The Gaslight Anthem

Handwritten

Mercury (2012)
Από τον Ιάσονα Τσιμπλάκο, 24/07/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η ιστορία έχει ως εξής, και δε ντρέπομαι καθόλου. Καλοκαίρι του 2010 και ψάχνω να βρω κάποιον δίσκο «ψιλοαδιάφορο» για να του κάνω κριτική για να μη μου φωνάζουν. Βρήκα τους Gaslight Anthem να κάθονται εκεί σε κάτι λίστες και λέω, «δε βαριέσαι». Τη μπάντα μου την είχε συστήσει φίλος το 2008, με το που κυκλοφόρησε το "59 Sound", και εγώ σαν γνωστός κομπλεξικός με ό,τι μου προτείνουν και δεν το βρίσκω μόνος μου, τους είχα ακούσει όσο πιο επιπόλαια μπορούσα, και από το δίσκο μου 'χε μείνει μονάχα ένα κομμάτι. Είχα πετάξει μάλιστα και την δηλωσάρα «άμα θέλω ν' ακούσω Killers, θ' ακούσω Killers». Ω, εαυτέ μου του 2008.

Από το καλοκαίρι του 2010 λοιπόν που έπιασα ν' ακούσω σοβαρά τη μπάντα και το "American Slang", χωρίς καμία υπερβολή, δεν έχει περάσει μέρα που να μην έχω ακούσει κάπως τη φωνή του Brian Fallon. Είτε αυτό ειναι ψάχνοντας το back catalogue του/τους, είτε ζώντας τη γέννηση των Horrible Crowes, είτε παθαίνοντας μία σχετική παράκρουση με το Revival Tour. Όλα αυτά με οδήγησαν σε άλλα μουσικά μονοπάτια από αυτά που είχα συνηθίσει, και έμαθα να εκτιμάω πράγματα που ως τότε θεωρούσα γενικώς ασήμαντα και ξεπερασμένα στη μουσική που άκουγα, πράγματα που τείνω να χαρακτηρίζω απλά ως τιμιότητα και ειλικρίνεια. Και αυτά είναι τα στοιχεία που εντοπίζω παντού στη μουσική και το ήθος του Fallon και των Gaslight Anthem. Είναι ο λόγος που σημαίνουν τόσα πολλά για μένα αυτή τη στιγμή. Αφήνουμε όμως τα νιανιά και ας πιάσουμε τον δίσκο.

Τέταρτος δίσκος για τη μπάντα, πρώτος σε μεγάλη δισκογραφική. Η SideOneDummy (♥) ήταν το σπιτικό τους από την αρχή της καριέρας τους, αλλά είναι περιορισμένα τα σκαλοπάτια που μπορείς να ανέβεις στηριγμένος στις πλάτες μίας τέτοιας εταιρείας, και οι Gaslight ποτέ δεν έκρυψαν ότι θέλουν κάποτε να παίξουν σε στάδια μεγάλα, οπότε έπρεπε να κάνουν εκείνο το βήμα μπροστά και να υπογράψουν στη Mercury της Universal. Προφανώς κάποιοι ξίνισαν, αλλά τα είδαμε και πρόπερσι, με το ανύπαρκτο προμόσιον και κατά συνέπεια πωλήσεις, του αξιοπρεπέστατου "American Slang", η μπάντα δεν κατάφερε να κερδίσει κόσμο που δεν είχε ήδη από το "59 Sound", πέρα από μένα. Έτσι λοιπόν, με το βλέμμα καρφωμένο πάνω και μπροστά, μας παρουσιάζουν το "Handwritten".

Το άλμπουμ ανοίγει εξαιρετικά με το "45", το οποίο αποτελεί και πρώτο single και προπομπός του δίσκου. Πιασάρικο και άκρως ραδιοφωνικό, χιτάκι με τα όλα του. Έτσι καλπάζοντας έρχεται να μπει στο ρεφρέν, θυμίζοντας μέρες "Sink Or Swim", σε προκαλώ να μη σου κολλήσει η μελωδία στο μυαλό με μία-δυό ακροάσεις. Και βεβαίως, όπως συνηθίζει αλλώστε ο Fallon, πετάει εδώ και εκεί αναφορές σε αγαπημένες μπάντες, το συγκεκριμένο κομμάτι αποδίδει ένα μικρό φόρο τιμής στους Hot Water Music, καθώς αναφέρει τους στίχους του "Better Sense". Eπωφελούμενοι από την ορμή του εναρκτήριου κομματιού, περνάμε αμέσως στο δεύτερο single, το ομώνυμο του δίσκου, "Handwritten". Είμαι πάρα πολύ κοντά στο να πω πως πιστεύω πως πρόκειται για την καλύτερη σύνθεση της μπάντας μέχρι στιγμής. Η δομή είναι τόσο απλή, τα leadάκια επίσης, αλλά ο τρόπος με τον οποίο τα λόγια και οι σκέψεις στολίζονται με το γρέντζο του Fallon, σε συνδυασμό με τον όλο βηματισμό του κομματιού, οδηγούν σε ένα πραγματικά κορυφαίο ρεφρέν, πλήρως φορτισμένο. Τόσο το κομμάτι, όσο και το συγκινητικό βίντεο κλιπ, κάνουν συνεχώς αναφορές σε πράγματα οικεία, πανέμορφα και ρομαντικά. Γράμματα, βινύλια, σημειώσεις, ραβασάκια. Δάκρυα. «Every word handwritten».

Aυτό που κάνει εμφανώς μεγαλύτερη διαφορά σε αυτόν τον δίσκο είναι το ότι ο Fallon κουράστηκε. Και στους τρεις προηγούμενους δίσκους, η σύνθεση κομματιών και το γράψιμο των στίχων ήταν υπόθεση δικιά του, πράγμα που δεν ισχύει για το "Handwritten". Ενώ οι στίχοι προφανώς παραμένουν κάτω από την εποπτεία του, κατάλαβε πως είναι ελάχιστα αυτά που μπορεί να κάνει πλέον με ένα progression Am-F-C-G, και πέταξε το μπαλάκι στους υπόλοιπους. Το μπαλάκι το έπιασε κυρίως ο Alex Rosamilia, το μυστήριο παιδί με το St. Pauli καπέλο και την κιθάρα, ο οποίος αμολήθηκε επιτέλους ελεύθερος και όχι μόνο μας έδωσε riff ("Too Much Blood") αλλά και solo. Και σα να μην έφτανε αυτό, η «προαγωγή» του Ian Perkins, που για χρόνια εκτελούσε χρέη guitar tech, σε σχεδόν επίσημο πέμπτο μέλος της μπάντας προφανώς έφερε και άλλα καινούργια στοιχεία στο προσκήνιο. Είναι άλλωστε το πενήντα τοις εκατό των Horrible Crowes, των οποίων το "Elsie" είναι από τους καλύτερους περσινούς δίσκους που δεν άκουσες ποτέ, και δίσκος-κάθαρση για τον Fallon.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο "Mulholland Drive", που είναι μία τελειότητα από μόνο του. Μόνο και μόνο για τον τόνο της κιθάρας στο intrάκι του κομματιού θα 'παιρνε δεκάρι από μένανε, αλλά καθ' όλη τη διάρκεια του κομματιού ο Rosamilia δίνει ρέστα, είτε είναι στα γεμίσματα του ρεφρέν, στο σόλο που ανέφερα προηγουμένως ή στις μαεστρικές τριπλέτες τις οποίες μας αραδιάζει χαλαρότατος στο κλείσιμο του κομματιού. Για τον Fallon τι άλλο να πω πλέον, πάλι από καρδιάς στίχοι και το ράδιο να παίζει.

Filler; Ούτε κατά διάνοια. Κάθε κομμάτι είναι εκεί επειδή ακριβώς πρέπει να είναι εκεί. Και κάθε κομμάτι έχει κάπου να πιαστείς, είτε είναι η φυσαρμόνικα του "Keepsake" είτε η δεδωεκάχορδη στο "Here Comes My Man", τίποτα που να περισσεύει. Έχεις κομμάτια σαν το δίλεπτο "Howl" που, ενώ σε παίρνει από το χέρι και σε αρχίζει στον χορό, πραγματικά μιλάει πάλι για εκείνα τα ξεχασμένα που κάποτε σε συγκινούσαν, με το ράδιο να είναι και σ' αυτόν τον δίσκο μία από τις αγαπημένες θεματολογίες του Fallon, έννοια που χρησιμοποιεί πολύ συχνά για την παρουσίαση ζωής/θανάτου, και έχεις κομμάτια σαν το "Mae" που, πάλι με την ίδια θεματολογία, θα μπορούσε άνετα να ανήκει στο προαναφερθέν "Elsie", όντως πιο μελό απ' ό,τι μας έχουν συνηθίσει τα προηγούμενα κομμάτια του δίσκου.

Και θες να το πάω στο άκρα; Άμα ήθελα να βρω ένα αρνητικό για τον δίσκο θα ήταν ότι στο κυρίως tracklist δεν συμπεριλαμβάνουν το bonus track "Blue Dahlia", που είναι άλλη μία «progressive» πρωτιά για τη μπάντα που από κουπλέ σε ρεφρέν αλλάζουν κλίμακα, πράγμα σπουδαιότατο για συγκρότημα που βασίζει τις συνθέσεις του σε φόλκικες δομές. Βάζοντας όμως το φανμποηλίκι μου στην άκρη, η αλήθεια είναι πως το κατα τ' άλλα συγκινητικό κλείσιμο του δίσκου με το "National Anthem" θυμίζει επικίνδυνα το "Here's Looking At You Kid", αλλά όλα καλά, σας αγαπάω ακόμη.

Αντικειμενικά, αν το "American Slang", σύμφωνα με τα ελαφρώς αηδιαστικά γραφόμενά μου, είναι ο δίσκος που θα έδινε επισήμως ταυτότητα στη μπάντα, το "Handwritten" είναι εκείνος που θα 'πρεπε να τους ανοίξει σε ευρύτατο, καινούργιο ακροατήριο. Βέβαια, αυτό θα ίσχυε αν η ζωή ήταν δίκαιη και ο πλανήτης όσο κακόγουστος είμαι εγώ, οπότε μόνο ο χρόνος θα δείξει. Εγώ αυτό που ξέρω είναι ότι ο δίσκος αυτός γράφτηκε να τον έχεις συντροφιά. Γράφτηκε να παίζει δυνατά στο αμάξι με κάτω τα παράθυρα και τα χιλιόμετρα να φεύγουν νερό. Γράφτηκε για μία μπάντα με πραγματική ψυχή για ακροατές που τους καταλαβαίνουν και τους νιώθουν. Γράφτηκε επειδή έπρεπε να γραφτεί, επειδή είναι δίσκος τίμιος και ειλικρινής, και αν αυτό σου λέει το οτιδήποτε, γράφτηκε και για σένα.

Υ.Γ.: Κατάφερα και τελείωσα το κείμενο χωρίς ούτε μία αναφορά σε Springsteen, Petty και Dylan. Φάτε τη σκόνη μου ρηβιούερς ανά τον κόσμο.

  • SHARE
  • TWEET