The Winery Dogs

Hot Streak

Loud & Proud (2015)
Από τον Κώστα Πολύζο, 29/10/2015
Τρεις τεράστιοι μουσικοί καταφέρνουν πάλι να βάλουν την μπάντα πάνω από το τεράστιο μουσικό τους ego και το αποτέλεσμα τους δικαιώνει ξανά
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Πλένω το στόμα μου με σαπούνι και παραθέτω με τυχαία σειρά τα μέλη του power trio που αποκαλούνται The Winery Dogs. Mike Portnoy, Richie Kotzen, Billy Sheehan. Ok...το λες και super group, έτσι δεν είναι; Και απαντάω μόνος μου. Έτσι είναι! Δεν θέλω να γίνω υπερβολικός και αφοριστικός αλλά νομίζω πως αυτή τη στιγμή αποτελούν μια από τις κορυφαίες συμπράξεις αυτού του είδους. Κυκλοφόρησαν ένα καταπληκτικό ντεμπούτο, παίξανε κάμποσες συναυλίες στις οποίες τα δίνουν όλα, ετοιμάσανε νέο δίσκο μέσα σε σύντομο διάστημα και γενικότερα φαίνεται να υπάρχει πολύ καλό δέσιμο που τους επιτρέπει να γράφουν καλή μουσική.

Εξ ορισμού το να ξεπεράσουν το ντεμπούτο τους θα ήταν πολύ δύσκολο και τελικά δεν νομίζω πως το καταφέρανε. Όχι όμως πως ο δίσκος είναι πολύ κατώτερος, αλλά σίγουρα η έλλειψη του στοιχείου της έκπληξης που υπήρχε στο ντεμπούτο τους θα σε επηρεάσει. Για να ξεκινήσω από την κακή όψη του νομίσματος, λοιπόν, το "Hot Streak" δεν έχει τραγούδι αντίστοιχο του "The Dying", ούτε του "Criminal" (και ας υπάρχει μόνο στην αμερικάνικη έκδοση, εγώ με αυτό μέσα το πρωτοάκουσα και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί στην ευρωπαϊκή έκδοση είχε αντικατασταθεί από το "Time Machine"). Επίσης αν και λίγο αμελητέο, αλλά το εξώφυλλο είναι λίγο ...κάπως . Είναι καλό ως ιδέα σε σχέση και με τον τίτλο του άλμπουμ, αλλά η υλοποίηση του είναι κακή. Και κάπου εδώ τελειώνουμε με την κακή όψη του νομίσματος και γυρίζουμε πλευρά...

...και τι πλευρά! Hard rock κατά βάση, με τραγούδια για όλα τα γούστα. Δυναμικά, ήρεμα, ραδιοφωνικά, απ’ όλα έχει ο μπαξές των The Winery Dogs και αποδεικνύεται πως ο τίτλος του δίσκου είναι απόλυτα εύστοχος. Τα «σκυλιά» εξακολουθούν να έχουν μεγάλη συνθετική ρέντα και τα όποια στοιχήματα βάλανε με τον δεύτερο δίσκο τους τα κερδίσανε. Αρωγός στο όλο εγχείρημα στέκεται και η πραγματικά φοβερή δουλειά που έγινε στην μίξη από τον Jay Ruston και η οποία αναδεικνύει τον πολυσυλλεκτικό μουσικό καμβά του "Hot Streak".

Ο δίσκος ξεκινάει με ένα καταπληκτικό σερί τεσσάρων φοβερών τραγουδιών, το καθένα από τα οποία αναδεικνύει και μια διαφορετική πλευρά του συγκροτήματος. Το "Oblivion" έχει αυτόν τον υπερκούλ και βιρτουόζικο up-tempo χαρακτήρα με τον οποίο μας συστήθηκαν οι The Winery Dogs πριν από δύο χρόνια. Αυτή η μαγκιά που σου βγάζουν τα καλοπαιγμένα τούττι σημεία είναι μοναδική και σε συνδυασμό με την ερμηνειάρα του Kotzen και τον ρυθμικό ορυμαγδό  των Sheehan / Portnoy θα το αναδείξουν ως μια από τις καλύτερες στιγμές του άλμπουμ. Το "Captain Love" είναι ένα μέσης ταχύτητας groove-άτο τραγούδι, που έχει αυτό το riff που είναι λες και οι AC/DC παίζουν το "Perfect Strangers" των Purple και για ακόμα μια φορά το ρυθμικό μέρος τσακίζει κόκαλα.

Το ομώνυμο είναι μια ακόμα σπέσιαλ στιγμή στη ροή του δίσκου. Ξεκινάει με τσαχπινιές από τον Portnoy στο hi-hat και δεν σε αφήνει λεπτό χωρίς να ψάχνεις να ακούσεις την κάθε παιχτική λεπτομέρεια, είτε μιλάμε για τα σόλο του Seehan είτε για τα funky περάσματα, είτε για το κοφτό παίξιμο του Mike. Το ταίριασμα της φωνητικής μελωδίας με τις κιθαριστικές φράσεις είναι ένα από τα σημεία που ξεχωρίζουν και το οποίο θα συναντήσουμε και στο "How Long" που ακολουθεί και που ανοίγει με τους Seehan / Portnoy να στρώνουν ένα πολύ πυκνό ρυθμικό χαλί πριν μπει η κιθάρα και έρθει το καταπληκτικό ρεφρέν.

To "Empire" είναι ένα διασκεδαστικό, αλλά κάπως τυπικό -για τα δεδομένα της μπάντας- τραγούδι στο οποίο θα συναντήσουμε και slide solo, ενώ έχει και ένα δυνατό τελείωμα. Η πρώτη ήρεμη στιγμή θα έρθει στο "Fire" με τον Kotzen να χρωματίζει με την υπέροχη φωνή του τις μελωδίες που βγαίνουν από τις χορδές της κλασικής κιθάρας. Το "Ghost Town" θα αποτελέσει μια διαφοροποιημένη στιγμή, στο οποίο θα δούμε ένα πρόσωπο που δεν μας το είχαν ξαναδείξει. Η φωνητική και κιθαριστική προσέγγιση στο κουπλέ και είναι πιο ραδιοφωνική και έχουν χρησιμοποιηθεί κάποια εφέ που φέρνουν σε U2. Ίσως ξενίσει αρχικά, αλλά είναι ένα πολύ καλό πιασάρικο κομμάτι.

Στη συνέχεια θα ακολουθήσουν μαθήματα στιβαρού rhythm section και στο "The Bridge" θα δούμε το καταπληκτικό δέσιμο που έχουν ο Portnoy με το Seehan. Το solo με τις ανταλλαγές φράσεων μεταξύ μπάσου και κιθάρας είναι πολύ όμορφο, ενώ και το ρεφρέν είναι τέρμα Cornell-ικό. Το "War Machine" θα είναι το τραγούδι του Portnoy, όχι γιατί παίζει παπάδες, αλλά γιατί θα δείξει πως πρέπει να παίζεται ένας απλός και κουλαριστός ρυθμός στα τύμπανα, ενώ θα ξεχωρίσει και το μικρό πέρασμα με ακουστική κιθάρα πριν το solo. Ακόμα μια διαφορετική στιγμή θα αποτελέσει το "Spiral" το οποίο μου έφερε στο μυαλό αρχικά τους Audioslave, ίσως λόγω της ωραίας μπασογραμμής που παίζει ο Seehan και της ερμηνείας του Kotzen, με τον Portnoy να έχει μια πιο διακριτική (!) παρουσία στα μετόπισθεν.

Εκεί προς το τέλος έρχεται το "Devil You Know" με την κλασική συνταγή ενός up-tempo rock δυναμίτη με riff που θα μπορούσε να προέρχεται από δίσκο των Van Halen και μεγάλη στιγμή στο solo. Το "Think It Over" έχει έναν ξεκάθαρο soul και R&B χαρακτήρα τόσο στον τρόπο ερμηνείας του Kotzen όσο και σε επίπεδο μουσικής σύνθεσης. Το κλείσιμο θα έρθει με το "The Lamp" που η εισαγωγή με την βροχή και η ερμηνεία σε στυλ gospel χορωδίας  σε ξεγελάει αφού περιμένεις μια ήρεμη σύνθεση, αλλά ο ρυθμός αμέσως θα ανέβει φέρνοντας για ακόμα μια φορά πιο μοντέρνα και ραδιοφωνικά πράγματα στο μυαλό.

Και έρχεται η ώρα του απολογισμού. Σε σύνολο έντεκα τραγουδιών λοιπόν και πάνω από μια ώρα μουσικής, αυτό που εγώ συμπεραίνω είναι πως οι τρεις αυτοί τεράστιοι μουσικοί καταφέρνουν πάλι να βάλουν την μπάντα πάνω από το τεράστιο μουσικό τους ego και το αποτέλεσμα τους δικαιώνει για ακόμα μια φορά. Η μοναδική ένσταση που μπορεί να έχει κάποιος είναι πως κάποια τραγούδια έχουν μια περισσότερο radio oriented (aka pop) αύρα, αλλά ακόμα και τότε είναι ξεκάθαρο πως πρόκειται για καλογραμμένη μουσική και ως γνωστό η καλή μουσική δεν περιορίζεται από ταμπέλες.

Υ.Γ.: Δεν νομίζω να περίμενε κανείς να σχολιάσω την απόδοση των τριών μουσικών, έτσι δεν είναι; Το διαστημικό παίξιμό τους δεν μου το επιτρέπει άλλωστε, οπότε κάνω μόκο.
  • SHARE
  • TWEET