Mark Lanegan Band

Gargoyle

Heavenly (2017)
Από την Σεμέλη Τριτάκη, 29/05/2017
Σίγουρα δεν αποτελεί μουσικό ξάφνιασμα από πλευράς Mark Lanegan· αλλά πάλι, θα έπρεπε να προσπαθήσει πολύ για να μας απογοητεύσει, κάτι το οποίο φυσικά δεν κατάφερε με το "Gargoyle", αντιθέτως!
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αν θέλαμε να σκιαγραφήσουμε τον Mark Lanegan θα λέγαμε πως αποτελεί την ήρεμη και σκοτεινή δύναμη, η οποία κυριαρχεί στην «άλλη», όχι και τόσο γνωστή, πλευρά του μουσικού στερεώματος. Αν μπορούσαμε να συμφωνήσουμε πως υπάρχουν, το λιγότερο, αρκετοί καλλιτέχνες οι οποίοι, παρά το ασύλληπτο ταλέντο τους, παραμένουν κρυμμένοι στις «σκιές», τότε σίγουρα, κάπου εκεί ανάμεσα τους, καθισμένο σε μια γωνία, θα διακρίναμε και τον Lanegan.

Οι πολλές και διαφορετικές του συνεργασίες, σε πολλούς και διαφορετικούς ρόλους, μαρτυρούν έναν καλλιτέχνη ευάλωτο στον πειραματισμό, εχθρό της στασιμότητας και υπέρμαχο της εξέλιξης. Το φετινό "Gargoyle" αποτελεί την τελευταία προσωπική του δουλειά, και όπως φαίνεται, δεν έχει σκοπό να «ξαφνιάσει» το κοινό ως μια καινοτόμα μουσική «έκπληξη», αλλά να μεταφέρει, για ακόμη μια φορά, το μοναδικό ύφος του καλλιτέχνη. Ένας «εκσυγχρονισμένος» Tom Waits, με το ποιοτικό βάθος του Leonard Cohen και τις σκοτεινές εκφάνσεις του Nick Cave, κάπου ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, ο Lanegan, ταλαντεύεται και ταλαντεύει το κοινό του.

Και επί του πρακτέου, μιας και μιλήσαμε για σκοτάδι, η αυλαία του νέου δίσκου ανοίγει με το "Death's Head Tattoo", το οποίο σε συνδυασμό με τα βαριά και βραχνά φωνητικά, στήνει το καταλληλότερο σκηνικό και δίνει το χρίσμα για δεύτερο κατά σειρά "Nocturne". Η «πτώση» γίνεται όλο και πιο βαθειά και εκφράζεται τόσο μέσα από τη μουσική όσο και μέσα από τον, σχεδόν ποιητικό, στίχο.

«Σπάζοντας» κάπως τη «μαυρίλα», το "Blue Blue Sea" έρχεται να εδραιώσει την ύπαρξη του ηλεκτρονικού στοιχείου, το οποίο και βρίσκουμε στην πλειοψηφία των κομματιών του νέου δίσκου. Στην συνέχεια, έχουμε το ιδιαίτερο "Beehive"· καταφέρνει να συνδέσει άψογα μια, όσο γίνεται εν πάση περιπτώσει, αισιόδοξη μελωδία, με τους αρκετά απαισιόδοξούς του στίχους, και το ακόμη πιο creepy video clip του. Αποτελεί ένα από τα πιο ρυθμικά, μέχρι στιγμής, τραγούδια του "Gargoyle". Ακολουθεί το χαρισματικό "Sister", το οποίο φαίνεται να αναδύεται σιγά σιγά στην επιφάνεια, με το σαξόφωνο να τελειοποιεί τη μελωδία, παρ' όλα αυτά όμως, παραμένει εκεί, κάπως "flat", και δεν εκπληρώνει την τόσο μεγάλη μας επιθυμία μας για μια, από το πουθενά, «έκρηξη».

Το έκτο κατά σειρά "Emperor", ίσως είναι ένα από τα ελάχιστα (για να ακριβολογούμε, ένα από τα δύο, μαζί με το "Beehive"), κομμάτια του δίσκου το οποίο έχει όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία ενδεχομένως θα μπορούσαν να το εξελίξουν, στο γνωστό και μη εξαιρετέο, «χιτάκι» του δίσκου, καθώς τόσο η μουσική όσο και ο στίχος εύκολα μπορούν να σου «κολλήσουν» για μέρες. Το απόλυτα αρμονικό, και χωρίς καμία «ηλεκτρονική προσθήκη», "Goodbye To Beauty" ρίχνει τους τόνους, και αποκαλύπτει τη μεγάλη σημασία που παίζει πολλές φορές «η απλότητα» στη σύνθεση, κάτι το οποίο φαίνεται να συνεχίζεται και μέσα από τη γλυκιά θλίψη του «παγωμένου» "First Day Of Winter". Το αυτοκαταστροφικό "Drunk To Destruction" με τις εναλλαγές στον ρυθμό και το ύφος αποτελεί «άξιο τέκνο» του Lanegan, αν όχι το alter ego του. Στην εκπνοή του "Gargoyle" θα ακουστεί το «διττό» "Old Swan". Από τη μια, με λίγη φαντασία και καλή θέληση, θα μπορούσε να αποτελεί φόρο τιμής στους «ήρωες» του David Bowie, ενώ ταυτόχρονα να εξαγνίζει τους δικούς του προσωπικούς «δαίμονες», προσθέτοντας, έστω και στο τέλος μια στιγμιαία δόση αισιοδοξίας.

Το φετινό, λοιπόν, "Gargoyle", ίσως και να χρειαστεί παραπάνω από δύο ακούσματα σαν συνολικό αποτέλεσμα, προκειμένου να αρχίσει να βρίσκει τη σωστή θέση του στο αυτί και την καρδιά του ακροατή. Το σίγουρο είναι πάντως πως η θέση του Mark Lanegan σαν «αξία ανεκτίμητη», παραμένει ακλόνητη. Μπορεί να μην μας άφησε με το στόμα ανοιχτό, φέρνοντάς μας προ εκπλήξεως, αλλά σίγουρα μας έδωσε για ακόμη μια φορά «τροφή για σκέψη».

  • SHARE
  • TWEET