Natalie Merchant

Natalie Merchant

Nonesuch (2014)
Από τον Τάκη Κρεμμυδιώτη, 30/06/2014
Καθαρόαιμο μελαγχολικό αριστούργημα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Θα ήταν πολύ εύκολο να πει κανείς ότι η Natalie Merchant είναι μία ακόμα εκπρόσωπος της -κατά τη γνώμη μου ακροθιγώς δυνάμενης να προσδιοριστεί- κατηγορίας singer - songwriter. Ταυτόχρονα όμως θα ήταν πολύ άδικο. Μη ξεχνάτε πώς, εδώ και κάτι... αιώνες, δεν βρισκόμαστε στα '60s, που κάτι τέτοιο θα ακουγόταν εξόχως τιμητικό! Αφήστε που στις μέρες μας, πέρα από «αινιγματικά αδιάφορο» για τους νεότερους σε ηλικία, θα μπορούσε να ταυτιστεί με μία ακόμα αναβίωση της folk. Σπεύδω να προλάβω τους παλαιότερους που θα πάρουν επικριτικό ύφος λόγω της προϊστορίας της στο συγκρότημα των 10,000 Maniacs, διευκρινίζοντας ότι το πολύ αξιόλογο αυτό σχήμα δεν υπήρξε ποτέ μια καθαρόαιμη folk μπάντα.

Ποιά είναι, λοιπόν, η Natalie Merchant; Μια ώριμη πενηντάρα με μεγάλη αναγνωρισιμότητα, αρκετά χρήματα και κρίση εμμηνόπαυσης; Μια βαθυστόχαστη ποιήτρια σε σώμα μουσικού; Ή, μήπως, μια απολύτως συνειδητοποιημένη τραγουδοποιός και ερμηνεύτρια, που γνωρίζει καλύτερα από πολλούς άλλους τον τρόπο να αποκαλύπτει με αμεσότητα τα μύχια της ψυχής της; Μην κουράζεστε. Είναι όλα αυτά μαζί. Τελεία και παύλα. Κι αφήστε τους κακεντρεχείς να την αποκαλούν τεμπέλα, μόνο και μόνο επειδή πέρασαν δεκατρία χρόνια μέχρι να κυκλοφορήσει δίσκο με δικές της συνθέσεις. Η δε κακία μερικών έφτασε στο σημείο να της καταλογίσουν το γεγονός ότι το άλμπουμ ακούγεται τόσο άψογο, σα να δουλευόταν όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Είναι τρελοί αυτοί οι (προκατειλημμένοι) δισκοκριτικοί! Ή, μάλλον, δεν έχουν «χωνέψει» ακόμα την αρτιότητα του "Tigerlily" και του "Ophelia". Ας τους αφήσουμε στη μιζέρια τους και ας ασχοληθούμε με τον φερώνυμο δίσκο, που, αν και είναι σαφέστατα μελαγχολικός, δεν αποπνέει στο ελάχιστο τη μιζέρια που εκείνοι βγάζουν.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά. Αρχικά, προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι μετά από τρία προσωπικά (ή πέντε, αν συμπεριλάβετε και εκείνα που δεν περιέχουν δικές της συνθέσεις) άλμπουμ, επέλεξε να δώσει το ονοματεπώνυμό της ως τίτλο του καινούργιου. Η απάντηση μάλλον είναι απλή και εστιάζεται στο ότι αυτό είναι κυριολεκτικά το πιο «προσωπικό» της, επειδή αντικατοπτρίζει τη θαρραλέα προσπάθειά της να βγει στο φως. Δεν κρύβω πως, ενώ ανέκαθεν εκτιμούσα ιδιαίτερα όλες τις δουλειές της, διαφωνούσα κάθετα με μερικούς από τους στίχους της. Με κάποια πολύ «ψιλά» γράμματα, που δεν περνούσαν απαρατήρητα μόνο από κάτι τύπους σαν τον γράφοντα, που ανέκαθεν προσπαθούσε να έχει τα... αυτιά του ανοιχτά. Κι εδώ εξεπλάγην ευχάριστα, που είδα μια ώριμη και θαρραλέα μεταστροφή (λέτε να «φταίει» το διαζύγιο;). Από μουσικής πλευράς το "Natalie Merchant" αποτελεί φυσική συνέχεια του ύφους της προσωπικής της καριέρας, μόνο που είναι μελαγχολικότερο και συγκλονιστικότερο. Αν του δώσεις την απόλυτη προσοχή σου, δε σε αφήνει εύκολα να χαλαρώσεις. Τα φωνητικά της ακούγονται αναπόφευκτα πιο άμεσα, αφού δεν τραγουδούν απλά δικούς της στίχους, αλλά εξομολογούνται απόλυτα προσωπικές καταστάσεις. Κι όλα αυτά με το γνωστό arty τρόπο, που αποτυπώνεται καλύτερα στις οπτικοποιήσεις των τραγουδιών.

Δεν μπορεί κανείς εύκολα να παραγνωρίσει το μεγαλείο του "Giving Up Everything", που, αν και μοιάζει καθοδικό προς τον Άδη, αποτελεί μια αναζήτηση της λύτρωσης. Το εισαγωγικό και εμπνευσμένο από την καταπίεση "Ladybird", είναι κάτι παραπάνω από ένα φεμινιστικό μανιφέστο, όπως και το υπέροχο "Maggie Said", που βλέπει την ίδια κατά βάση θεματολογία από πιο ώριμη ηλικιακά σκοπιά. Εξαιρετικό ακόμα είναι το "Go Down Moses", με την όλη gospel αισθητική του, που αποτελεί μια φωνή διαμαρτυρίας για την τραγωδία της Νέας Ορλεάνης, το folky "Seven Deadly Sins", αλλά και το "Black Sheep" που θυμίζει τον Tom Waits. Μη νομίσετε πως οι άλλες συνθέσεις, ουσιαστικά, υστερούν σε κάτι. Η διαφορά τους έγκειται στο ότι λειτουργούν χαλαρότερα σε μια concept αισθητική, που αναδεικνύει περισσότερο εκείνες, για τις οποίες έγινε ιδιαίτερη μνεία.

Το "Natalie Merchant" δεν είναι ένας δίσκος που θα αρέσει μόνο στους πιστούς φίλους της, αλλά και σε κάθε ακροατή που είναι απαιτητικός φίλος της τέχνης. Ιδίως δε, σε εκείνον που έχει ξεπεράσει τις «προοδευτικές προκαταλήψεις» και δέχεται την ωριμότητα ως νέα πηγή έμπνευσης.
  • SHARE
  • TWEET