Richie Kotzen

Return Of The Mother Head's Family Reunion

Frontiers (2007)
30/10/2007
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια εξαιρετικά ιδιάζουσα περίπτωση καλλιτέχνη. Ένας πολυβραβευμένος κιθαρίστας ο οποίος μετρά πάνω από 30 δισκογραφικές δουλειές που φέρουν την υπογραφή του, ένας αναγνωρισμένος συνθέτης και παραγωγός κι ένας πολύ καλός τραγουδιστής σε συσκευασία του ενός. Η ιστορία του αρχίζει να γράφεται μέσα από τη glam εικόνα των Poison και φτάνει στο σήμερα όπου ο Richie συνεχίζει να βγάζει ποιοτικές δουλειές που επιμελείται αποκλειστικά ο ίδιος.

Η στάση του ενδιάμεσα στους Mr.Big, πλάι στον δάσκαλο Billy Sheehan (bass) και τον Eric Martin (vocals), έκανε γνώριμη τη φιγούρα του και το ταλέντο του στον περισσότερο κόσμο. Μια αναγνωρισμένης αξίας καλλιτεχνική προσωπικότητα που δε θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο κανέναν κριτικό ή μουσικόφιλο στον κόσμο. Άλλωστε πώς θα μπορούσαν οι Stones να έχουν διαλέξει κάποιον «ασήμαντο» για support στην περσινή τους εμφάνιση στην Ιαπωνία.

Μετά τη συνεργασία του, λοιπόν, φέτος με τον Marco Mendoza (Whitesnake) στο "Live For Tommorow", ο Kotzen προχωρά στην 20η (!) solo δουλειά του "Return Of The Mother Head's Family Reunion" που δε μπορεί να μη συνδεθεί με το "Mother Head's Family Reunion" του 1994. Οι blues καταβολές του Kotzen είναι γνωστές. Αν μάλιστα συλλογιστούμε τις μέσα στα χρόνια συμμετοχές του και συνεργασίες με μια τεράστια λίστα καλλιτεχνών αλλά και τις διασκευές σε tribute albums από Hendrix μέχρι Iron Maiden, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που δε φοβάται να δοκιμάσει τον εαυτό του και να προχωρήσει ταυτόχρονα σε πολύ διαφορετικές φαινομενικά μουσικές κατευθύνσεις.

Όλη αυτή η εμπειρία, οι επιρροές και το ταλέντο οδήγησαν τον Richie σε ένα album γεμάτο blues συναίσθημα που μας δίδαξε στο παρελθόν ο Stevie (Ray Vaughn). Το "Go Faster" που ανοίγει το album χαρακτηρίζει και οριοθετεί το album, θυμίζοντας την πρώτη εκείνη εποχή των Whitesnake όπου το blues παντρεύεται με το rock με «κουμπάρο» μια μελωδικότατη φωνή, όπως είναι αυτή του Kotzen, που θυμίζει υπερβολικά την αντίστοιχη εποχή του κυρίου Coverdale. Κιθαριστικά δε θα μπορούσα να περιμένω κάτι λιγότερο. Κλασσικά licks και ρυθμικές κιθάρες, δουλεμένα solos τα οποία σε ελάχιστες των περιπτώσεων θα με έκαναν να χαρακτηρίσω τον Kotzen ως «υπερφλύαρο» και αυτό που κάνει για μένα τη μεγάλη διαφορά, η καταλυτική παρουσία των keyboards, τα οποία χωρίς να το καταλαβαίνεις δημιουργούν ένα μουσικό χαλί που σου βγάζει αυτό το ευχάριστο συναίσθημα και σε κάνει να αποζητάς άλλη μία ακρόαση.

Δύο ιδιαίτερα στοιχεία όμως είναι αυτά που με εντυπωσίασαν στο album. Ο Kotzen καταφέρνει για πρώτη φορά, κατά τη γνώμη μου, να συνδυάσει σε πολλά σημεία το blues rock των '70s με την pop αισθητική των '80s, αφού κομμάτια όπως τα "Faith", "Chase It" και "Do It Yourself" αποτελούν pop συνθέσεις με pop ενορχήστρωση, κι όμως η ύπαρξή τους στο album όχι μόνο δεν ξενίζει, αλλά βοηθά στην πολύ ευχάριστη ακρόασή του από το πρώτο μέχρι το τελευταίο κομμάτι. Το δεύτερο στοιχείο ακούει στο όνομα August Kotzen κι έχει την μορφή ενός 10χρονου κοριτσιού που τυγχάνει κόρη ενός μεγάλου κιθαρίστα, όπως είναι ο Kotzen. Η μικρή August, κρατώντας το χέρι του μπαμπά, κάνει τα πρώτα βήματα στη δισκογραφία και πλαισιώνει τη φωνή του, θέτοντας σοβαρή υποψηφιότητα για ένα λαμπρό μέλλον (παντού μέσο χρειάζεται τελικά...!) .

Συνοψίζοντας, έχουμε να κάνουμε με ένα blues-rock album από έναν από τους ανθρώπους που κρατούν μέχρι σήμερα ζωντανό το είδος, τιμώντας τους ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους σε αυτό. Κάθε ακρόαση μπορεί να σε κάνει να ξεχωρίσεις και άλλο κομμάτι και να ανακαλύψεις κάτι διαφορετικό μέσα στα στενά φαινομενικά όρια της πεντατονικής που χαριεντίζεται με τη blue note...

  • SHARE
  • TWEET