Puressence

Solid State Recital

Caserta Red (2011)
Από τον Γιάννη Κοτζιά, 16/06/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η δισκογραφική επιστροφή ενός εκ των πιο αγαπημένων και ευεργετημένων από το ελληνικό κοινό συγκροτημάτων είναι γεγονός. Ο λόγος για τους Puressence και το "Solid State Recital", το πέμπτο άλμπουμ της μπάντας από το Manchester, η οποία, στον καλλιτεχνικό τομέα τουλάχιστον, δε θα είναι απίθανο να θεωρεί την Ελλάδα ως πατρίδα της και όχι την πόλη του αγγλικού βορρά. Δεκαπέντε χρόνια συμπληρώνουν στη δισκογραφία οι Puressence και, όσο και αν τους αγαπάμε στην Ελλάδα, κακά τα ψέματα, εφόσον η καριέρα τους δεν απογειώθηκε πριν τη νέα χιλιετία, δύσκολα θα αποκομίσει το κάτι παραπάνω στις μέρες μας.

Το ομώνυμο άλμπουμ του 1996 αποδείχθηκε «ευχή και κατάρα» σε τυχόν βλέψεις των Puressence να γίνουν μεγάλο όνομα, γιατί το μεγαλείο του μπορεί να εμποτίστηκε σε πολλές alternative και μη ψυχές, αλλά ταυτοχρόνως αποτέλεσε και την κορυφαία στιγμή τους, που ουδέποτε ξεπεράστηκε, με αποτέλεσμα η χώρα μας να είναι το μόνο εξωτερικό αποκούμπι των Puressence εδώ και χρόνια. Υπό αυτά τα δεδομένα και με τα χρόνια να περνούν, έχουν άραγε να προσφέρουν κάτι παραπάνω πλέον οι Puressence;

Το να έχουμε βλέψεις από τους Puressence να αλλάξουν και να απαρνηθούν το «είναι» τους σε αυτή τη φάση της καριέρας τους θα ήταν πολύ τραβηγμένο. Οπότε φαντάζει λογικό το γεγονός πως το "Solid State Recital" ηχητικά ακούγεται κάπως παρωχημένο και ξεχασμένο σε μοτίβα δεκαετίας '90, ενώ κοιτάζοντάς το συνολικά, το επίπεδό του είναι συγκρίσιμο μόνο με το προηγούμενο άλμπουμ της μπάντας, "Don't Forget To Remember", σύγκριση όχι και τόσο κολακευτική. H φυγή του κιθαρίστα Neil McDonald το 2003, μετά το "Planet Helpless", είχε τις συνθετικές επιπτώσεις, καθώς τόσο στο "Solid State Recital", όσο και στο "Don't Forget To Remember" οι συνθέσεις τους τείνουν να γίνουν πιο «άχρωμες» και πιο ουδέτερες.

Παρ' όλα αυτά, το "Solid State Recital" διατηρεί κάποια από τα στοιχεία που σε τραβάνε να το ακούσεις, με πρώτο και καλύτερο τη χαρακτηριστικότατη φωνή του James Mudriczki αλλά και μια, ακούσια, αύρα που σε γυρνάει στο παρελθόν και τις στιγμές που έχεις συνδέσει με το συγκρότημα. Το "Burma" και το "Swathes Of Sea Made Of Stone" αφήνουν καλή εντύπωση, το "Raise Me To The Ground" είναι από τις μπαλάντες του άλμπουμ που ξεχωρίζουν, ενώ το "In Harm's Way" είναι το καλύτερο κομμάτι, με όμορφη μελωδία και προσεγμένη ενορχήστρωση. Από εκεί και πέρα υπάρχουν και κάποιες άλλες συμπαθητικές στιγμές, που όμως δε μπορούν να κρύψουν και τη στασιμότητα στην οποία υπέπεσε η καριέρα του συγκροτήματος τα τελευταία χρόνια.

Όπως είπαμε, εκπλήξεις από τους Puressence εν έτει 2011 δύσκολα θα είχαμε. Έβγαλαν ένα άλμπουμ που σε καμία περίπτωση δεν είναι για πέταμα και πιθανότητα θα βρεθεί κόσμος που θα το τιμήσει, έστω από «κεκτημένη ταχύτητα». Όταν όμως οι ακροάσεις κατασταλάξουν, τα ίδια άτομα πιθανότατα θα ανατρέξουν στη δισκοθήκη τους για να ακούσουν το "India" ή το "Sharpen Up The Knives", αναπολώντας με νοσταλγία την εποχή που οι Puressence άφηναν κάτι παραπάνω από υποσχέσεις για το μέλλον τους, οι οποίες δεν εκπληρώθηκαν τελικώς.
  • SHARE
  • TWEET