Valient Thorr

Old Salt

Napalm (2016)
Από τον Σπύρο Κούκα, 25/07/2016
Δίχως όρους και πολλά φτιασίδια, αποτελεί το ιδανικό άκουσμα πριν από μια ξέφρενη βραδινή έξοδο
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αν ο κόσμος μας ήταν πιο δίκαιος, η επιστροφή των rock 'n' roll σάτυρων, οι οποίοι μας συστήνονται με το όνομα Valient Thorr, θα έπρεπε να μονοπωλεί το ενδιαφέρον του rock κοινού. Αντ’ αυτού, η μπάντα, παρά τα σχεδόν δεκαπέντε χρόνια που δραστηριοποιείται, μοιάζει ακόμα σαν ένα καλά κρυμμένο μυστικό, που περιμένει να αποκαλύψει τον ποιοτικό του πλούτο, σε όποιον του δώσει την ευκαιρία που αποζητά. Έτσι, το φετινό "Old Salt" έρχεται να διαδεχτεί το προ τριετίας "Our Own Masters", που, παρά το γεγονός πως δεν ήταν η δυνατότερη τους στιγμή, παρέμενε ένα καθόλα διασκεδαστικό άκουσμα, με το "fun factor" σε περίσσεια.

Καταλαβαίνει, λοιπόν, κανείς, πως ο πήχης, για μια μπάντα που ακόμη και οι λιγότερο καλές στιγμές της αποτελούν άπιαστο όνειρο για πολλές άλλες, βρίσκεται σε δυσθεώρητα επίπεδα. Συνεπώς, η κάθε νέα της δουλειά, αναπόφευκτα, κρίνεται αρκετά αυστηρά, ίσως και περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Στην προκειμένη, το νέο άλμπουμ των Valient Thorr καταφέρνει να ξεπεράσει τον προκάτοχό του, παρουσιάζοντας ένα πρόσωπο που συνδυάζει τις δύο νοητές περιόδους της μπάντας, τόσο αυτή των τεσσάρων πρώτων άλμπουμ, όσο και την πιο ύστερη, που οριοθετείται από τους δύο προηγούμενους δίσκους, όπου και υπήρξε μια ελαφρώς πιο σύγχρονη συνθετική προσέγγιση. Με αυτό το σκεπτικό, μοιάζει ως η ιδανική σύνοψη της συνολικής καριέρας τους και, πιθανότατα, το άλμπουμ εκείνο που θα ήταν προτεινόμενο για να ξεκινήσει κανείς να εξερευνεί τα πεπραγμένα τους.

Ωστόσο, όσο κι αν το "Old Salt" αποτελεί ένα από τα πιο γνησίως διασκεδαστικά άλμπουμ που μπορεί να ακούσει κάποιος φέτος, κάποιες μέτριες στιγμές κατά τη ροή του, το εμποδίζουν να αναδειχθεί ως η πλέον απαραίτητη κυκλοφορία της μπάντας, με το "Immortalizer" να μοιάζει, ακόμη, ακλόνητο απ’ αυτήν τη θέση. Ακόμη κι έτσι, όμως, το να αγνοηθούν κομματάρες, όπως εναρκτήριο "Mirakuru", με την ξεκάθαρη punk 'n' roll προσέγγιση,  το ρυθμικά αλανιάρικο "Lil Knife" ή το "Jealous Gods", το οποίο κλείνει τον δίσκο ιδανικά, αφήνοντάς σε να αποζητάς να ξανακούσεις από την αρχή τη δισκογραφία της μπάντας, μοιάζει, αν όχι εγκληματικό, τουλάχιστον παράλογο, για όποιον αρέσκεται σε rock 'n' roll συνθέσεις, με μια αναντίρρητη punk προσωπικότητα και μια κλασσικομεταλλική αύρα άλλων εποχών.

Προσωπικά, παρά τα filler-άκια του, ο δίσκος «μου κάνει», φαντάζοντας το ιδανικό άκουσμα πριν από μια βραδινή έξοδο με φίλους, όπου τα πάντα επιτρέπονται. Δίχως όρους και πολλά «φτιασίδια», αξίζει και με το παραπάνω τον χρόνο που θα διαθέσει κανείς σε αυτόν, αποτελώντας ένα ακόμη διασκεδαστικό άλμπουμ από μια μπάντα που δύσκολα θα μας απογοητεύσει.

  • SHARE
  • TWEET