Sediment Bruise

In-Between

Ikaros (2019)
Από τον Σπύρο Κούκα, 20/03/2019
Ένα πλήρες συναισθημάτων, μινιμαλιστικό άλμπουμ
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Οφείλω να ομολογήσω εξαρχής πως δεν αποτελώ και τον πιο φανατικό ακροατή των indie/post παρακλαδιών της rock μουσικής, μάλλον λόγω επιλογής και προφανώς όχι λόγω έλλειψης κυκλοφοριών με πραγματικό ενδιαφέρον στα προαναφερθέντα είδη. Όσοι με γνωρίζουν πραγματικά, αλλά και έχουν παρακολουθήσει από λίγο έως πολύ την αρθρογραφία μου ανά τα χρόνια που δραστηριοποιούμαι στον χώρο, μάλλον αντιλαμβάνονται ότι τα βασικά μου ακούσματα απέχουν αρκετά από το εδραιωμένο ύφος των Θεσσαλονικιών Sediment Bruise, με το μοναδικό συνδετικό κρίκο σε μια πρώτη, επιφανειακή ματιά, να βρίσκεται στις αρκετές prog αναφορές της μουσικής τους.

Αυτό, βέβαια, δεν με εμπόδισε να τσεκάρω, έστω και λίγο καθυστερημένα, τη μουσική τους οπτική, ακούγοντας κάποια στιγμή πέρυσι το δεύτερο τους δίσκο, "A New Disease" κι ανακαλύπτοντας μια ακόμη εγχώρια μπάντα με μεράκι κι αγάπη για αυτό που κάνει. Πραγματικά, δίχως να το περιμένω, βρέθηκα προ ευχάριστης εκπλήξεως, οπότε και ο φετινός ερχομός του τρίτου τους άλμπουμ με έβρισκε σχετικό πλέον με την περίπτωση τους, αλλά κι ανυπόμονο σχεδόν σχετικά με τη συνέχεια και τη μουσική πρόοδο που θα είχαν να επιδείξουν.

Φθάνοντας στην προσέγγιση του περιεχομένου του "In-Between", δεν μπορούμε να μην σταθούμε καταρχάς στο συναισθηματικό κομμάτι του άλμπουμ, το οποίο και διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο ως προς την αντίληψη του τι πραγματικά συμβαίνει στο εσωτερικό του. Πρώτα και κύρια, ο τρίτος δίσκος του σεξτέτου από τη συμπρωτεύουσα είναι ένας άκρως δημιουργικός, εκλεπτυσμένος δίσκος που ωστόσο δεν βασίζεται στις φαντεζί εκτελεστικές δεξιοτεχνίες ή στις εμφατικά προσβάσιμες επί μέρους στιγμές για να περάσει το μήνυμα του.

Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει, καθώς το συνολικό ύφος του άλμπουμ μπορεί να κριθεί ως μινιμαλιστικό, με τα μετρημένα αλλά καίρια του ξεσπάσματα να οδηγούν αρμονικά σε μια εντασιακή ολοκλήρωση, δίχως όμως να εκβιάζουν εντυπώσεις ή να διαταράσσουν τη μάλλον γαλήνια αίσθηση χαρμολύπης που προκαλούν οι ακροάσεις του. Η χρήση του βιολιού και οι ανάλογες μουσικές αναζητήσεις, μάλιστα, προκαλούν ορισμένους παραλληλισμούς με τους εξίσου ενδιαφέροντες Αθηναίους Empty Frame, με τη χρήση του προανεφερθέντος εγχόρδου να πραγματοποιείται στην προκειμένη με αρκετή σύνεση και σύμφωνα με τις ανάγκες της εκάστοτε σύνθεσης, αλλά και πάλι να καταφέρνει να πρωταγωνιστεί.

Ένα στοιχείο που με βρήκε σκεπτικό είναι η απόδοση των φωνητικών μερών του υλικού, καθώς η προσέγγιση είναι ιδιαίτερα ενδοσκοπική, συμβαδίζοντας με τις επιταγές της μουσικής και αγγίζοντας (συγχρόνως με αυτή) το ύφος σχημάτων όπως οι ύστεροι Anathema, δίχως βέβαια το αναμενόμενο βρετανικό feeling των τελευταίων και με μια μάλλον αμυδρή «ελληνικότητα» στην προφορά τους. Όχι κάτι σημαντικό βλέποντας τη συνολική εικόνα, αλλά ένα χαρακτηριστικό που προσωπικά άργησε να με κερδίσει κατά τις ακροάσεις του "In-Between".

Δίχως να επιθυμώ να προβώ σε μια άκρατη ονοματολογία σχετικά με τις επιρροές της μπάντας, μιας και οι ίδιοι μας τα λένε πολύ καλύτερα (αναφέροντας μας δέκα εκ των πιο αγαπημένων άλμπουμ που τους επηρέασαν στη σχετική μας στήλη), θα τολμήσω να προσθέσω την prog επισήμανση σε περίοπτη θέση δίπλα σε εκείνες των alternative, indie και post-rock του χαρακτήρα τους που αναφέρθηκαν εξαρχής. Όχι, όμως, ως απόλυτος χαρακτηρισμός εντός των αυστηρών μουσικών πλαισίων του εν λόγω ιδιώματος, αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με την ουσιαστική σημασία του όρου, εκείνη της μουσικής που δεν έχει ουσιαστικά όρια, αλλά κινείται εξελισσόμενη και πυροδοτούμενη από την ανάγκη του δημιουργού της να εκφραστεί καλλιτεχνικά με μόνο φράγμα την έμπνευση του.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET