Resistance

Metal Machine

No Remorse (2017)
Από τον Σπύρο Κούκα, 30/08/2017
Καλοπαιγμένο αν κι ελαφρώς κοινότυπο, αξίζει τουλάχιστον ένα τσεκάρισμα από τους λάτρεις του είδους
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η περίπτωση των Resistance ομοιάζει με την πορεία αρκετών ελπιδοφόρων αμερικανικών συγκροτημάτων που ιδρύθηκαν τις δεκαετίες των '80s και '90s, αλλά άργησαν κατά πολύ να κυκλοφορήσουν επισήμως τις ιδέες τους, πόσο μάλλον να ξεφύγουν μερικώς από την αφάνεια. Στην προκειμένη περίπτωση, η ύπαρξη των Καλιφορνέζων heavy metallers ανατρέχει, έστω και με διαφορετική ονομασία τότε, πίσω στα '80s, ενώ η δισκογραφική τους πορεία ξεκίνησε αρκετό καιρό μετά, στις αρχές των (έτσι κι αλλιώς δύσκολων για τις μπάντες του είδους τους) '00s, κυκλοφορώντας τελικά στα μέσα της περασμένης δεκαετίας δύο άλμπουμ με τα οποία δεν ασχολήθηκε πολύς κόσμος.

Παρ' όλα αυτά, και με τους ίδιους να μην τα έχουν παρατήσει παρά τη σχεδόν δεκαετή δισκογραφική αποχή, η προ διετίας επιστροφή τους με το εκτεταμένο EP "Volume I Battle Scars" έστρεψε αρκετά βλέμματα προς το μέρος τους, οδηγώντας σε αρκετές εμφανίσεις αλλά και στη δημιουργία ενός νέου ολοκληρωμένου δίσκου, τον οποίο και κατάφεραν να κυκλοφορήσουν φέτος.

Το "Metal Machine", περί ου ο λόγος, φαντάζει στο μυαλό μου από εκείνους τους δίσκους που με την πρώτη ματιά στο τίτλο και το εξώφυλλο τους σε κατατοπίζουν επαρκέστατα για το ποιόν και τις διαθέσεις τους. Βέβαια, για του λόγου το αληθές, έχοντας πάρει μια μικρή γεύση από τις συνθέσεις του στην πρόσφατη εμφάνιση των Resistance στο τελευταίο Up The Hammers, προσωπικά ήξερα τι να περιμένω, αν και αυτό μάλλον επέδρασε θετικά στην ακρόαση του δίσκου.

Έτσι, η τυπικά τρίτη ολοκληρωμένη προσπάθεια των Αμερικάνων προσφέρει μια γερή δόση κλασσικού, ανόθευτου heavy metal, έχοντας την πολύ καλή παραγωγή, αλλά και την ευνοϊκά μικρή χρονική διάρκεια της να ενισχύουν τα υπάρχοντα πλεονεκτήματα. Σε αυτά πρέπει να συμπεριληφθεί και η αμεσότητα τoυ υλικού, που έχοντας τη βάση του στους Judas Priest αλλά και τους Scorpions των '80s (των οποίων διασκευάζουν τον ομότιτλο ύμνο από το “Blackout”), καταφέρνει και χρησιμοποιεί την απλότητα των δομών του προς όφελος του.

Με τις διάρκειες των συνθέσεων να μην ξεφεύγουν από το (λογικό για το είδος) όριο των τεσσάρων με πέντε λεπτών, τον Robert Hett να παραδίδει μερικές πειστικές ερμηνείες με αρκετό γρέζι και συνθέσεις όπως το "Rise To Defend" και το (αφιερωμένο στον R.J. Dio) "Hail To The Horns" να κρατούν το ενδιαφέρον, ο δίσκος ακούγεται τουλάχιστον ευχάριστα, δίχως να μπορεί να του προσάψει κανείς κάποια χτυπητή αδυναμία.

Το μόνο πρόβλημα έγκειται στο γεγονός πως έπειτα από την πρώτη καλή εντύπωση και τις ακροάσεις που θα την ακολουθήσουν, δύσκολα ο δίσκος θα ξανακουστεί ολόκληρος, χαμένος μέσα στην υπερπροσφορά κυκλοφοριών ανάλογης τουλάχιστον δυναμικής. Ωστόσο, οι φίλοι του είδους δεν θα χάσουν κάτι να τον τσεκάρουν, βρίσκοντας μερικές καλοπαιγμένες συνθέσεις με heavy metal-ικό μεράκι.

  • SHARE
  • TWEET