σμίξει πουθενά αλλού καλύτερα, εκτός από το απίθανο χωνευτήρι της Νέας Υόρκης. Κι είναι αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό -σε συνδυασμό με μια εγγενή ροπή προς τις έξυπνες μελωδίες- που μας έδωσε μια από τις σημαντικότερες μπάντες των τελευταίων χρόνων, η οποία, ευτυχώς, δεν ξεφούσκωσε μετά το πρώτο μπαμ.

Από τα πρώτα πράγματα που προσέχει ένας φίλος τους στο "Modern Vampires Of The City" είναι ότι εκείνα τα πολυπολιτισμικά δάνεια που χαρακτηρίζουν τον ήχο τους, έχουν υποχωρήσει αισθητά. Παρ' όλα αυτά, και μολονότι μιλάμε ξεκάθαρα για τον πιο «λευκό» δίσκο τους, οι Vampire Weekend εξακολουθούν να ξεχειλίζουν σπιρτόζικες, ιδέες, οπότε η αλλαγή αυτή δεν αποβαίνει καθοριστική. Το ενδιαφέρον τους μοιάζει να έχει μετατοπιστεί. Το άλμπουμ βρίθει από αναφορές στη θρησκεία, τον θάνατο, τη διαδικασία της ενηλικίωσης και συνολικά συνιστά το πιο ώριμο σύνολο στη μέχρι τώρα δισκογραφία τους.

Η φράση, «Listen, don't wait» στο "Obvious Bicycle" με το οποίο ανοίγει ο δίσκος, σε προσκαλεί να δώσεις τη δέουσα προσοχή και να βυθιστείς στον αργό ρυθμό του. Με το καλημέρα δεν μπορείς παρά να αισθανθείς την ενάργεια αυτής της τρομερής συνθετικής δυάδας των ημερών μας (Rostam Batmanglij - Ezra Koenig) σε πλήρη ανάπτυξη. Ακούγονται τόσο επικεντρωμένοι, που σου δίνουν την εντύπωση ότι μπορούν να «ακούν τη χλόη να βλασταίνει» ή ότι διακρίνουν την ανεπαίσθητη κίνηση του λεπτοδείκτη ενός παλιού ρολογιού που ακούγεται μέσα στη νύχτα.

Ο χρόνος που περνά (ιδιαίτερα εκείνος που περνά αναξιοποίητος) είναι από τα ζητήματα που βρίσκονται στο επίκεντρο και αυτό γίνεται φανερό ήδη από το ρεφρέν του εναρκτήριου track, όπου ο Ezra Koenig απευθύνεται σε έναν φίλο του που πλήττεται από την ανεργία με τους πολύ έξυπνους στίχους:

«You ought to spare yourself the razor
because no-one’s going to spare the time for you»

Ένα άλλο κεντρικό θέμα είναι η θνητότητα. Είναι πάρα πολλές οι άμεσες αναφορές και απαντούν σχεδόν σε κάθε κομμάτι του άλμπουμ. Ακόμη και ο τίτλος του up-tempo single "Diane Young" περιέχει ένα μακάβριο λογοπαίγνιο καθώς ακούγεται ως «dying young» και δεν αφορά κάποια Diane. Ζωηρότατο, μοιάζει με διάδοχο του "Cousins" από το "Contra" (2010), ενώ τα «baby, baby, baby, baby, right on time» στο ρεφρέν οπωσδήποτε αντηχούν το "Rock And Roll" (1971) των Led Zeppelin.

Τα κομμάτια του άλμπουμ είναι μοιρασμένα. Υπάρχουν τα παιχνιδιάρικα που ξεχειλίζουν από ορμή και αποτελούν το σήμα κατατεθέν τους ("Unbelievers", "Diane Young", "Everlasting Arms", "Finger Back", "Worship You") αλλά έχουμε και μπόλικες low tempo συνθέσεις που κουβαλούν μια συναισθηματική φόρτιση, παρόμοια -τηρουμένων των αναλογιών- με εκείνη που συναντά κανείς στις δουλειές των Arcade Fire. Μάλιστα, τα εν λόγω κομμάτια, κάθε άλλο παρά fillers τα λες, καθώς είναι εκείνα που δίνουν τον τόνο και τελικά σου μένουν από το "Modern Vampires Of The City".

Για παράδειγμα το "Hudson" (με την αναφορά στον προημιτελικό της Εθνικής μας με τους Γερμανούς στο περσινό Euro) ή το εξαιρετικό "Hanna Hunt", που βρίσκεται ακριβώς στη μέση του άλμπουμ και φαντάζει ως ο νοητός άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφονται όλα τα υπόλοιπα.

Ξεκινά σαν ένα γλυκό νανούρισμα και μέσα από μια καθησυχαστική αύρα «χτίζεται» με υπομονή για πάνω από δύο λεπτά με τον Koenig να αιωρείται σε ένα από τα πιο όμορφα ρεφρέν που ακούσαμε φέτος: «Though we live on the US dollar, you and me, we got our own sense of time». Και ξαφνικά στα 02:41 το κομμάτι σημειώνει μια εντυπωσιακή αλλαγή ρότας. Τύμπανα που δίνουν την εντύπωση ότι κάτι έσπασε, ένα νέο riff στο πιάνο, slide κιθάρες που φέρνουν ένα άρωμα country και ένας απροσδόκητος βρυχηθμός από τον Koenig: «If I can't trust you, then dammit, Hannah, there's no future, there's no answer»...

Εξίσου όμορφο το "Ya Hey" με έναν απίθανο ήχο (παρά τα κάπως ενοχλητικά ...στρουμφάκια στο ρεφρέν) και μια έμμεσα διατυπωμένη έκφραση θαυμασμού προς τη στωικότητα του Δημιουργού («I am that I am» η απάντηση στο Μωυσή):

«Oh, good God
The faithless, they don't love you
The Zealous hearts don't love you
And that's not gonna change»

Όμορφες κι απλές μελωδίες με πανέξυπνες ενορχηστρώσεις κι εκείνο το απαράμιλλα παιχνιδιάρικο ύφος. Κι όλα αυτά δοσμένα με αυτήν την υπερχειλίζουσα προθυμία, που μόνο στο σεβαστό Σώμα των Προσκόπων συναντάς. Αυτοί είναι οι Vampire Weekend και για αυτό τους αγαπάμε. Ok, είναι σπασίκλες, αλλά είναι σπασίκλες με στυλ και λαμπρές ιδέες και στίχους γεμάτους ιστορικές αναφορές, που σε κάνουν να νιώθεις βαθύτατα αδιάβαστος, καθώς σπεύδεις να googlάρεις για να ξεστραβωθείς.

Σίγουρα, πάντως, θα μπορούσαμε να τους προσάψουμε μια σχετική έλλειψη αυθορμητισμού˙ η ηχογράφηση του άλμπουμ διήρκησε τρεισήμισυ χρόνια άλλωστε. Πράγματι, το "Modern Vampires Of The City" είναι μετρημένο και «μαθηματικό (ακόμη κι όταν ξεφεύγουν παραμένουν πεπερασμένα ελεγχόμενοι) και η λέξη «τελειομανία» είναι γραμμένη με κεφαλαία γράμματα από την αρχή μέχρι το τέλος, αλλά, προσωπικά, θα έλεγα ψέματα εάν δεν παραδεχόμουν ότι με άγγιξαν.

Ακόμη και στις πιο ανάλαφρες στιγμές τους, η ανέμελη indie pop/rock τους παραμένει ευφυέστατη και γεμάτη περιεχόμενο. Για παράδειγμα το "Finger Back", μπορεί να ακούγεται χαβαλεδιάρικο, αλλά ακόμη κι εκεί όλα έχουν τοποθετηθεί με απόλυτη ακρίβεια. Τα τύμπανα θυμίζουν παραλλαγή του "Sunday Bloody Sunday" των U2, ενώ κάπου εκεί στα 01:30 ένα υπέροχα «σεβάσμιο» solo στα πλήκτρα «βαδίζει» ανεξάρτητα πάνω στην αντήχηση των τυμπάνων του κορυφαίου Gene Krupa από το θρυλικό "Sing, Sing, Sing (With A Swing)" (1937) της αξεπέραστης ορχήστρας του Benny Goodman. Παρομοίως, οι κιθάρες στο "Worship You" θυμίζουν μια υπερδιεγερμένη country έκδοση του "I've Just Seen A Face" του Paul McCartney και πάει λέγοντας...

Όπως καταλαβαίνετε, έχουμε να κάνουμε με ένα άλμπουμ δουλεμένο σε ανατριχιαστικά υψηλό βαθμό λεπτομέρειας. Παρ’ όλα αυτά, δεν ακούγεται «βαρύ» ούτε στιγμή. Οι Vampire Weekend εξερευνούν και ολοένα διευρύνουν τα όριά τους, αλλά ακόμη κι όταν τα πράγματα σοβαρεύουν, ποτέ δεν καταλήγουν δυσκοίλιοι. Πατούν γερά σε ακλόνητες ιστορικές βάσεις, τις οποίες μετεξελίσσουν με χάρη και για αυτό ακριβώς το "Modern Vampires Of The City" είναι ένα τόσο ουσιώδες άκουσμα.

VIDEO

 

  • SHARE
  • TWEET