Sacral Rage

Beyond Celestial Echoes

Cruz Del Sur (2018)
Από τον Γιώργο Τάσση, 09/10/2018
Ο ανταγωνισμός προτιμά την ασφάλεια μιας μαύρης τρύπας παρά να ξεμυτίσει στο ίδιο σύμπαν
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Συναντάται πολύ συχνά σε «κριτικές» παντός είδους, είτε από εγνωσμένης αξίας μουσικούς δημοσιογράφους είτε από μερακλήδες οπαδούς, μια σύγχυση σε σχέση με δίπολα όπως υψηλή ποιότητα - μεγάλη δημοφιλία και προοδευτική αντίληψη - υψηλή τεχνική δυσκολία. Πολλές φορές θεωρούνται αλληλένδετες αν όχι ταυτόσημες και πάντα δημιουργούν προβλήματα κατανόησης ως προς την ταυτότητα ενός συγκροτήματος, κατά την ταπεινή μου άποψη. Στην προκειμένη περίπτωση, οι Sacral Rage με το νέο τους άλμπουμ παρουσιάζουν ένα μουσικό προϊόν υψηλής ποιότητας το οποίο απολαμβάνει σχετικά μικρής δημοφιλίας ενώ το υλικό τους χαρακτηρίζεται από υψηλή τεχνική κατάρτιση η οποία, όμως, δεν υπηρετεί την προοδευτικότητα όπως αυτή γίνεται αντιληπτή στο ευρύ metal φάσμα. Ωστόσο, αυτή η μικρή δημοφιλία (σε σχέση με mainstream metal ονόματα) συνοδεύεται από δυσανάλογα μεγάλο, αλλά επ' ουδενί αδικαιολόγητο, ενθουσιασμό ενώ η δεύτερη δουλειά τους ήδη απολαμβάνει ακόμη μεγαλύτερης αποδοχής από το εξαιρετικό ντεμπούτο τους, κάτι που συνιστά πρόοδο στην πιο ετυμολογικά σωστή έννοια του όρου. Στην ουσία του πράγματος οι Sacral Rage συνεχίζουν να παίζουν ποιοτικότατο τεχνικό speed/thrash metal το οποίο μπορεί κάλλιστα να εκληφθεί ως εξαιρετικά δημοφιλές, όχι ως προς τους απόλυτους αριθμούς αλλά ως προς τις αντιδράσεις που επιφέρει στο σύνολο του κοινού στο οποίο απευθύνεται και που δεν είναι "progressive" αλλά που φωνάζει πρόοδο σε κάθε νότα του.

Μπέρδεμα; Ωραία! Γιατί οι Sacral Rage είναι εδώ για να δοκιμάσουν την αντίληψή μας. Να μας μπερδέψουν μεν αλλά ως πρόκληση, με απώτερο σκοπό να μας αναγκάσουν να χρησιμοποιήσουμε περισσότερη φαιά ουσία ώστε να κατανοήσουμε και εν συνεχεία να απολαύσουμε το μουσικό όραμά τους. Παράλληλα, στο σύγχρονο σύμπαν των μουσικοκριτικών, η οριοθέτηση ενός οποιουδήποτε μουσικού οράματος συνδέεται άμεσα με την ονοματολογία και οι Sacral Rage ίσως είναι η απόλυτη αφορμή για ακατάσχετη ονοματολογία από συντάκτες και οπαδούς. Ακόμη μεγαλύτερο μπέρδεμα δηλαδή! Ειδικά όταν μιλάμε για το "Beyond Celestial Echoes", δηλαδή για ένα εκθαλασσωμένο παγόβουνο το οποίο όλοι προσπαθούν να ερμηνεύσουν με επιμέρους παγάκια. Μια τέτοια προσέγγιση έχει τα πλεονεκτήματά της, είτε αναφερόμαστε στη λεπτομερή περιγραφή μιας πολύμορφης μπάντας όπως οι Sacral Rage, είτε μιλάμε για την ικανοποίηση του ναρκισσισμού του εκάστοτε συντάκτη που μπορεί να ξεχωρίσει τα μικρότερα παγάκια σε κοτζάμ παγόβουνο. Το συγκεκριμένο παγόβουνο όμως κουβαλάει κάπως περισσότερα παγάκια απ' ό,τι συνηθίζεται, επομένως φεύγοντας από αρκτικές παρομοιώσεις και πηγαίνοντας πιο κοντά στο πνεύμα του δίσκου, θα προσπαθήσω να περιγράψω το σύνολο νετρονίων και πρωτονίων του ατόμου των Sacral Rage, πριν καταπιαστώ με τα πάμπολλα ηλεκτρόνια που περιστρέφονται ταχύτατα γύρω από τον πυρήνα του.

Διαχωρίζουμε σε πρώτη φάση το ύφος των Sacral Rage όπως αυτό εκφράζεται και από τις δυο δουλειές τους σε δυο κομμάτια: το οργανικό και το φωνητικό. Και αυτό για να μπορέσουμε να αποδώσουμε τους απαραίτητους επαίνους στο οργανικό κομμάτι που καθιστά τους Sacral Rage μια από τις πιο riff-based μπάντες εκεί έξω αυτήν τη στιγμή, αν όχι την πιο riff-based όλων. Αυτό που έχουν να πουν οι Sacral Rage, το λένε με ένα ορυμαγδό riff του εξαιρετικού κιθαρίστα τους Μάριου με την απαραίτητη συνδρομή του εξίσου εντυπωσιακού μπασίστα Σπύρου, χωρίς καμία μα καμία έκπτωση. Και όταν λέω καμία έκπτωση, εννοώ πως η μπάντα έχει ΕΝΑΝ κιθαρίστα που μπορεί να παίζει για παραπάνω, αλλά καθ' όλη τη διάρκεια του δίσκου δεν θα ακούσετε διπλές κιθάρες αλλά μια που θα αναλαμβάνει τα εκάστοτε riff, lead και solo. Τον υπόλοιπο χώρο τον καλύπτει κάτι παραπάνω από επάξια το γνώριμα πομπώδες μπάσο του Σπύρου και αυτό σκιαγραφεί άριστα την πρώτη τεράστια πηγή έμπνευσης για την μπάντα, δηλαδή τους εξωγήινους Watchtower. Οι Watchtower εξάλλου είναι από τους πρώτους διδάξαντες στην τεχνογνωσία για τη συγκόλληση εξαιρετικά τεχνικών επιμέρους τμημάτων κάτι που έχουν κάνει εμφανώς κτήμα τους οι Sacral Rage. Η riff-ολογία του Μάριου ωστόσο δεν περιορίζεται μόνο στη μαθηματική ιδιοφυία του Ron Jarzombek αλλά οφείλει τον μισό, ίσως και παραπάνω, χαρακτήρα της και στον πολυσχιδή Jeff Waters των Annihilator. Γνωρίζοντας ήδη, λοιπόν, από τη Φυσική ότι ο πυρήνας του ατόμου αποτελείται από δυο ειδών σωματίδια, τότε μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι η καρδιά των Sacral Rage συγκρατείται από τον ισχυρό δεσμό ανάμεσα σε Jarzombek-ικά πρωτόνια και Waters-ικά νετρόνια. Μια τέτοια δομή μπορεί να φαίνεται απλή σε σχέση με άλλες περιγραφές της μπάντας που πιθανώς να συναντήσετε στο διαδίκτυο, αλλά όσοι έχουν γνώση της δεινότητας των παραπάνω κιθαριστών, γνωρίζουν ότι κάθε ιδέα που εκπορεύεται από 'κει, καταλήγει σίγουρα στο δειγματολόγιο των ναυτικών κόμπων με υποκείμενο τα δάχτυλα του Μάριου αντί για κάβους, τριχιές και άλλα σχοινιά.

Αυτό που νιώθω, όμως, απαραίτητο να αποσαφηνίσω σε ό,τι έχει να κάνει με το μουσικό κομμάτι μετά από λογαριθμικής κλίμακας ακροάσεις του "Beyond Celestial Echoes", είναι πως οι Sacral Rage, πέρα από τις δαιδαλώδεις συνθέσεις, τα πλοκαμοειδή riff και τις ρηξικέλευθες αλλαγές, παραμένουν μια αυστηρά speed/thrash metal μπάντα η οποία δεν αποχωρίζεται τον χαρακτήρα της στο βωμό καμίας ασφαλούς σύντηξης με άλλα ιδιώματα που πλέον αποτελεί απαραίτητη συνθήκη για οποιονδήποτε διατείνεται πως είναι prog. Σε αυτό φυσικά συμβάλει και το παίξιμο του πολυπράγμονα Βαγγέλη στα τύμπανα, που πρόκειται για ένα τεχνικό μεν αλλά καθαρά metal drumming με πλήρη έλεγχο ακροβασιών που σκοπό του έχει να τονίσει το speed/thrash αποτύπωμα της μπάντας. Κι επειδή έχω ήδη γεμίσει δυο σελίδες με την παρούσα παρουσίαση δίσκου χωρίς να έχω φτάσει ακόμη διψήφιο αριθμό στην ονοματολογία ως είθισται, θα προσθέσω ότι η όλη αντίληψη της μπάντας, τοποθετεί ξεκάθαρα τους Sacral Rage στις αρχές της δεκαετίας του '90, τότε που πολλές thrash μπάντες δοκίμαζαν τις συνθετικές και εκτελεστικές δυνατότητες τους με εντυπωσιακά αποτελέσματα με πιο συναφή ως προς το ύφος των Sacral Rage τα παραδείγματα των Realm, των Toxik (του ντεμπούτου) ή ακόμη και των Βέλγων Target.

Αφού, λοιπόν, το μουσικό κομμάτι τοποθετήθηκε σε ένα σωστό σημείο ως προς την αφετηρία από την οποία ξεκίνησε τον φρενήρη αγώνα του, είναι καιρός να δώσουμε και τη δέουσα προσοχή στα φανταστικά φωνητικά του Δημήτρη. Φωνητικά τα οποία φυσικά δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από τις διδαχές του αποτρελαμένου διδύμου McMaster/Tecchio (των Watchtower αμφότεροι) με μια εσάνς άλλων υψίφωνων θηρίων της Αποκάλυψης όπως ο James Rivera (Helstar) ή ακόμη και ο Geddy Lee των μαστροRush. Όταν όμως κάποιος ικανός θνητός όπως ο Δημήτρης καταφέρει να περιδιαβεί το βασίλειο της υψιφωνίας με ψηλά το κεφάλι, δεν μπορεί παρά να αποδώσει φόρο τιμής και στον νομοθέτη της χώρας και ποδηγέτη των απόκοσμων falsetto, τον Βασιλέα Διαμαντή. Επομένως, μιλάμε ουσιαστικά για ένα συχνοτικό περιεχόμενο που αναμένεται να προκαλέσει ημικρανίες στους αμύητους αλλά και ταλαντώσεις ηδονής στους κοινωνούς της ακροβατικής υψιφωνίας όπως εγώ, μιας και ο Δημήτρης στο "Beyond Celestial Echoes" μας χαρίζει ερμηνείες που ηχούν καθαρά ανώτερες αυτών του ντεμπούτου ως προς το τεχνικό κομμάτι αλλά και ως φωνητικές γραμμές καθαυτές. Πώς γένειν αυτό; Με σκληρή δουλειά και αστείρευτη έμπνευση εικάζω.

Και μπαίνουμε επιτέλους στο ζητούμενο: το "Beyond Celestial Echoes" άλμπουμ. Αρχικά, εστιάζουμε στο οπτικό ερέθισμα που μας δίνει η νέα δουλειά των Sacral Rage και δεν είναι άλλο από μια nerdy sci-fi σκηνή όπου δυο εξωγήινες φιγούρες ετοιμάζονται να ξεκινήσουν ένα διαστρικό καυγά στην επιφάνεια ενός μακρινού πλανήτη με τη βοήθεια μερικών εκλεκτών τσαμπουκαλεμένων συντρόφων. Εικάζω πως ένας εκ των δύο είναι ο ήρωας της concept ιστορίας που ξετυλίγεται μέσω των στίχων ονόματι UL. Επιγραμματικά, ο ήρωας μας είναι ένα αρχαίο εξωγήινο ανδροειδές το οποίο κατέχει μεν την τεχνολογική γνώση αλλά όχι την απαραίτητη πηγή ενέργειας για να υλοποιήσει το σχέδιο του για αιώνια ζωή. Έτσι ταξιδεύει στο χωροχρόνο αναζητώντας ικανές ποσότητες ενέργειας για αυτό το σκοπό, κάτι που τον καθιστά περισσότερο "villain" παρά "hero" στο δικό μου μυαλό. Το προαναφερθέν αστρικό περιβάλλον λοιπόν σε συνδυασμό με το Voivod-ικής αισθητικής λογότυπο της μπάντας φέρνει άμεσα στο νου τις δουλειές των Vektor, με τη σχέση όμως αυτή να παραμένει επιφανειακή κατά τη γνώμη μου. Να σημειώσουμε μόνο ότι το εξώφυλλο έχει επιμεληθεί ο διαβόητος Dimitar Nikolov, ένας καλλιτέχνης του οποίου η συχνότητα εμφάνισης των έργων του σε εξώφυλλα με έχει κουράσει προσωπικά αν και ως πρώτη γεύση ο συγκεκριμένος πίνακας μου αρέσει γιατί βασίζεται στο κίτρινο και στο μπλε, δηλαδή τα χρώματα της Σουηδίας και του Παναιτωλικού! Σε αντίθεση φυσικά με το ντεμπούτο τους το οποίο βασίστηκε στην αντίθεση του πράσινου με το κόκκινο, δηλαδή στα χρώματα της Πορτογαλίας - και κανενός άλλου.

Η ταξίδι του UL λοιπόν άρχεται με μια sci-fi εισαγωγή στα πλήκτρα με έντονο άρωμα από διαστημικά soundtrack (Οδύσσεια του Διαστήματος φάση), που δίνει μια κινηματογραφική διάσταση στη νέα τους δουλειά. Το εναρκτήριο δε κομμάτι "Eternal Solstice" ξεκινάει με μια εναλλαγή φωνητικών ανάμεσα στις υψιφωνίες του Δημήτρη και στα ηλεκτρονικά φωνητικά τύπου Paul Masvidal (Cynic), αλλά σχεδόν άμεσα ένα κλασσικό Sacral Rage riff του Μάριου μας ξεριζώνει μαζί με την πολυθρόνα από την αίθουσα κινηματογράφου που εσφαλμένα πιστέψαμε πως βρισκόμαστε για να μας στείλει σε μια speed metal σκουληκότρυπα ενώ προσπαθούμε απεγνωσμένα να εμποδίσουμε το ποπ κορν από το να πετάξει! Κι ενώ έχουμε ήδη αναγνωρίσει με το πρώτο κομμάτι ότι οι Sacral Rage είναι και πάλι εδώ όπως τους αγαπήσαμε, ένα μικρό ιντερλούδιο με το μπάσο του Σπύρου μας εισαγάγει ομαλά στο δεύτερο και ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια του δίσκου, το "Vaguely Decoded". Ένα thrash-οειδή δυναμίτη που μεταξύ πολλών άλλων χαρακτηρίζεται και από ένα εμμονικά επαναλαμβανόμενο riff το οποίο είναι απίστευτα εθιστικό και που δεν μπορώ παρά να το σκέφτομαι να τιμάται δεόντως σε ένα mosh-pit της γαλαξιακής κλίμακας. Το συγκεκριμένο κομμάτι μέσα στα σχεδόν οκτώ λεπτά του μας σφυροκοπά με πληθώρα ιδεών, σόλο κιθάρας, σόλο μπάσου και συνολικά ένα γενικευμένο οργανικό όργιο που δένει άριστα με τα στρατοσφαιρικά φωνητικά του Δημήτρη. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το "Suspended Privileges" που ακολουθεί συνεχίζει στο ίδιο φρενιασμένο speed/thrash μοτίβο με την αύρα των Helstar να εμφανίζεται και να χάνεται εδώ κι εκεί και ένα από τα πιο χαρακτηριστικά Jarzombek-ικά σόλο του Μάριου να στολίζει το κομμάτι με την παραβολική δομή του. Πλέον έχουμε για δεδομένο ότι ο δίσκος δεν θα μας αφήσει να πάρουμε ανάσα, και πώς θα μπορούσαμε άλλωστε ευρισκόμενοι στο απόλυτο κενό του διαστήματος!

Εν συνεχεία, το "Samsara (L.C.E.)" έρχεται να αφαιρέσει και τα τελευταία ψήγματα εναπομείναντος οξυγόνου από τους πνεύμονες μας με το ανελέητο εισαγωγικό riff, για να μας στείλει σε τροχιά γύρω από κάποιο μακρινό άστρο όπου η μπάντα κάνει ένα (μικρό) βήμα πίσω για να δείξει και το πιο ταξιδιάρικο/ονειρικό πρόσωπο της με τη χρήση πλήκτρων, αιθέριων ρεφρέν αλλά και τα διαστημικών σόλο του Μάριου, πριν μας πάρει και μας σηκώσει οριστικά με ένα αναπάντεχο blastbeat τελείωμα σαν άλλη ηλιακή καταιγίδα. Κατόπιν, η εισαγωγική απαγγελία στο "Necropia" που ακολουθεί και που αποτέλεσε και το πρώτο δείγμα που βγήκε στη δημοσιότητα από το "Beyond Celestial Echoes", μας δίνει τον ορισμό της νεκροπίας και παράλληλα την ευκαιρία να συγκεντρώσουμε τις δυνάμεις πριν μπούμε στο τελευταίο μέρος του δίσκου. Ως κομμάτι το "Necropia αποτελεί μια σύνθεση σήμα-κατατεθέν των Sacral Rage, με ό,τι μας έχει συνηθίσει η μπάντα και λατρεύουμε σε αυτή. Ίσως το καλύτερο κομμάτι για να πάρει κανείς μια πρώτη γεύση από τον δίσκο αλλά και μια σύνθεση που μας προετοιμάζει κατάλληλα για αυτό που ακολουθεί.

Αυτό που ακολουθεί, ξεκινά με την εισαγωγή "Onwards To Nucleus" που λειτουργεί ως κάτοπτρο το οποίο συγκεντρώνει τις ακτίνες χιλίων ήλιων για να την ενεργοποίηση του σχεδίου του UL το οποίο μετουσιώνεται στο ΕΠΙΚΟ 15λεπτο "The Glass" που ακολουθεί και κλείνει τον δίσκο. Ό,τι και να πούμε για αυτό το αραβούργημα είναι λίγο. Ούτε καν θεωρητικά δεν θα μπορούσα να εκφραστώ επαρκώς για τις εναλλαγές συναισθημάτων, ρυθμών, ιδεών, εικόνων που θα μπορούσαν δυνητικά να δημιουργήσουν οι Sacral Rage σε 15 λεπτά και δεν θα το κάνω ούτε τώρα που ένα τέτοιο κομμάτι ξεδιπλώνεται μπροστά στα τεντωμένα σαν κεραίες διαστημικού σταθμού αυτιά μου. Όλα βρίσκονται εδώ μέσα στον υπερθετικό βαθμό και η εμπειρία με άφησε άναυδο όπως αναμενόταν. Το μόνο που μπορώ πραγματικά να πω είναι ότι σε σημεία έλαβα εκπομπές τόσο από Dream Theater όσο και από Rush που αν μη τι άλλο έχουν ένα know-how για τόσο μακρόσυρτες συνθέσεις. Μερικά μόνο από τα ηλεκτρόνια που λέγαμε πιο πάνω, που περιστρέφονται αέναα γύρω από τον τεχνικό speed/thrash πυρήνα των Sacral Rage και τους κάνουν τόσο μοναδικούς στο σημερινό metal σύμπαν. Το "The Glass" είναι ένα τραγούδι-σταθμός που εκτοξεύει τα στάνταρ του ιδιώματος στα όρια του γαλαξία και που με το soundtrack-ικό τελείωμα του γίνεται μια τρομαχτική μαύρη τρύπα που ρουφάει τον ισχνό ούτως ή άλλως ανταγωνισμό για την καλύτερη ίσως ελληνική metal μπάντα αυτήν τη στιγμή.

Συνοψίζοντας, μπορώ να πω ότι το hype που είχαν δημιουργήσει οι Sacral Rage στο σχετικό κοινό με το πρώτο τους άλμπουμ, επιβεβαιώνεται με την ποιότητα του δεύτερου τους δίσκου και βλέπω πλέον πολύ πιθανό να απογειώνεται σε δυσθεώρητα ύψη. Όντας ήδη μια από τις δυο μπάντες, όπως υπαγορεύει η μακρά εμπειρία μου στο φεστιβάλ του Keep It True, που κατάφερε να γεμίσει το κλειστό γήπεδο που λαμβάνει χώρα το φεστιβάλ ως opening act στη μία το μεσημέρι, μπορώ με ευκολία να τους δω να κάνουν αντίστοιχα εντυπωσιακά πράγματα στο σανίδι έχοντας πλέον στη φαρέτρα τους και το εξαιρετικό "Beyond Celestial Echoes". Δυστυχώς, όταν τέτοιες δουλειές βγαίνουν από ελληνικές μπάντες συνηθίζεται να λέγεται η υποτιμητική φράση «δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από μπάντες του εξωτερικού» που ξεκινά με θέσφατο το ότι όλο και κάτι θα έχουν να ζηλέψουν. Θα ήταν δόκιμο να πούμε ότι η αλήθεια είναι πως οι μπάντες του εξωτερικού έχουν να ζηλέψουν πολλά πλέον από τους Sacral Rage; Μάλλον όχι γιατί οι ίδιοι δεν έκαναν σκοπό της ζωής τους την αντιστροφή αυτής της πανάρχαιας κατάρας που έχει πέσει στη ράτσα των Ελλήνων. Απλά πλέον υπάρχουν τα εχέγγυα για να κυκλοφορεί κανείς υψηλού τεχνικού επιπέδου δουλειές ανεξάρτητα από τη χώρα στην οποία η μοίρα διάλεξε να τον/την γεννήσει. Κι αν αυτό παρέχει μια κάποια ευκολία, οι Sacral Rage μας αποδεικνύουν πως χρειάζεται κότσια για να ξεχωρίσει κανείς σε μια σκηνή όχι λόγω καταγωγής αλλά λόγω κορεσμού. Χρειάζεται ενασχόληση και γνώση ώστε να πας στα Ignite και White Socks Studios και να βγάλεις κάτι που ακούγεται μοντέρνο αλλά παράλληλα ψυχωμένο και αληθινό όπως το "Beyond Celestial Echoes". Οι τεχνολογικές ευκολίες δεν εγγυώνται από μόνες τους τόσο όμορφα αποτελέσματα αλλά απαιτείται να έχεις κάτι από την τεχνολογική ειδίκευση του UL αλλά και αγάπη για το ιδίωμα που υπηρετείς ώστε να ξέρεις πως πρέπει να ακούγονται οι ιδέες σου. Οι Sacral Rage δεν είναι μόνο μια μπάντα άριστων μουσικών, είναι μια μπάντα που αποτελείται από γκουρού του είδους και δεν ξέρω αν υπάρχει άλλο γκρουπ αυτή τη στιγμή σε αυτόν τον πλανήτη ή σε κάποιον άλλο που να συνδυάζει αυτά τα δυο χαρακτηριστικά. Εγώ από την πλευρά μου, μπορώ μόνο να κλείσω αυτό το κείμενο λέγοντας πως δεν αισθάνομαι καθόλου υπερήφανος που μερικοί Έλληνες έβγαλαν αυτό το δίσκο, αλλά ότι νιώθω απίστευτα χαρούμενος που μπορώ να βιώνω δια ζώσης μερικούς εκλεκτούς συνοδοιπόρους μου στο χώρο να γεννάνε τόσο υπέροχες δουλειές και να παρατηρώ με αγαλλίαση τον παγκόσμιο ενθουσιασμό που αυτές επιφέρουν. Και εις ανώτερα!

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET